Ο θηλασμός λειτουργεί ως ασπίδα για το βρέφος, έρχεται να επιβεβαιώσει πρόσφατη μελέτη από το Τμήμα Περιβαλλοντικής Ιατρικής του Ινστιτούτου Καρολίνσκα που παρουσιάστηκε στο ετήσιο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρεία Διαβήτη. Σύμφωνα με την πρώτη στο είδος της έρευνα της οποίας ηγήθηκε η Ελληνίδα ερευνήτρια Άννα-Μαρία Λαμπούση, το μητρικό γάλα μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο διαβήτη τύπου 1 σε αντίθεση με το «ένοχο» αγελαδινό.
Τα ευρήματα εντάσσονται στο πλαίσιο ερευνών για τον διαβήτη τύπου 1 που οδηγεί σε απορρύθμιση του σακχάρου μέσα από την καταστροφή των υπεύθυνων για την παραγωγή ινσουλίνης β – κυττάρων του παγκρέατος, και το οποίο γνωρίζει σημαντική αύξηση σε Ευρώπη και ΗΠΑ, με ετήσιο ρυθμό 3,4% και 1,9% αντίστοιχα. Αν και ο συνδυασμός γενετικής προδιάθεσης και περιβαλλοντικών παρόντων (ιοί, τρόφιμα) θεωρείται ότι πυροδοτεί την πάθηση που εμφανίζεται κυρίως σε παιδιά και εφήβους, η ερευνητική ομάδα προέβη σε μια συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση των διαθέσιμων διατροφικών μελετών, εστιάζοντας στα τρόφιμα που έρχονται συνεχώς στο προσκήνιο ως σχετιζόμενα με τη νόσο.
Οι ερευνητές κατέληξαν σε 152 μελέτες από ένα σύνολο 5.935 που διατίθενται στις βιοϊατρικές και φαρμακολογικές βάσεις δεδομένων δημοσιευμένης βιβλιογραφίας Medline, Embase και Cochrane Library, και σε 27 διατροφικά στοιχεία που έχουν σχετιστεί με αυξημένο ή μειωμένο κίνδυνο διαβήτη τύπου 1, συμπεριλαμβανομένων τροφίμων που καταναλώνονταν από τη μητέρα κατά τη λοχεία και τα παιδιά κατά τη βρεφική και παιδική ηλικία.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα:
- ο παρατεταμένος ή κατ’ αποκλειστικότητα θηλασμός εξασφάλισαν μικρότερο κίνδυνο για διαβήτη τύπου 1, κατά 61% για τα παιδιά που θήλασαν τουλάχιστον 6-12 μήνες έναντι μικρότερου χρονικού διαστήματος και 31% για όσα τρέφονταν αποκλειστικά με μητρικό γάλα για 2-3 μήνες έναντι όσων δεν θήλασαν
- υψηλότερος ήταν ο κίνδυνος από την κατανάλωση αγελαδινού γάλακτος και άλλων γαλακτοκομικών όπως βούτυρο, γιαούρτι και παγωτό κατά τις ηλικίες μέχρι 15 ετών, με δύο έως τρία ποτήρια αγελαδινού γάλακτος (1 ποτήρι = 200ml) την ημέρα να αυξάνουν τον κίνδυνο κατά 78%
- έως και 31% μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχουν τα παιδιά που άρχισαν το αγελαδινό γάλα σε ηλικία δύο ή τριών μηνών συγκριτικά με όσα ξεκίνησαν αργότερα, αναδεικνύοντας τη σημασία του χρονικού σημείου έναρξης κατανάλωσής του
- τρόφιμα με γλουτένη όπως δημητριακά, ψωμί, ζυμαρικά και μπισκότα δρουν επιβαρυντικά, με την ένταξή τους στη διατροφή να αυξάνει τον κίνδυνο. Η εισαγωγή τους στη διατροφή στην ηλικία 3-6 μηνών συνδέθηκε με 54% μεγαλύτερο κίνδυνο συγκριτικά με τις μεγαλύτερες ηλικίες
- η αναμονή για τα φρούτα έως την ηλικία 4-6 μηνών είχε θετικό αντίκτυπο, μειώνοντας τις πιθανότητες για το αυτοάνοσο κατά 53%.
Σημειώνεται πως η ηλικία έναρξης κατανάλωσης τυποποιημένου γάλακτος, κρέατος και λαχανικών δεν παρουσίασε συνάφεια με τη νόσο, ούτε και η πρόσληψη γλουτένης και βιταμίνης D από τη μητέρα κατά την εγκυμοσύνη.
Οι ερευνητές ανέφεραν πως παραμένει αδιευκρίνιστο εάν ο χρόνος εισαγωγής των τροφίμων ή η διάρκεια του θηλασμού συντελεί στην προστασία του παιδιού.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους για τα ευρήματα, η προώθηση της ωρίμανσης του ανοσοποιητικού συστήματος και η ενίσχυσή του μέσω βελτίωσης του εντερικού μικροβιώματος από το μητρικό γάλα αποτελούν το ένα σκέλος της εξήγησης, η οποία στηρίζεται επιπλέον στην υπόθεση πως ορισμένα αμινοξέα στο αγελαδινό γάλα ευθύνονται για την επίθεση του ανοσοποιητικού στα β-κύτταρα του παγκρέατος.
Διαβάστε επίσης
Μητρικό γάλα: Η μέθοδος που το εμπλουτίζει και πολλαπλασιάζει τα οφέλη του
Το μητρικό γάλα μειώνει τον κίνδυνο παιδικής παχυσαρκίας
Διαβήτης τύπου 1 – Νεογνά: Νέα μέθοδος προβλέπει τον κίνδυνο νόσου