Ένας στους πέντε άντρες με καρκίνο του προστάτη διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο μετάστασης, παρά την ύπαρξη θεραπείας, γεγονός το οποίο θα μπορούσε εν μέρει να οφείλεται σε μια ομάδα καρκινικών κυττάρων του προστάτη που είναι ανθεκτικά στις υπάρχουσες θεραπείες.
Ωστόσο, ενώ οι επιστήμονες γνώριζαν για την ύπαρξη αυτών των κυττάρων, μέχρι σήμερα δεν ήταν εύκολο να τα εντοπίσουν. Όπως αναφέρεται στη σχετική δημοσίευση στο Cell Reports, στην επιστημονική αυτή καινοτομία προχώρησε η Esther Baena από το Κέντρο Έρευνας κατά του Καρκίνου του Ινστιτούτου του Μάντσεστερ στο Ηνωμένο Βασίλειο με την ομάδα της, ανακαλύπτοντας ένα νέο δείκτη, ένα μόριο στην επιφάνεια των ανθεκτικών αυτών κυττάρων, που ονομάζεται LY6D.
Οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν τίποτα για τον δείκτη LY6D πέρα από το ότι βρίσκεται στην επιφάνεια των κυττάρων. Αυτό που γνωρίζουν, όμως, είναι ότι τα κύτταρα που παράγουν τον δείκτη LY6D είναι πιο ανθεκτικά σε μια κοινή ορμονοθεραπεία για τον καρκίνο του προστάτη (στέρηση ανδρογόνων).
Κατά τη διάρκεια των πειραμάτων, λοιπόν, η ομάδα της Δρ. Baena εξέτασε ποντίκια γενετικά τροποποιημένα για να αναπτύξουν καρκίνο με στόχο να εντοπίσουν σε αυτά τον δείκτη και βρήκε ότι τα τρωκτικά που τον έφεραν, ανέπτυξαν πιο επιθετικούς όγκους.
Βάσει αυτών των πολλά υποσχόμενων αποτελεσμάτων, οι ερευνητές άρχισαν να αναζητούν δεσμούς μεταξύ του LY6D και του επιθετικού καρκίνου του προστάτη και σε δείγματα ασθενών. Χρησιμοποιώντας μεγάλες γενετικές βάσεις δεδομένων, διαπίστωσαν ότι τα υψηλά επίπεδα LY6D συνδέονται με χαμηλότερη συνολικά επιβίωση σε άνδρες με καρκίνο του προστάτη, με τη Δρ. Baena να τονίζει ότι σκοπεύει να εξετάσει σε βάθος αυτά τα δεδομένα.
«Η ανακάλυψη αυτή θα μας επιτρέψει να εντοπίσουμε έγκαιρα τους επιθετικούς όγκους που έχουν τα κύτταρα που εκφράζουν αυτό το δείκτη και να τα απομονώσουμε, έτσι ώστε να καταλάβουμε γιατί είναι ανθεκτικά», σχολιάζει η Δρ. Baena.
Η επικεφαλής της μελέτης ελπίζει ότι αυτή η εργασία θα συμβάλει μακροπρόθεσμα στον εντοπισμό των ανδρών των οποίων ο καρκίνος του προστάτη μπορεί να μην ανταποκρίνεται πλήρως στις υπάρχουσες θεραπείες και, τελικά, στην έγκαιρη παρέμβαση σε αυτές.