Η Alexis Crumbley επέστρεψε στις ΗΠΑ από το Λονδίνο με την οικογένειά της τον περασμένο Μάρτιο, τότε που η πανδημία του κορωνοϊού είχε μόλις αρχίσει και οι μάσκες και τα άλλα μέτρα πρόληψης δεν ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένα. Έκτοτε είναι διαρκώς άρρωστη. Η ιστορία της δημοσιεύεται στο newsletter της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρίας (American Heart Association).
«Θεώρησα ότι νοσώ μεν από την COVID-19 αλλά θα είμαι καλά. Είμαι νέα, υγιής σε καλή φυσική κατάσταση και δεν έχω κανένα υποκείμενο νόσημα», δήλωνε η ίδια.
Αντίθετα με τα όσα πίστευε, όμως, η 44χρονη γυναίκα από το Τέξας παραμένει ακόμα και σήμερα αδύναμη, πονάει και υποφέρει από καταστάσεις τις οποίες οι γιατροί εξακολουθούν να μη μπορούν να θεραπεύσουν.
«Δεν ένιωσα καλύτερα. Αυτό είναι που λείπει από την συζήτηση για την COVID-19. Από τη μία ακούμε για ανθρώπους που δεν έχουν συμπτώματα ή τα έχουν για 1-2 εβδομάδες και από την άλλη για ανθρώπους που βρίσκονται σε αναπνευστήρες ή πεθαίνουν. Δεν μιλάει κανείς για αυτούς που βρίσκονται ανάμεσα στις δύο αυτές καταστάσεις», αναφέρει η Crumbley.
Η κατάσταση αυτή αποκαλείται πλέον μακρά COVID-19 και οι γιατροί προσπαθούν ακόμη να την εξηγήσουν.
«Η αρχική σκέψη ήταν ότι θα θεραπεύσουμε έναν ιό, η πιο κοινή εκδήλωση του οποίου είναι από το αναπνευστικό. Μάθαμε, όμως, αρκετά νωρίς ότι πρόκειται για πολυσυστημική νόσο με πολλαπλά στάδια. Ο ιός όχι μόνο έχει άμεση επίπτωση στο ανθρώπινο σώμα, αλλά αλλάζει και τον τρόπο που συμπεριφέρεται το ανοσοποιητικό σύστημα. Για το λόγο αυτό δεν γνωρίζουμε ακόμα τις μακροπρόθεσμες συνέπειες», επισημαίνει ο Δρ. Uriel Sandkovsky, λοιμωξιολόγος στο Baylor Scott & White Health του Dallas.
Το σημαντικότερο σε αυτές τις ανησυχίες είναι οι εμμένουσες επιπτώσεις στην καρδιά και τους πνεύμονες και οι κίνδυνοι της φλεγμονής, που μπορεί να οδηγήσει σε διάφορες παθήσεις.
Η διάρκεια της μακράς COVID-19 παραμένει ασαφές. Μια μικρή μελέτη από την Ιταλία που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο στο JAMA έδειξε ότι το 87% των ασθενών που έλαβαν εξιτήριο από το νοσοκομείο μετά την ανάρρωση παρουσίαζαν τουλάχιστον ένα σύμπτωμα δύο μήνες αργότερα. Μια άλλη μελέτη που δημοσιεύθηκε από το αμερικανικό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) τον Ιούλιο έδειξε ότι στο 35% των ερωτηθέντων που βγήκαν θετικοί στον κορωνοϊό και εμφάνισαν συμπτώματα αλλά δεν νοσηλεύτηκαν, η υγεία τους δεν επέστρεψε στην κατάσταση που βρισκόταν πριν νοσήσουν από κορωνοϊό.
Μια επικαιροποίηση στοιχείων τον Νοέμβριο από το CDC ανέφερε ότι οι μακροπρόθεσμες συνέπειες της COVID-19 μπορεί να ποικίλλουν από τον πόνο, την κόπωση και τη δυσκολία στην αναπνοή μέχρι την καρδιακή φλεγμονή, τα προβλήματα μνήμης και την κατάθλιψη.
Από την πλευρά του ο γιατρός Sandkovsky, που δεν ενεπλάκη στη θεραπεία της Crumbley, δήλωσε ότι ακόμα κι αν ένα εμβόλιο είναι επιτυχές, οι ερευνητές θα πρέπει να αναπτύξουν καλύτερες θεραπείες και να παρακολουθήσουν τις μακροπρόθεσμες επιδράσεις της COVID-19, όπως η μελέτη-ορόσημο Framingham Heart Study παρακολούθησε θέματα για επτά δεκαετίες και αποκάλυψε πολλά για τις καρδιαγγειακές παθήσεις.
Προς το παρόν, και μέχρι ένα εμβόλιο να γίνει διαθέσιμο σε όλους, ο καλύτερος τρόπος για την πρόληψη της νόσου είναι η χρήση μάσκας, το πλύσιμο των χεριών και η διατήρηση απόστασης τουλάχιστον δύο μέτρων από τους γύρω σας είναι να φοράτε μάσκα, να πλένετε τα χέρια σας και να μένετε τουλάχιστον έξι πόδια μακριά από άτομα εκτός του νοικοκυριού σας.
Διαβάστε επίσης
Κορωνοϊός: Πότε το μοριακό τεστ είναι πιθανότερο να βγει ψευδώς αρνητικό
Κορωνοϊός: Αυτά είναι τα επτά βασικά συμπτώματα
Κορωνοϊός: Ποια δερματικά συμπτώματα επιμένουν μήνες μετά την ανάρρωση