Όλοι όσοι έχουν συνάψει ασφαλιστικά συμβόλαια θα θυμούνται εκείνες τις λιγότερο ή περισσότερο άβολες προσωπικές ερωτήσεις, όπου ο ασφαλισμένος πρέπει να απαντήσει με λεπτομέρειες και ακρίβεια. Πόσων χρόνων είστε; Έχετε κάποια χρόνια πάθηση; Έχετε κάνει πρόσφατα εξετάσεις; Σε ποιες παθήσεις έχετε κληρονομική προδιάθεση;
Με μια αθώα παράλειψη η οποία πιστεύουμε ότι δε θα ανακαλυφθεί, πετυχαίνουμε την κάλυψη των ασθενειών χωρίς εξαιρέσεις και χαμηλότερο ασφάλιστρο.
Όμως αν και φαίνεται αθώο αυτό το ψέμα μπορεί να οδηγήσει στην ακύρωση του ασφαλιστήριου συμβολαίου ή ακόμα και να μας καταστήσει υπεύθυνους για απάτη.
Ειδικότερα, το ασφαλιστήριο συμβόλαιο αποτελεί σύμβαση μεταξύ του ασφαλιστή και του ασφαλισμένου στα πλαίσια της οποίας ο ασφαλιστής αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει έναντι ασφαλίστρου στον ασφαλισμένο ή σε τρίτο πρόσωπο, κάποια παροχή σε χρήμα, όταν επέλθει το περιστατικό από το οποίο συμφωνήθηκε να εξαρτάται η υποχρέωση αυτή (ο «ασφαλιστικός κίνδυνος»).
Αν η απόκρυψη της αλήθειας αυξήσει τον ασφαλιστικό κίνδυνο και αποκαλυφθεί το ψέμα, ο ασφαλιστής έχει το δικαίωμα να τερματίσει τη σύμβαση ζητώντας ακόμα και αποζημίωση, που σε πολλές περιπτώσεις ανέρχεται στην μη επιστροφή των ασφαλίστρων.
Όποιος διαβάσει τα ψιλά γράμματα στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο θα διαπιστώσει ότι με την υπογραφή του δεσμεύεται για την ορθότητα, ακρίβεια αλλά και την πληρότητα όσων έχει δηλώσει στη δήλωσή του. Το λεκτικό σε αυτούς τους όρους είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς πολύ συχνά ο ασφαλισμένος εγγυάται πως όλα όσα έχει δηλώσει είναι αληθή και ακριβή ενώ δεν έχει παραλείψει κάποιο περιστατικό.
Γι αυτό, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές προτρέπουν τους ενδιαφερόμενους να ασφαλιστούν, να απαντήσουν με ειλικρίνεια σε όλες τις «άβολες» ερωτήσεις για μπορούν να διατηρούν σε ισχύ το συμβόλαιό τους όποτε το χρειαστούν στο μέλλον.