Ανεμβολίαστοι θεωρούνται από τις 7 Φεβρουαρίου 324.000 πολίτες καθώς δεν έχουν πραγματοποιήσει την αναμνηστική δόση και έτσι το πιστοποιητικό τους θεωρείται άκυρο. Πρόκειται για 147.000 άτομα που αρχικά είχαν κάνει το εμβόλιο της Johnson & Johnson και 177.000 πολίτες που είχαν αρχικά ανοσοποιηθεί με τα εμβόλια των Pfizer/BioNTech, Moderna και AstraZeneca.
Παρά τις εκκλήσεις των ειδικών και της κυβέρνησης για την ολοκλήρωση του εμβολιασμού για την πλήρη προστασία από τον νέο κορωνοϊό και τα μεταλλαγμένα στελέχη του όπως για παράδειγμα η παραλλαγή Omicron, οι 324.000 πολίτες δεν προχώρησαν στον προγραμματισμό του σχετικού ραντεβού για διάφορους λόγους.
Γιατί οι δύο δόσεις δεν επαρκούν
Το νέο στέλεχος Omicron που κυριαρχεί αυτή τη στιγμή στον πλανήτη είναι εξαιρετικά μεταδοτικό και έχει την ικανότητα να διαφεύγει του τείχους προστασίας που προσφέρουν οι δύο δόσεις εμβολίου.
Οι λόγοι που οι δύο δόσεις προσφέρουν μειωμένη προστασία είναι πρώτον, διότι τα αντισώματα που παράγονται από τον εμβολιασμό φθίνουν με την πάροδο του χρόνου και δεύτερον, η Omicron διαφεύγει της επαγόμενης από τον εμβολιασμό ανοσίας λόγων των πολλαπλών μεταλλάξεων που κουβαλάει. Η πρωτεΐνη ακίδα S στην συγκεκριμένη παραλλαγή, δηλαδή το τμήμα του κορωνοϊού που είναι αναγκαίο για να εισβάλλει ο ιός στα ανθρώπινα κύτταρα, είναι τελείως διαφορετική από αυτή της Δέλτα και του αρχικού στελέχους που εντοπίστηκε στην Ουχάν το 2019 και στο οποίο βασίστηκαν τα εμβόλια που έχουμε σήμερα διαθέσιμα.
Το καίριας σημασίας τμήμα της πρωτεΐνης ακίδας είναι ο RBD (receptor binding domain) που γαντζώνεται στην πρωτεΐνη ACE-2 των κυττάρων μας για να μπορέσει να εισχωρήσει. Η Δέλτα είχε δύο μεταλλάξεις στον RBD και η Βήτα τρεις. Η Omicron έχει 15 μεταλλάξεις στην συγκεκριμένη περιοχή με αποτέλεσμα μερικά μόνο από τα αντισώματα που παράγονται από τον εμβολιασμό να εξακολουθούν να συνδέονται στην ακίδα του στελέχους και να το εμποδίζουν να εισέλθει στα κύτταρά σας.
Για τους παραπάνω λόγους λοιπόν οι δύο δόσεις των εμβολίων παρέχουν μόλις 0-10% προστασία από τη λοίμωξη Covid-19 που προκαλείται από τη μετάλλαξη Omicron, αν έχουν περάσει πέντε με έξι μήνες μετά τη χορήγηση της δεύτερης δόσης.
Συνεπώς δεν θα πρέπει να θεωρούμε ότι είμαστε πλήρως εμβολιασμένοι αν έχουμε κάνει μόνο δύο δόσεις. Αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχει μια ελάχιστη προστασία από τη σοβαρή νόσηση και τη νοσηλεία. Μελέτη στο Ηνωμένο Βασίλειο έχει δείξει ότι οι δύο δόσεις Pfizer/BioNTech ή AstraZeneca προσφέρουν περίπου 35% προστασία από την εισαγωγή στο νοσοκομείο έξι μήνες μετά τη χορήγηση της δεύτερης δόσης.
