Ως υπεριδρωσία χαρακτηρίζεται η υπέρμετρη έκκριση ιδρώτα πέραν της φυσιολογικής ποσότητας που χρειάζεται για τη ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος. Η υπεριδρωσία αφορά το 2-3% του πληθυσμού, προσβάλλοντας εξίσου και τα δύο φύλα, ενώ ξεκινά κατά τη δεύτερη ή τρίτη δεκαετία της ζωής μας.
Όταν αφορά όλο το σώμα, είναι σύμπτωμα μιας νοσηρής οντότητας (π.χ. λοίμωξη, ρευματικά νοσήματα). Πολλές φορές όμως είναι εντοπισμένη σε περιοχές όπως μασχάλη, πέλματα, παλάμες χεριών και είναι ιδιαίτερα ενοχλητική, αφού δυσχεραίνει την καθημερινότητα και την εργασία του ατόμου.
Ειδικά η εντόπιση της υπεριδρωσίας στις παλάμες δημιουργεί έντονα προβλήματα στον ασθενή και ενίοτε δεν μπορεί να εργασθεί. Πολλές φορές φθάνει σε βαθμό αντικοινωνικό, αφού δεν μπορεί «να δώσει το χέρι» για μια χειραψία.
Πώς θεραπεύεται;
Η θεραπεία είναι αρκετά εύκολη με μια θωρακοσκοπική επέμβαση. Η νοσηλεία διαρκεί 1-2 ημέρες.
Γίνεται μέσω 2-3 μικρών οπών διαμέτρου 1 cm. Το χειρουργείο στοχεύει στη διατομή νεύρων που προκαλούν την υπερέκκριση ιδρώτα. Αυτά τα νεύρα προέρχονται από ένα σύστημα αυτόνομο νευρικό, που λέγεται συμπαθητικό. Εκπορεύονται από τη συμπαθητική άλυσο δίπλα στη σπονδυλική στήλη. Επιλεγμένα κόβονται χειρουργικά αυτά που ρυθμίζουν τη θερμοκρασία στις παλάμες των χεριών. Έτσι σταματά η υπεριδρωσία.
Το αποτέλεσμα είναι άμεσο. Η επέμβαση αυτή εφαρμόζεται και σε άλλες παθήσεις αγγειοκινητικές, όπως το σύνδρομο Raynaud. Οι επιπλοκές της επέμβασης είναι σπάνιες.
Θα αναρωτηθεί κανείς: Δεν υπάρχουν συνέπειες από τη διατομή αυτών των νεύρων;
Μπορεί να αναπτυχθεί ξηρότητα στην περιοχή (πολύ σπάνια). Επίσης, μπορεί να ιδρώνει ο ασθενής σε γειτονικές περιοχές λίγο περισσότερο αντιρροπιστικά. Οι διεθνείς στατιστικές δείχνουν πως το 92-97% των ασθενών που χειρουργήθηκαν έμειναν ευχαριστημένοι από το αποτέλεσμα.
Το ποσοστό αυτό καταδεικνύει την αξία της τεχνικής με την άμεση αποτελεσματικότητά της.