Επτά μήνες μετά τη λοίμωξη από τον κορωνοϊό SARS-CoV-2, τα επίπεδα των αντισωμάτων έναντι της πρωτεΐνης-ακίδας (anti-S) παραμένουν σταθερά ή και αυξάνονται, υποστηρίζει follow-up μελέτη κοόρτης σε υγειονομικούς που εκπόνησε ομάδα από το Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας της Βαρκελώνης (ISGlobal) και η οποία δημοσιεύεται στο Nature Communications. Τα πρόσφατα ευρήματα συστήνουν επιπλέον πως προϋπάρχοντα αντισώματα κατά άλλων κορωνοϊών του κοινού κρυολογήματος θα μπορούσαν να δράσουν προστατευτικά έναντι της COVID-19.

Η επιστημονική ομάδα με επικεφαλής την ερευνήτρια Carlota Dobaño από το Ινστιτούτο ISGlobal, παρακολούθησε από την αρχή της πανδημίας μια ομάδα υγειονομικών από τη Νοσοκομειακή Κλινική (στο πλαίσιο της έρευνας για την πορεία του κορωνοϊού SARS-CoV-2 “SEROCOV”), ώστε να αξιολογήσουν τα επίπεδα αντισωμάτων έναντι διαφορετικών πρωτεϊνών του ιού σε βάθος χρόνου.

Οι ερευνητές έλαβαν αιματολογικά δείγματα από τους 578 συμμετέχοντες σε τέσσερα διαφορετικά χρονικά σημεία από τον Μάρτιο έως τον Οκτώβριο 2020. Με χρήση της εγκεκριμένης τεχνολογίας Luminex, μέτρησαν στο ίδιο δείγμα τα επίπεδα των αντισωμάτων IgA, IgM ή IgG σε έξι διαφορετικές πρωτεΐνες του SARS-CoV-2 καθώς και τη συγκέντρωση αντισωμάτων έναντι των τεσσάρων κορωνοϊών του κοινού κρυολογήματος. Επιπρόσθετα, ανέλυσαν την εξουδετερωτική δράση των αντισωμάτων σε συνεργασία με ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η πλειοψηφία των κρουσμάτων στου υγειονομικούς συνέβη κατά το πρώτο επιδημικό κύμα – το ποσοστό των συμμετεχόντων με αντισώματα κατά του κορωνοϊού αυξήθηκε ελαφρώς μεταξύ Μαρτίου και Οκτωβρίου από το 13,5% στο 16,4%.

Στα δείγματα, όλα τα αντισώματα IgG, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με την εξουδετερωτική δράση, παρέμειναν σε σταθερά επίπεδα, με εξαίρεση τα IgM και των ειδικών IgG αντισωμάτων έναντι της νουκλεοπρωτεΐνης (anti-N). Επιπλέον, σύμφωνα με την Gemma Moncunill, εκ των ανωτέρων συγγραφέων της μελέτης, 3 στους 4 συμμετέχοντες (75%) εμφάνισαν αύξηση στα επίπεδα των αντισωμάτων anti-S από τον πέμπτο μήνα και μετά, χωρίς να έχει καταγραφεί περιστατικό επαναμόλυνσης.

Τέλος, σε σχέση με τα αντισώματα έναντι των κορωνοϊών του κοινού κρυολογήματος (HCoV), διαπιστώθηκε ότι θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν διασταυρούμενη προστασία κατά της μόλυνσης ή νόσου από τον ιό SARS-CoV-2, δύο παράγοντες που έδειξαν να επηρεάζουν την παραπάνω αντισωματική προστασία: οι θετικοί στον SARS-CoV-2 είχαν χαμηλότερα ποσοστά αντισωμάτων HCoV, εκ των οποίων για τους ασυμπτωματικούς οι συγκεντρώσεις των αντισωμάτων IgG αντί-HCoV και IgA ήταν υψηλότερες από όσους είχαν εκδηλώσει συμπτώματα.