Παρά το γεγονός ότι η επιστήμη έχει κάνει σημαντική πρόοδο στην διάγνωση και διαχείριση της Πολλαπλής Σκλήρυνσης, δυστυχώς προς το παρόν απέχουμε πολύ από την επίτευξη της ίασης.

Σήμερα είναι εγκεκριμένα στην Ευρώπη 16 φαρμακευτικά σκευάσματα, που με τους διάφορους μηχανισμούς δράσης τους, προσπαθούν ανακόψουν ή να προλάβουν την εξέλιξη της νευροεκφυλιστικής πάθησης, που προσβάλει παγκοσμίως 2,3 εκατομμύρια άτομα, με σαφή «προτίμηση» της νόσου στο γυναικείο φύλο. Στην Ελλάδα, αν και δεν υπάρχει επίσημο Μητρώο Ασθενών, οι πάσχοντες υπολογίζονται σε περίπου 14.000.

Η Πολλαπλή Σκλήρυνση είναι αυτοάνοση πάθηση και προσβάλλει το κεντρικό νευρικό σύστημα (ΚΝΣ) και κύριο χαρακτηριστικό τη φθορά της ουσίας μυελίνης σε πολλαπλά σημεία του. Το ΚΝΣ περιλαμβάνει τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό. Ο εγκέφαλος ελέγχει τις λειτουργίες του οργανισμού, όπως την κίνηση, με «μηνύματα» τα οποία περνούν από τον νωτιαίο μυελό και στη συνέχεια διαβιβάζονται όπου απαιτείται μέσω του περιφερικού νευρικού συστήματος (ΠΝΣ) που διακλαδίζεται σε ολόκληρο το σώμα. Τα νεύρα περιβάλλονται από τη μυελίνη, η οποία επιτρέπει τη διέλευση των ηλεκτρικών ερεθισμάτων ανάμεσα στα νεύρα. Οι επιστήμονες την περιγράφουν ως το συνθετικό μονωτικό περίβλημα που έχουν τα ηλεκτρικά καλώδια. Η μυελίνη προστατεύει τα νεύρα και τους επιτρέπει να διαβιβάζουν τα ηλεκτρικά ερεθίσματα. Όταν η μυελίνη επηρεαστεί ή καταστραφεί, εμποδίζεται η ικανότητα αγωγής ερεθισμάτων, το σύστημα επικοινωνίας των κυττάρων του εγκεφάλου δυσλειτουργεί και εμφανίζονται τα διάφορα συμπτώματα της πολλαπλής σκλήρυνσης – μεταξύ άλλων, κινητικά συμπτώματα, διαταραχές όρασης, κύστης, νοητική δυσλειτουργία.

Όπως προαναφέρθηκε τα φάρμακα αντιμετωπίζουν την συμπτωματολογία της Πολλαπλής Σκλήρυνσης, ενώ κάποιες προσπάθειες για τροποποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος, δεδομένου ότι πρόκειται για αυτοάνοση πάθηση, προϋποθέτουν την καταστολή ολόκληρου του ανοσοποιητικού, εκθέτοντας τους ασθενείς σε κίνδυνο λοιμώξεων.

Μια νέα προσέγγιση που αναπτύσσουν ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Ρετζίνα στον Καναδά, με επικεφαλής τον καθηγητή Βιολογίας Josef Buttigieg, στοχεύει στα κύτταρα που προκαλούν τη νόσο. Αφαιρώντας τα κύτταρα αυτά υποθέτουν ότι θα δοθεί η ευκαιρία στο σώμα να αναρρώσει και έτσι να βελτιωθεί η κλινική εικόνα του ασθενούς.

«Αναπτύσσουμε μια καινοτόμο προσέγγιση απευθείας εξάλειψης των κυττάρων που προκαλούν την Πολλαπλή Σκλήρυνση, όπως ακριβώς ο Δούρειος Ίππος χρησιμοποιήθηκε από τους Αρχαίους Έλληνες για να αλώσουν την Τροία. Ξεγελάμε τα ελαττωματικά κύτταρα του ανοσοποιητικού και τα κάνουμε να σκεφτούν ότι επιτίθενται στο σώμα, όταν στην πραγματικότητα επιτίθενται κατά του ίδιου τους του εαυτού», εξηγεί ο Δρ. Buttigieg.

Για να το πετύχουν αυτό, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν μια πρωτεΐνη ως δομικό υλικό για την κατασκευή τριών άλλων πρωτεϊνών. Η πρώτη μιμείται την μυελίνη και αυτό, θεωρητικά τουλάχιστον, θα κάνει τα ανοσοκύτταρα που αναζητούν την πρωτεΐνη να προσδεθούν στο πειραματικό φάρμακο που αναπτύσσουν οι ερευνητές. Η δεύτερη πρωτεΐνη είναι μια αλληλουχία εσωτερίκευσης, που προκαλεί οποιοδήποτε κύτταρο που δεσμεύεται στην πρώτη πρωτεΐνη, να απορροφήσει το φάρμακο. Η τρίτη πρωτεΐνη είναι θανατηφόρος, δηλαδή όποιο ανοσοκύτταρο προσδεθεί στο φάρμακο θα απορροφήσει ολόκληρη την πρωτεϊνική αλληλουχία και εν συνεχεία θα πεθάνει.

Οι ειδικοί εξηγούν ότι σε ένα υγιή οργανισμό δεν υπάρχει ανοσοκύτταρο που να αναγνωρίζει το πρωτεϊνικό αυτό σύμπλεγμα, ενώ στους ασθενείς με Πολλαπλή Σκλήρυνση τα ελαττωματικά ανοσοκύτταρα θα εξαλείφονται στοχευμένα.

Στα πειράματα που έγιναν σε ποντίκια τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι τα ελαττωματικά ανοσοκύτταρα εξαλείφοντας όντως στοχευμένα αλλά το σημαντικότερο ήταν οι παρατηρούμενες αλλαγές στην κινητικότητα των πειραματόζωων. Τα τρωκτικά μπορούσαν πια να ανακτήσουν την ικανότητα βάδισης.

Μάλιστα, τα θετικά αυτά αποτελέσματα επαληθεύθηκαν πολλές φορές και τώρα οι επιστήμονες μελετούν ποια θα μπορούσε να είναι ανώτερη δόση χορήγησης του σκευάσματος ώστε να είναι ασφαλές για τους ασθενείς.

«Παρά τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα, έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μας. Σκοπεύουμε όμως να δοκιμάσουμε το νέο φάρμακο σε δείγματα αίματος που έχουμε συλλέξει από ασθενείς με Πολλαπλή Σκλήρυνση. Τα συνδυαστικά αποτελέσματα των πειραματικών μελετών και των εργαστηριακών αναλύσεων του αίματος θα μπορούσαν να ανοίξουν γρήγορα τον δρόμο για μια κλινική μελέτη σε ασθενείς», λέει ο Δρ. Josef Buttigieg.

Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι, η νέα αυτή θεραπευτική τακτική θα μπορούσε να βρει εφαρμογές και σε άλλες αυτοάνοσες παθήσεις.