Μια νέα αναφορά από τη μακροχρόνια μελέτη ASPREE, στην οποία συμμετείχε το Πανεπιστήμιο Monash, αποκάλυψε ότι η υψηλή μεταβλητότητα της αρτηριακής πίεσης στους ηλικιωμένους, και ιδιαίτερα στους άνδρες, σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο άνοιας και γνωστικής εξασθένησης.

Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν στο Journal of the American Heart Association, είναι πιθανό να συμβάλλουν στον εντοπισμό ανθρώπων με αυξημένο κίνδυνο σημαντικής γνωστικής βλάβης, επιτρέποντας τη μετάβαση σε αυξημένη παρακολούθηση και δείχνοντας το δρόμο προς νέους τομείς έρευνας.

«Έως το 2050 πιστεύουμε ότι οι άνθρωποι άνω των 60 ετών θα ξεπερνούν σε αριθμό τους εφήβους και τους νέους. Και καθώς η άνοια είναι μια ασθένεια που σχετίζεται με την ηλικία και υπάρχει αξιοσημείωτη έλλειψη θεραπειών στον τομέα, θα παραμείνει σίγουρα μια σημαντική προτεραιότητα δημόσιας υγείας. Επομένως, οποιαδήποτε ευκαιρία για έγκαιρο εντοπισμό όσων διατρέχουν κίνδυνο και ενσωμάτωσής τους σε προληπτικές θεραπείες, είναι σημαντική», αναφέρει η αναπληρώτρια καθηγήτρια Joanna Ryan από το Πανεπιστήμιο Monash και μία εκ των επικεφαλής της μελέτης.

Η υπέρταση στη μέση ηλικία έχει ήδη αποδειχθεί ισχυρός προγνωστικός παράγοντας της άνοιας αργότερα στη ζωή. Πιο πρόσφατα δεδομένα έχουν δείξει ότι οι βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες διακυμάνσεις στην αρτηριακή πίεση αποτελούν εξίσου ένδειξη γνωστικής εξασθένησης.

Ωστόσο, οι περισσότερες μελέτες που διερευνούσαν την BPV περιελάμβαναν νεότερους ανθρώπους, ηλικιωμένους που έχουν διαγνωσθεί με γνωστική βλάβη ή χρησιμοποιούσαν ένα μεμονωμένο εργαλείο γνωστικής αξιολόγησης για να υπολογίζουν τη γνωστική οξύτητα.

Στην παρούσα μελέτη, μια μεγάλη κοόρτη συμμετεχόντων υποβλήθηκε σε αξιολογήσεις της αρτηριακής πίεσης και της γνωστικής λειτουργίας και σε μια σειρά γνωστικών ελέγχων, παρέχοντας τη δυνατότητα στους ερευνητές να συγκεντρώσουν λεπτομέρειες για πολλές πτυχές της γνωστικής λειτουργίας και της μνήμης. Υποβλήθηκαν, επίσης, σε μια επικυρωμένη κλίμακα κατάθλιψης πριν από κάθε ετήσιο γνωστικό έλεγχο, πράγμα σημαντικό επειδή η κατάθλιψη μπορεί να επηρεάσει τη γνωστική λειτουργία.

Η αρτηριακή πίεση των 16.758 συμμετεχόντων καταγράφηκε κατά τις ετήσιες επισκέψεις τους και οι ερευνητές τους χώρισαν σε τρεις ομάδες βάσει της μεταβλητότητας των τιμών της πίεσης: χαμηλή, μέτρια και υψηλή. Όπως αποδείχθηκε, η αρτηριακή πίεση ήταν γενικά υψηλότερη στις γυναίκες από ό,τι στους άνδρες, ωστόσο η γνωστική βαθμολογία ήταν παρόμοια στους συμμετέχοντες με χαμηλή, μέτρια και υψηλή αρτηριακή πίεση.

Οι διαφορές προέκυψαν με την πάροδο του χρόνου. Συγκεκριμένα οι συμμετέχοντες από την ομάδα υψηλής μεταβλητότητας των τιμών της πίεσης αποδείχθηκε πως διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο άνοιας και γνωστικής εξασθένησης συγκριτικά με εκείνους της ομάδας χαμηλής μεταβλητότητας. Ο κίνδυνος ήταν, επίσης, σημαντικά αυξημένος για τους άνδρες. Τα αποτελέσματα παρέχουν, λοιπόν, τα πρώτα στοιχεία πιθανών επιδράσεων των διακυμάνσεων των τιμών της αρτηριακής πίεσης στη γνωστική λειτουργία λόγω φύλου.

Πάντως, οι βιολογικοί μηχανισμοί που στηρίζουν τη σχέση ανάμεσα στη μεταβλητότητα των τιμών της πίεσης και τη γνωστική εξασθένηση παραμένουν ασαφείς και οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι αυτό θα πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω. Διαρκώς αυξανόμενα στοιχεία υποδεικνύουν ότι οι διακυμάνσεις της πίεσης  σχετίζεται με δομικές εγκεφαλικές αλλαγές, οι οποίες δεν είναι γνωστό αν προκαλούν ή προκαλούνται από την αρτηριακή πίεση. Για παράδειγμα, ο εκφυλισμός νευρώνων και συνάψεων που σχετίζεται με τη νόσο Αλτσχάιμερ μπορεί να επηρεάζει τη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης από το σώμα, πράγμα το οποίο μπορεί να συμβάλει σε αυξημένη μεταβλητότητα των τιμών της πίεσης.

Οι άνδρες έχουν υψηλότερη έκθεση από τις γυναίκες κατά τη διάρκεια της ζωής τους σε άλλους γνωστούς παράγοντες κινδύνου για τη γνωστική εξασθένηση, όπως η μη ελεγχόμενη υπέρταση και το κάπνισμα. Αλλά ακόμα και όταν οι ερευνητές τούς έλαβαν υπόψη, ο αυξημένος κίνδυνος για τους άνδρες παρέμεινε.

«Παρόλο που δεν είμαστε απόλυτα σίγουροι, είναι δελεαστικό να εικάζουμε ότι υπάρχουν διαφορετικά μονοπάτια προς τη γνωστική εξασθένηση σε άνδρες και γυναίκες. Ή ότι οι ορμόνες του φύλου, όπως τα οιστρογόνα μπορεί να έχουν κάποια προστατευτική επίδραση για τις γυναίκες. Χρειάζονται, πάντως, περισσότερες μελέτες στον τομέα αυτό για να προσδιορίσουμε τους υποκείμενους λόγους ύπαρξης αυτών των διαφορών λόγω φύλου και να βρούμε αν η μείωση της μεταβλητότητας της αρτηριακής πίεσης μπορεί να διατηρήσει τη γνωστική λειτουργία για περισσότερα χρόνια», καταλήγουν οι επιστήμονες.

Διαβάστε επίσης

Τα 5′ που ρίχνουν την πίεση καλύτερα από τα φάρμακα

Καρκίνος Δέρματος: Γιατί κινδυνεύουν περισσότερο οι άνδρες – Τα μέτρα προστασίας

Νόσος Αλτσχάιμερ: Έτσι μπορείτε να καθυστερήσετε την εμφάνιση άνοιας κατά 5 χρόνια