Τι προσφέρει η τρίτη δόση
Η αναμνηστική δόση λειτουργεί ενισχυτικά αυξάνοντας τα επίπεδα των υπαρχόντων αντισωμάτων στον οργανισμό, κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό τη δεδομένη χρονική περίοδο που η Omicron προκαλεί χιλιάδες κρούσματα καθημερινά. Όλο και περισσότερες μελέτες δείχνουν ότι η προστασία της τρίτης δόσης έναντι της συμπτωματικής λοίμωξης Covid-19 είναι 60-75% δύο με τέσσερις εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό είτε με Pfizer/BioNTech είτε με Moderna.
Βέβαια θα πρέπει να σημειωθεί ότι και η προστασία της αναμνηστικής δόσης έναντι της Omicron φθίνει με την πάροδο του χρόνου και πέφτει στο 30-40% μετά από 15 εβδομάδες.
Αλλά διατηρείται σε υψηλά επίπεδα η προστασία από τον κίνδυνο νοσηλείας, με την τρίτη δόση των Pfizer/BioNTech να είναι περίπου στο 90% και να πέφτει στο 75% μετά από 10-14 εβδομάδες και 90-95% σε ότι αφορά το εμβόλιο της Moderna εννέα εβδομάδες μετά τον αναμνηστικό εμβολιασμό.
Θα χρειαστούμε και τέταρτη δόση;
Στο Ισραήλ ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη η χορήγηση τέταρτη δόσης εμβολίου στον γενικό πληθυσμό. Στην Ελλάδα σύμφωνα με την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών η τέταρτη δόση είναι υποχρεωτική για τα άτομα άνω των 12 ετών με ανοσοκαταστολή και όχι για τον γενικό πληθυσμό.
Ωστόσο διεθνώς η συζήτηση για την υποχρεωτικότητα της τέταρτης δόσης δεν έχει κλείσει και πολλοί φοβούνται ότι μπορεί να απαιτηθεί τελικά και μια επιπλέον δόση για την προστασία από τον κορωνοϊό.
Οι ειδικοί απαντούν ότι δεν είναι βιώσιμη τακτική ο εμβολιασμός του γενικού πληθυσμού ανά τρίμηνο για τη συντήρηση του τείχους ανοσίας καθώς έτσι μπορεί να φθίνει η εμπιστοσύνη των πολιτών στα εμβόλια και παράλληλα δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την αποτελεσματικότητα της πρακτικής αυτής από βιολογικής άποψης.
Αυτό που πραγματικά μπορεί να αποβεί σωτήριο για την ανθρωπότητα είναι η ανάπτυξη πιο αποτελεσματικών εμβολίων, όπως τα λεγόμενα «καθολικά» εμβόλια που θα μπορούν να στοχεύουν τις περιοχές του κορωνοϊού που δεν μεταλλάσσονται και έτσι δεν θα επηρεάζονται από τα μεταλλαγμένα στελέχη.
Εφόσον αυτό καταστεί εφικτό, στο μέλλον δεν αποκλείεται ο εμβολιασμός έναντι της Covid-19 να είναι ετήσιος όπως και το εμβόλιο της γρίπης.
Και φυσικά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι κάθε μέρα που περνάει όλο και πιο αποτελεσματικά φάρμακα μπαίνουν στη φαρέτρα των γιατρών έναντι της Covid-19.
Αυτές οι πρακτικές θα μειώσουν σίγουρα την επίπτωση του κορωνοϊού ώστε η Covid-19 να μπορέσει να καταστεί προβλέψιμη και να μην προκαλεί πανδημικά κύματα.
Αλλά για όσους ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, όπως οι ηλικιωμένοι και οι ανοσοκατασταλμένοι ή οι έχοντες χρόνια σοβαρά νοσήματα, τα εμβόλια θα εξακολουθήσουν να είναι απαραίτητο μέσο προστασίας έναντι της σοβαρής νόσησης.
Διαβάστε επίσης
Κορωνοϊός – Εμβόλιο: Πόσες ημέρες μετά την τρίτη δόση έχουμε ανοσία
Η τρίτη δόση του εμβολίου προστατεύει από την Όμικρον, λέει έρευνα με ελληνική συμμετοχή