Σε μια ενδιαφέρουσα ανακάλυψη προέβησαν επιστήμονες από σχετικά με τους παράγοντες που επηρεάζουν την εμφάνιση διαβήτη τύπου 2 σε παχύσαρκα άτομα.
Όπως έδειξαν τα ευρήματά τους, τα οποία δημοσιεύτηκαν στο Nature Metabolism, βακτήρια και μικροοργανισμοί που υπάρχουν στο περιβάλλον φαίνεται πως διαδραματίζουν κάποιο ρόλο στην εκδήλωση του διαβήτη.
Οι ερευνητές πιστεύουν έντονα πως κάποιοι από τους παθογόνους μικροοργανισμούς βρίσκονται στο νερό και τα τρόφιμα.
Ύστερα από μελέτη σε 40 παχύσαρκους ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε βαριατρικές χειρουργικές επεμβάσεις, όπως γαστρική παράκαμψη, για να χάσουν βάρος, διαπιστώθηκε πως οι ασθενείς που παράλληλα νοσούσαν από διαβήτη τύπου 2 είχαν περισσότερα βακτήρια στο ήπαρ και τον λιπώδη ιστό, καθώς και υψηλότερο ποσοστό δυνητικά επιβλαβών βακτηρίων.
Τα ευρήματα παρουσίασαν μια διαφορετική «υπογραφή» των βακτηριδίων στο αίμα, το ήπαρ και σε τρία είδη κοιλιακού λιπώδους ιστού στους διαβητικούς ασθενείς. Επιπρόσθετα, οι διαβητικοί έδειξαν σημαντικά υψηλότερη συγκέντρωση βακτηρίων στο ήπαρ και τον λιπώδη ιστό που συνδέει το στομάχι και το παχύ έντερο, υψηλότερο ποσοστό «κακών» εντερικών βακτηρίων και ένα είδος εντεροβακτηριοειδών που ονομάζεται Shigella στο αίμα τους.
Κατά τους ερευνητές που εκπόνησαν τη μελέτη, αυτά τα βακτήρια πιθανότατα να προήλθαν από το τοίχωμα του εντέρου των ασθενών, προκαλώντας φλεγμονή ικανή να δυσκολεύει τον έλεγχο του σακχάρου στο αίμα. Αυτά τα δυνητικά επιβλαβή βακτήρια, τα οποία θεωρούνταν ασφαλή για όσο παρέμεναν στο έντερο, δύνανται να «δραπετεύσουν» μέσω του εντερικού φραγμού.
Οι πιθανότητες αυτού του συμβάντος στους διαβητικούς αυξάνονται, καθώς τα πολλαπλάσια σάκχαρα και κορεσμένα λιπαρά στη διατροφή διαρρηγνύουν τον εντερικό φραγμό, επιτρέποντας στα επιβλαβή βακτήρια να διαρρεύσουν.
Τα βακτήρια που ζουν στα τρόφιμα και το νερό μπορούν να εισέλθουν ευκολότερα στον οργανισμό από το έντερο και, καθώς είναι άγνωστα στο ανοσοποιητικό σύστημα, δυσκολεύεται να τα ελέγξει. Μια πρόκληση φλεγμονής από τα βακτήρια στη συνέχεια, θα σημάνει την κακή ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα από την ινσουλίνη, αφού η φλεγμονή εμποδίζει αποδεδειγμένα τη λειτουργία της ορμόνης.
Με αυτά τα ευρήματα ως αφετηρία, η επιστημονική ομάδα επιθυμεί να διερευνήσει αν τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 που ωστόσο είναι υπέρβαρα και όχι παχύσαρκα, παρουσιάζουν διαφορετικούς τύπους βακτηρίων εκτός του εντέρου τους.
Μια τέτοια ανακάλυψη, θα άνοιγε τον δρόμο για την παρασκευή ενός προβιοτικού ή ενός αντιμικροβιακού φαρμακευτικού σκευάσματος για την εξισορρόπηση των βακτηρίων σε άτομα που κινδυνεύουν από διαβήτη τύπου 2.
Ωστόσο τα ευρήματα δεν χαίρουν καθολικής αποδοχής αλλά κρίνονται επισφαλή από άλλους επιστήμονες. Για τον Δρ. Naveed Sattar, καθηγητή Μεταβολικής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα, παρά το ενδιαφέρον που παρουσιάζει η μελέτη, είναι πιθανότερο οι παράγοντες που προκαλούν τον διαβήτη τύπου 2 να επηρεάζουν την πορεία των βακτηρίων στο σώμα παρά το αντίστροφο. Επιπλέον, θεωρεί απαραίτητη την περαιτέρω έρευνα για να μελετηθούν τα βακτήρια στο έντερο, το ήπαρ και το αίμα των ασθενών τόσο πριν όσο και μετά την εμφάνιση του διαβήτη.