Η έρευνα του Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ, με επικεφαλής τον καθηγητή Yuen Kwok-Yung έναν από τους κορυφαίους εμπειρογνώμονες του κορωνοϊού στον κόσμο, αλλά και ένας από τους μικροβιολόγους που ανακάλυψαν τον ιό Sars, το 2003, είναι μία από τις πρώτες που διερευνούν τόσο ενδελεχώς εάν οι μάσκες μπορούν να σταματήσουν τη μόλυνση από συμπτωματικούς ή ασυμπτωματικούς φορείς του COVID-19.
Για τις ανάγκες τις έρευνας, χρησιμοποιήθηκαν δύο κλουβιά. Το ένα είχε χάμστερ που είχαν τεχνητά μολυνθεί με την ασθένεια, ενώ το άλλο υγιή ποντίκια. Καταρχάς δοκίμασαν απλώς να τα βάλουν δίπλα – δίπλα, διαπιστώνοντας ότι μετά από μία εβδομάδα είχαν μολυνθεί τα δύο τρίτα, δηλαδή περίπου το 65%. Στη δεύτερη φάση χειρουργικές μάσκες τοποθετήθηκαν ως πλέγμα μεταξύ των δύο κλουβιών, ώστε να ελεγχθεί αν η ροή του αέρα από τα άρρωστα ποντίκια θα μπορούσε να μολύνει τα υγιή. Το συμπέρασμα ήταν ο κίνδυνος μόλυνσης μειώθηκε κατά 60%. Τέλος δοκίμασαν βάζοντας χειρουργικές μάσκες στο κλουβί των μολυσμένων ζώων. Μετά έβαλαν μάσκες στο κλουβί με τα υγιή ζώα, διαπιστώνοντας ότι το ποσοστό έπεσε στο 35%. Τότε παρατήρησαν ότι το ποσοστό μόλυνσης ανήλθε μετά βίας στο 15%. Ωστόσο, υπήρχε και μία άλλη σοβαρή παρατήρηση – τα ποντίκια που νόσησαν χωρίς μάσκα (πρώτη περίπτωση) είχαν μεγαλύτερο ιικό φορτίο σε σχέση με τα άλλα που μολύνθηκαν παρά τη χρήση μάσκας στα κλουβιά.
Για τον καθηγητή Yuen Kwok-Yung και βάση της έρευνας είναι σαφές ότι συμπτωματικοί ασθενείς πρέπει να φορούν απαξάπαντος μάσκα, αλλά και όσοι θεωρούν ότι μπορεί και να είναι -όσοι έχουν ήπια συμπτώματα. Κάπως έτσι οδηγούμαστε εκ των πραγμάτων στην καθολική κάλυψη με μάσκα ως μέσο και προστασία του συνόλου, αλλά και αυτοπροστασίας.
Σημειωτέον, αναλυτές έχουν πιστώσει στην ευρεία χρήση μάσκας καθώς και στα αποτελεσματικά τεστ, τις εξαιρετικές επιδόσεις της πόλης του Χονγκ Κονγκ έναντι του κορωνοϊού, μιας πόλης 7,5 εκατομμυρίων ανθρώπων.