Ο νέος κορωνοϊός επιτίθεται τόσο σε ανθρώπους μεγάλης ηλικίας όσο και σε νεότερους. Τα πιο σοβαρά περιστατικά, όμως, αλλά και τα υψηλότερα ποσοστά θανάτου αφορούν στους μεγαλύτερους. O λόγος που συμβαίνει αυτό παραμένει άγνωστος μέχρι τώρα, με κάποιους επιστήμονες να θεωρούν ότι μπορεί να σχετίζεται με την εξασθένιση του ανοσοποιητικού συστήματος των ηλικιωμένων, αφού πρόκειται για μια κατηγορία ανθρώπων που είναι πιο ευάλωτοι σε πολλές μολυσματικές νόσους.

Ενδεχομένως, όμως, να υπάρχουν και άλλες εξηγήσεις. Καθώς μεγαλώνουμε, η δομή, οι μηχανικές ιδιότητες και οι λειτουργίες των κυττάρων του σώματος αλλάζουν. Θεωρείται, λοιπόν, ότι ο SARS-CoV-2 εκμεταλλεύεται αυτή την κατάσταση και αναπαράγεται καλύτερα στα κύτταρα των μεγαλύτερων σε ηλικία ανθρώπων, πράγμα που με τη σειρά του μπορεί να οδηγήσει σε πιο σοβαρή εξέλιξη της νόσου.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες Caroline Uhler και G. V. Shivashankar , αυτή η θεωρία θα πρέπει να εξεταστεί με μεγαλύτερη λεπτομέρεια. «Αν μπορέσουμε να επιβεβαιώσουμε τον ακριβή τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεται ο ιός στα κύτταρα των μεγαλύτερων ανθρώπων, θα μάθουμε και ποιες κυτταρικές λειτουργίες θα πρέπει να στοχεύσουμε με τα φάρμακα. Η πληροφορία αυτή ενδεχομένως να είναι ζωτικής σημασίας για την έρευνα για φάρμακα εναντίον του COVID-19», επισημαίνουν οι ειδικοί.

Σκλήρυνση των ιστών των πνευμόνων λόγω ηλικίας
Όταν ο νέος κορωνοϊός μολύνει ένα άτομο, επιτίθεται πρώτα στα κύτταρα της βλεννογόνου της αναπνευστικής οδού. Μόλις ο ιός εισβάλλει σε ένα κύτταρο, παραβιάζει τις κυτταρικές διαδικασίες ώστε να παραγάγει μάζες νέων ιών, οι οποίες τελικά απελευθερώνονται, έτοιμες να μολύνουν το επόμενο κύτταρο στο σώμα ή κάποιον άλλο άνθρωπο μέσω των σταγονιδίων από το βήχα ή το φτάρνισμα. Και, ενώ έχει παρατηρηθεί ότι ο νέος κορωνοϊός εισβάλλει σε κύτταρα τόσο νέων όσο και μεγαλύτερων ανθρώπων, το αποτέλεσμα είναι συχνά διαφορετικό. Γιατί συμβαίνει, λοιπόν, αυτό;

Είναι γνωστό πως ο ιστός των πνευμόνων και της αναπνευστικής οδού χάνει την ελαστικότητά του με την πάροδο του χρόνου. Αυτό οφείλεται εν μέρει στα κύτταρα του συνδετικού ιστού αυτών των οργάνων, τα οποία, λόγω γήρανσης, αποθηκεύουν περισσότερες πρωτεϊνικές ίνες στους ιστούς. Η σκλήρυνση με τη σειρά της επηρεάζει τις μηχανικές ιδιότητες και διαδικασίες μέσα στα κύτταρα της βλεννογόνου, ακόμα και τον γενετικό έλεγχο των κυτταρικών λειτουργιών της. Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, οι επιστήμονες έχουν αποδείξει αυτή τη σύνδεση μεταξύ της μηχανικής και της κυτταρικής λειτουργίας.

«Από τη στιγμή που οι κορωνοϊοί βασίζονται στις λειτουργίες των κυττάρων-ξενιστών τους για να πολλαπλασιαστούν και αυτές οι λειτουργίες βασίζονται στις μηχανικές ιδιότητες του κυττάρου, υποψιαζόμαστε ότι οι μηχανικές διαδικασίες και οι λειτουργίες των κυττάρων στους μεγαλύτερους σε ηλικία ανθρώπους μπορεί να ευνοούν τον πολλαπλασιασμό του ιού. Για το λόγο αυτό, θα μπορούσαν πλέον να χρησιμοποιηθούν βιοψίες ή πειράματα κυτταρικής καλλιέργειας προκειμένου να διαπιστωθεί αν όντως συμβαίνει αυτό», εξηγούν οι επιστήμονες.

Προσοχή στη συμπεριφορά του ιού
«Η λογική μας μπορεί, επίσης, να υποδείξει το σημείο όπου πρέπει να επικεντρωθούν οι προσπάθειες στη μάχη για την ανεύρεση φαρμάκων που θα καταπολεμούν τον COVID-19. Ένα στόχος της έρευνας είναι να σταματήσει η ιογενής είσοδος σε ένα κύτταρο», προσθέτουν οι ειδικοί, αναζητώντας τώρα τώρα τρόπους να αναπτύξουν αναστολείς για την αποτροπή της μόλυνσης κυττάρων από τον ιό. Δεδομένης της θεωρίας αυτής και του γεγονότος ότι η είσοδος του κορωνοϊού σε ένα κύτταρο είναι παρόμοια ακόμα και σε ανθρώπους με ήπια συμπτώματα, η αναζήτηση φαρμάκων θα πρέπει να περιλαμβάνει και αναστολείς που παρεμβαίνουν στην αντιγραφή του κορωνοϊού και τις μηχανικές ιδιότητες των κυττάρων.

«Σκοπεύουμε να αναπτύξουμε in vitro μοντέλα και μεθοδολογίες μηχανικής μάθησης που θα ταιριάζουν στον έλεγχο της αποτελεσματικότητας των μικρών μορίων, εγκεκριμένα φάρμακα που ίσως επαναπροσαρμοστούν για τον ιό αλλά και νέα φάρμακα. Είναι σημαντικό η έρευνα για τον SARS-CoV-2 να επικεντρωθεί όχι μόνο στον ίδιο τον ιό, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο αυτός συμπεριφέρεται σε κύτταρα νέων και μεγάλων ανθρώπων και θα πρέπει να εξετάσουμε όχι μόνο τις γονιδιακές διαφορές αυτών των κυττάρων, αλλά και τις μηχανικές», καταλήγουν οι επιστήμονες.

Διαβάστε επίσης

Κορωνοϊός: Πόσο αυξάνουν τον κίνδυνο οι φακοί επαφής

Κορωνοϊός: Πόσο επικίνδυνα είναι τα παπούτσια μας για την μετάδοσή του

Κορωνοϊός – Μετάδοση: Πιο επικίνδυνη σε κέρματα ή χαρτονομίσματα;