Το ανεύρυσμα αορτής εδώ και μέρες απασχολεί την ελληνική επικαιρότητα καθώς παρ’ ολίγον να στοιχίσει τη ζωή του συγγραφέα και πρώην βουλευτή κ. Πέτρου Τατσόπουλου. Δυστυχώς μοιραία ήταν η έκβαση για την 52χρονη Βασιλική Καραβάκου, καθηγήτρια Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, που απεβίωσε μετά από ανεύρυσμα που υπέστη κατά τη διάρκεια του 28ου Διεθνούς Συνεδρίου Φιλοσοφίας στην Αρχαία Ολυμπία.

Το ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής αποκαλείται από τους γιατρούς «σιωπηλός δολοφόνος» καθώς δεν δίνει συμπτώματα παρά μόνο όταν συμβεί η ρήξη. Σύμφωνα με επιδημιολογικά στοιχεία αφορά στο 1% των ανδρών άνω των 65 ετών και το 80% των ασθενών τελικά δεν επιβιώνει του συμβάντος.

Ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Dundee, ωστόσο, σε άρθρο που δημοσιεύουν στο Journal of the American Heart Association υποστηρίζουν ότι μπορεί να πετύχουν μείωση του αριθμού των θανάτων που οφείλονται στα ανευρύσματα κοιλιακής αορτής.

Οι επιστήμονες ανέπτυξαν ένα διαγνωστικό τεστ που ανιχνεύει την παρουσία της δεσμοσίνης, ενός αμινοξέος που εκκρίνουν οι νοσούσες αρτηρίες στο αίμα και στα ούρα. Πιστεύουν λοιπόν ότι έτσι θα βελτιωθεί η διάγνωση αλλά και η παρακολούθηση των αορτικών ανευρυσμάτων, ανοίγοντας τον δρόμο για νέες θεραπευτικές παρεμβάσεις.

Η Δρ. Anna Maria Choy, καρδιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Dundee εξηγεί ότι οι ομάδες υψηλού κινδύνου θα μπορούν να υποβάλλονται σε υπερηχογραφικό έλεγχο και στην περίπτωση που εντοπιστεί αορτικό ανεύρυσμα θα μπορούσαν αν ενταχθούν σε πρόγραμμα εντατικής παρακολούθησης ή άμεσης θεραπευτικής παρέμβασης.

Κι επειδή το μέγεθος του ανευρύσματος δεν συνάδει πάντα με τον κίνδυνο ρήξης, οι ερευνητές πιστεύουν ότι η μέτρηση των επιπέδων της δεσμοσίνης είναι ένας ακριβέστερος τρόπος εντοπισμού των ασθενών που κινδυνεύουν να υποστούν ρήξη και πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα.

«Προς το παρόν οι ασθενείς υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση όταν το ανεύρυσμα φτάνει σε ένα μέγεθος τέτοιο που θεωρείται επικίνδυνο να διαρραγεί. Το πρόβλημα όμως είναι ότι τα ανευρύσματα αορτής μεγαλώνουν απρόβλεπτα και γρήγορα. Μερικές φορές παραμένουν σταθερά για αρκετό διάστημα και έπειτα ξαφνικά σπάνε, ενώ μπορεί να σπάσουν ακόμα και όταν δεν έχουν το ανάλογο μέγεθος», εξηγεί η Δρ. Choy.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι είναι επείγουσα η ανάγκη καλύτερης ανίχνευσης και αξιολόγησης των ανευρυσμάτων και σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο κινείται το τεστ δεσμοσίνης.

Η αναδρομική αξιολόγηση δειγμάτων από ασθενείς με ανεύρυσμα αορτής έδειξε ότι το τεστ δεσμοσίνης είναι ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος ανίχνευσης του ανευρύσματος που προσφέρει βελτιωμένη πρόγνωση των επιπλοκών και του συνολικού κλινικού αποτελέσματος.

Η δεσμοσίνη πηγάζει από την ελαστίνη, μια πρωτεΐνη που όπως δείχνει το όνομά της παρέχει στα αιμοφόρα αγγεία την ελαστικότητα που χρειάζονται. Όταν κάποιος έχει ανεύρυσμα, η ελαστίνη αποδομείται και εκκρίνεται στο αίμα και στα ούρα.

Στην παρούσα μελέτη τα επίπεδα της δεσμοσίνης ήταν πραγματικά ένας αξιόλογος δείκτης του μεγέθους του ανευρύσματος αλλά και των πιθανοτήτων εκδήλωσης επιπλοκών στον ασθενή.

Ο Δρ. Jeffrey Huang, κύριος ερευνητής του τεστ δεσμοσίνης συμπληρώνει ότι «είναι σαφώς καλύτερα από οικονομική άποψη να πας στον οικογενειακό σου γιατρό και να κάνεις ένα τεστ αίματος παρά να πας στο νοσοκομείο και να υποβληθείς σε υπέρηχο. Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι το τεστ που αναπτύξαμε είναι καλύτερο ως προς την πρόγνωση του τελικού αποτελέσματος, δηλαδή στο να σώσουμε περισσότερες ζωές».

Επόμενος στόχος των ερευνητών είναι να ελέγξουν την προγνωστική αξία του τεστ και στις γυναίκες που έχουν υψηλό ποσοστό θνησιμότητας καθώς θεωρείται λιγότερο πιθανό να διαγνωστούν με ανεύρυσμα.