Μια νέα εργασία που δημοσιεύθηκε στο Oxford Open Immunology εξετάζει πρώιμα ευρήματα στον τομέα της νευροανοσολογίας που υποδεικνύουν πιθανές θεραπευτικές στρατηγικές για ασθενείς που υποφέρουν από συμπτώματα της COVID-19 που επιμένουν επί μακρόν.
Παρόλο που αρχικά η COVID-19 θεωρήθηκε μια βραχυχρόνια ασθένεια, που διαρκεί από μία έως τρεις εβδομάδες, είναι πλέον σαφές ότι ένας σημαντικός αριθμός ασθενών βιώνει συμπτώματα και μετά από αυτό το χρονικό διάστημα, με κάποιους να αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας για περισσότερο από 12 εβδομάδες. Για του λόγου το αληθές, περισσότερο από το 80% των ασθενών που αρχικά νοσηλεύθηκαν ανέφερε τουλάχιστον ένα σύμπτωμα που επέμενε μετά τον πρώτο μήνα.
Τα συμπτώματα της μακροχρόνιας COVID-19 μπορεί να διαφέρουν σημαντικά, περιλαμβάνοντας βήχα, χαμηλό πυρετό, κόπωση, πόνο στο στήθος, δύσπνοια, πονοκεφάλους, γνωστικές δυσκολίες, μυικούς πόνους και αδυναμία, γαστρεντερικές διαταραχές, εξάψεις, μεταβολικές διαταραχές, κατάθλιψη και διάφορες άλλες ψυχικές παθήσεις. Στο πλαίσιο άλλων διαταραχών και συνδρόμων, τα συμπτώματα αυτά φαίνεται να έχουν ισχυρή σύνδεση με μια πρόκληση για το ανοσοποιητικό σύστημα. Ακόμα και ήπιες λοιμώξεις και μικρού βαθμού φλεγμονή μπορεί να προκαλέσει κατάθλιψη ή εμμένουσα κόπωση.
Καθώς έχουν προταθεί αρκετές αιτίες που ίσως εξηγούν την επίμονη παρουσία αυτών των μακροχρόνιων συμπτωμάτων της λοίμωξης από κορωνοϊό -από την παρουσία χαμηλού αλλά εμμένοντος ιικού φορτίου και επαναμόλυνσης, μέχρι αλλαγές στη δραστηριότητα των ανοσοκυττάρων και βλάβης στους ιστούς που προκλήθηκε από την αρχική λοίμωξη- οι ερευνητές τώρα διερευνούν δεδομένα που αποκτήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες από διάφορες, μεγάλης κλίμακας μελέτες πάνω στο σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, την ινομυαλγία, την κατάθλιψη και άλλες ψυχικές διαταραχές που παρουσιάζουν ανοσολογικές ανωμαλίες.
Στην παρούσα μελέτη, οι ερευνητές από το Βασιλικό Κολέγιο του Λονδίνου υποστηρίζουν ότι κάποια πιθανά μονοπάτια των χρόνιων παθήσεων θα μπορούσαν να σχετίζονται με την κατανόηση της επίμονης, μακροχρόνιας COVID-19, μεταξύ των οποίων βρίσκεται η εμπλοκή των νευρογλοιακών κυττάρων και η διαπερατότητα του αιματοεγκεφαλικού φραγμού. Προτείνουν, επίσης, στρατηγικές για τη διαχείριση των συμπτωμάτων.
Κάποια από τα συμπτώματα της μακροχρόνιας COVID-19, η κατάθλιψη και άλλα προβλήματα ψυχικής υγείας, σχετίζονται με τη χρόνια, μικρού βαθμού φλεγμονή. Έτσι, οι υπάρχουσες θεραπευτικές στρατηγικές για ασθενείς με κατάθλιψη περιλαμβάνουν αντιφλεγμονώδη φάρμακα. Οι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες είναι, επίσης, πολύ σημαντικοί για τη ρύθμιση της ανοσολογικής ενεργοποίησης. Είναι σαφές ότι στρατηγικές για την αντιμετώπιση των επιπέδων στρες ενός ασθενούς, με αυξημένη κοινωνική υποστήριξη, σωματική άσκηση και προσαρμοσμένη διατροφή θα μπορούσαν να είναι χρήσιμες για τη διαχείριση των μακροχρόνιων συμπτωμάτων που σχετίζονται με την COVID-19.
«Προτείνουμε να εκμεταλλευτούμε αυτά που ήδη γνωρίζουμε όλα αυτά τα χρόνια σχετικά με τον τρόπο επικοινωνίας του εγκεφάλου και του ανοσοποιητικού συστήματος και την συνεισφορά του τελευταίου στην ανάπτυξη συμπτωμάτων της μακροχρόνιας COVID-19 σε άλλες ιατρικές καταστάσεις. Έτσι είναι πιθανό να επιταχύνουμε την κατανόησή μας για τους μηχανισμούς που υπόκεινται της μακροχρόνιας νόσησης από τον SARS-CoV-2 και τον εντοπισμό αποτελεσματικών θεραπειών», αναφέρει η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Δρ. Valeria Mondelli.
Διαβάστε επίσης
Κορωνοϊός: Πότε θα γίνει «αθώος» σαν το κοινό κρυολόγημα
Αυτές οι γυναίκες κινδυνεύουν περισσότερο από χρόνιες παθήσεις
Κορωνοϊός: Σε ποιους ασθενείς η Covid-19 διαρκεί πολύ – Το πιο επίμονο σύμπτωμα