Ρύθμιση για την αναπροσαρμογή των ασφαλίστρων στα συμβόλαια υγείας, που σε αρκετές περιπτώσεις έχει αποτελέσει πεδίο έντονης τριβής μεταξύ εταιριών και ασφαλισμένων, κατέθεσε η κυβέρνηση.
Πιο αναλυτικά, κατόπιν σχετικής διαβούλευσης μεταξύ της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή και της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδος (ΕΑΕΕ), ενσωματώθηκε στον νέο Πτωχευτικό Νόμο διάταξη, βάσει της οποίας συμβατικές ρήτρες σε μακροχρόνιες συμβάσεις ασφάλισης υγείας μπορούν να εξαρτούν την αναπροσαρμογή από αντικειμενικούς παράγοντες που στηρίζονται στην αρχή της καταλληλότητας, ήτοι σε πραγματικά και επίκαιρα δεδομένα της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας, όπως ιδίως η ηλικία του ασφαλισμένου και δείκτες που είναι σαφείς, αντικειμενικοί, ευρέως προσβάσιμοι και επαληθεύσιμοι από τα συμβαλλόμενα μέρη, οι οποίοι διαμορφώνουν την τελική τιμή του ασφαλίστρου ανά έτος αναφοράς. «Η συμμόρφωση των προαναφερόμενων ρητρών με την αρχή της διαφάνειας πληρούται με μόνο τον προσδιορισμό των παραγόντων και δεικτών, από τους οποίους εξαρτάται η αναπροσαρμογή των ασφαλίστρων στη σύμβαση ασφάλισης», επισημαίνεται χαρακτηριστικά και προστίθεται: «Με απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων μπορεί να καθορίζονται οι κρίσιμοι δείκτες ή παράγοντες, από τους οποίους εξαρτάται η αναπροσαρμογή».
Σύμφωνα με τη ρύθμιση, σε περίπτωση που η αναπροσαρμογή ευρίσκεται εκτός των ορίων των επίμαχων παραγόντων και δεικτών οι ασφαλιστικές εταιρίες οφείλουν να ενημερώνουν τους λήπτες της ασφάλισης για το ύψος της αναπροσαρμογής των ασφαλίστρων, παρέχοντας διευκρινίσεις για την απόκλιση από τα όρια. Η ενημέρωση γίνεται από την ασφαλιστική εταιρία εντός προθεσμίας 60 τουλάχιστον ημερολογιακών ημερών πριν από κάθε επερχόμενη αναπροσαρμογή. «Εάν η συμβατική ρήτρα για την αναπροσαρμογή των ασφαλίστρων είναι ασαφής ή ελλιπής ή εάν έχει προβλεφθεί κατά τρόπο που δεν πληροί τις αρχές της διαφάνειας και της καταλληλότητας χωρεί εκ του Νόμου αναπροσαρμογή, σύμφωνα με τους παραπάνω παράγοντες και δείκτες μόνο εάν ο λήπτης της ασφάλισης ενημερωθεί για κάθε επερχόμενη αναπροσαρμογή και τον τρόπο, με τον οποίο αυτή υπολογίζεται, εντός προθεσμίας 60 τουλάχιστον ημερών πριν τη θέση σε ισχύ της επερχόμενης αναπροσαρμογής», τονίζεται.
Στην περίπτωση δε, που ο λήπτης της ασφάλισης δεν συμφωνεί με την αναπροσαρμογή μπορεί να καταγγείλει την ασφαλιστική σύμβαση εντός αποκλειστικής προθεσμίας 30 ημερολογιακών ημερών από τη γνωστοποίηση της αναπροσαρμογής. Τα αποτελέσματα της καταγγελίας επέρχονται με τη λήξη της περιόδου υπολογισμού του τρέχοντος ασφαλίστρου, ενώ τα παραπάνω ισχύουν και για μακροχρόνιες συμβάσεις ασφάλισης υγείας που έχουν καταρτισθεί μέχρι την έναρξη ισχύς της συγκεκριμένης ρύθμισης.
Αξίζει να αναφερθεί πως οι πάσης φύσεως ενημερώσεις και απευθυντέες δηλώσεις από την ασφαλιστική εταιρία προς τον λήπτη της ασφάλισης μπορεί να γίνονται με αποστολή συστημένης επιστολής στην πιο πρόσφατη διεύθυνση που έχει δηλώσει ο λήπτης της ασφάλισης ή στην πιο πρόσφατη δηλωθείσα διεύθυνση του αντικλήτου του. Στην περίπτωση που ο λήπτης της ασφάλισης έχει ζητήσει εγγράφως με κάθε μέσο να λαμβάνει τις πάσης φύσεως ενημερώσεις ή απευθυντέες δηλώσεις με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) η σχετική επικοινωνία λαμβάνει χώρα στην τελευταία ηλεκτρονική διεύθυνση, την οποία έχει δηλώσει ο λήπτης της ασφάλισης στην ασφαλιστική εταιρία. Σε κάθε περίπτωση, η παράδοση της συστημένης επιστολής και η αποστολή μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) αποτελούν τεκμήριο ότι οι πάσης φύσεως ενημερώσεις ή απευθυντέες δηλώσεις περιήλθαν στον λήπτη της ασφάλισης και ότι ο τελευταίος έλαβε γνώση αυτών.
Διαβάστε επίσης:
Το σύστημα που επηρεάζει τα ασφαλιστήρια συμβόλαια και τις τιμές τους
Ανανεούμενα ασφαλιστήρια συμβόλαια: Οι παγίδες που πρέπει να προσέξουμε
Α. Σαρρηγεωργίου: «Έργω και όχι λόγω η σύμπραξη της πολιτείας με την ιδιωτική ασφάλιση»