Όταν μία μέλλουσα μητέρα είναι παχύσαρκη αυξάνεται ο κίνδυνος που διατρέχει το παιδί της για καρκίνο του παχέος εντέρου κατά την ενήλικη ζωή του, σύμφωνα με έρευνα σε περισσότερα από 18.000 ζεύγη μητέρας-παιδιού που δημοσιεύθηκε στο Gut.

Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι οι διάφορες καταστάσεις εντός της μήτρας μπορεί να αποτελούν σημαντικούς παράγοντες κινδύνους για ασθένειες και βοηθούν στην εξήγηση των αυξανόμενων ποσοστών παθήσεων στους νεότερους ενήλικες.

Για την υλοποίηση της μελέτης, οι ερευνητές συγκέντρωσαν 18.000 ζεύγη μητέρας-παιδιού από τις Μελέτες Παιδικής Υγείας και Ανάπτυξης του Δημόσιου Ινστιτούτου Υγείας του Oakland, προκειμένου να διαπιστώσουν αν η μητρική παχυσαρκία, η αύξηση του βάρους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και το μεγάλο βάρος γέννησης σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου στην ενήλικη ζωή.

Κατά την εγγραφή τους στη μελέτη, οι μητέρες παρείχαν διάφορες πληροφορίες, ενώ οι λεπτομέρειες των προγεννητικών ελέγχων, των διαγνωσμένων παθήσεων και των συνταγογραφημένων φαρμάκων συγκεντρώθηκαν μέσω των ιατρικών ιστορικών, έξι μήνες πριν την εγκυμοσύνη έως και μέχρι τον τοκετό.

Το βάρος της μητέρας (Δείκτης Μάζας Σώματος) κατηγοριοποιήθηκε ως: λιποβαρής (κάτω από 18,5), υγιής (18,5-24,9), υπέρβαρη (25-29,9) και παχύσαρκη (άνω του 30).

Η αύξηση του βάρους καταγράφηκε σύμφωνα με το ρυθμό της αρχικής αύξησης βάρους (τα κιλά που αποκτήθηκαν κάθε εβδομάδα της κύησης) και της συνολικής αύξηση βάρους (τη διαφορά ανάμεσα στα κιλά πριν τον τοκετό και αυτά που καταγράφηκαν κατά τον πρώτο προγεννητικό έλεγχο).

Το βάρος γέννησης κατηγοριοποιήθηκε ως χαμηλό (κάτω από 2 κιλά), μέσο (μεταξύ 2 και 3,9 κιλών) και μεγάλο (άνω των 3,9 κιλών), ενώ ο απόγονος παρακολουθήθηκε για 60 χρόνια από τη γέννησή του και μέχρι το 2019.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου παρακολούθησης, 68 άτομα διαγνώσθηκαν με καρκίνο του παχέος εντέρου σε ηλικίες από 18 έως 56 ετών και σχεδόν οι μισοί (48,5%) διαγνώσθηκαν πριν την ηλικία των 50. Σχεδόν ένας στους πέντε είχε οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του παχέος εντέρου. Περισσότερες από τις παχύσαρκες μητέρες (16%) γέννησαν παιδιά που ζύγιζαν πάνω από τέσσερα κιλά, συγκριτικά με τις λιποβαρείς/υγιείς μητέρες (7,5%) ή τις υπέρβαρες (11%).

Συγκριτικά με τις λιποβαρείς ή υγιείς μητέρες, οι υπέρβαρες και παχύσαρκες σχετίστηκαν με άνω του διπλάσιου κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου για το παιδί τους. Τα ποσοστά καρκίνου του παχέος εντέρου ήταν 16,2/100,000, 14,8/100,000, και 6,7/100,000 για τον ενήλικο απόγονο των παχύσαρκων, υπέρβαρων και λιποβαρών/υγιών μητέρων αντίστοιχα.

Παρόλο που η αρχική αύξηση βάρους δεν σχετίστηκε με τον κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου, η συνολική αύξηση σχετίστηκε, με διπλάσιο, μάλιστα, κίνδυνο για αύξηση 10-13 κιλών. Ωστόσο, το πολύ υψηλό ποσοστό αρχικής αύξησης βάρους σχετίστηκε με τετραπλασιασμό του κινδύνου για τα παιδιά των οποίων οι μητέρες είχαν χαμηλή συνολική αύξηση βάρους, αλλά όχι και για εκείνα των οποίων οι μητέρες είχαν υψηλή συνολική αύξηση βάρους. Ο κίνδυνος αυξανόταν, επίσης, για όσους ζύγιζαν πάνω από τέσσερα κιλά κατά τη γέννησή τους, συγκριτικά με όσους είχαν ένα υγιές βάρος.

Σημειώνεται ότι η μελέτη είναι παρατηρητική, επομένως δεν μπορεί να αποδείξει αιτία, αλλά τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι «η καλά εδραιωμένη σχέση ανάμεσα στην παχυσαρκία και τον καρκίνο παχέος εντέρου μπορεί να έχει ρίζες στην περίοδο πριν τη γέννηση», τονίζουν οι ερευνητές.

Διαβάστε επίσης

Καρκίνος Παχέος Εντέρου: Πέντε κορυφαίες κινήσεις που μειώνουν τον κίνδυνο

Κύηση: Η «αθώα» συνήθεια που αυξάνει τον κίνδυνο αποβολής

Τα 3′ που μειώνουν τον κίνδυνο διαβήτη και μεταβολικού συνδρόμου