Τα εμβόλια σώζουν ζωές. Για να μπορέσουν να κρατήσουν ασφαλείς ολόκληρες κοινότητες, όμως, πρέπει να λαμβάνονται από μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, καθώς μόνο τότε μπορούν οι εμβολιασμένοι άνθρωποι να προσφέρουν προστασία στους ανεμβολίαστους, συνθήκη γνωστή ως «ανοσία της αγέλης».
Δυστυχώς, αρκετά συχνά αυτό δεν συμβαίνει. Οι λόγοι είναι πολλοί και διαφέρουν μεταξύ των ανθρώπων. Σε σχετική δημοσίευση στο The Conversation, λοιπόν, οι κλινικοί ψυχολόγοι Ross G. Menzies και Rachel E. Menzies από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, υποστηρίζουν ότι ένας σημαντικός παράγοντας για τη διστακτικότητα που παρουσιάζουν ορισμένοι άνθρωποι απέναντι στα εμβόλια είναι ο φόβος -και συγκεκριμένα ο φόβος του θανάτου.
Τα ποσοστά εμβολιασμού αυξάνονται, ο φόβος υπάρχει
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), η διστακτικότητα απέναντι στα εμβόλια είναι μία από τις 10 σημαντικότερες απειλές για την παγκόσμια υγεία.
Στην περίπτωση της COVID-19, η άρνηση ή καθυστέρηση του εμβολιασμού έχει αποτελέσει σημαντικό πρόβλημα και παρά το γεγονός ότι η εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού σε όλο τον κόσμο συνεχίζει να αυξάνεται, ο φόβος δεν έχει περιοριστεί. Αντίθετα, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός ορισμένων πληθυσμιακών ομάδων και τα σημαντικά μειονεκτήματα για όσους αρνούνται να εμβολιαστούν είναι οι λόγοι που οδηγούν στην αύξηση των εμβολιασμών.
Αν οι άνθρωποι δεν ήταν διστακτικοί απέναντι στα εμβόλια, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός και τα σχετικά κίνητρα δεν θα ήταν απαραίτητα. Χωρίς αυτή την τακτική, όμως, σημαντική μερίδα του πληθυσμού θα παρέμενε ανεμβολίαστη.
Γιατί καθυστερούν ή αρνούνται να εμβολιαστούν;
Ο ΠΟΥ κατατάσσει τον εφησυχασμό ανάμεσα στους βασικούς λόγους διστακτικότητας για τα εμβόλια. Πολλοί αναρωτιούνται πώς μπορεί να συμβαίνει αυτό, τη στιγμή που ο κορωνοϊός έχει ήδη σκοτώσει σχεδόν πέντε εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως και έχει μολύνει περισσότερα από 240 εκ.
Η ψυχολογική θεωρία που εξηγεί καλύτερα αυτές τις συμπεριφορές είναι, σύμφωνα με τους ειδικούς, η «θεωρία διαχείρισης του τρόμου», που υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τη ζοφερή πραγματικότητα του θανάτου και συχνά υιοθετούν διάφορες μορφές άρνησης.
«Βλέπουμε τον εαυτό μας σπουδαιότερο από τα ζώα, απρόσβλητο από τα προβλήματά τους και προορισμένο για την αθανασία μαζί με τους θεούς. Η επιστήμη ισχυρίζεται ότι οι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν με ψυχραιμία αν δεν πίστευαν ότι από τη φύση τους είναι πιο σημαντικοί και δυνατοί από τους πιθήκους, τις σαύρες ή τα άλλα ζώα», αναφέρουν οι Δρ. Ross G. Menzies και Rachel E. Menzies.
Εκατοντάδες μελέτες σε εργαστήρια κοινωνικής ψυχολογίας έχουν δείξει ότι η ανεπαίσθητη υπενθύμιση του θανάτου οδηγεί τους ανθρώπους να υπερασπίζονται σθεναρά τις θρησκευτικές και κοινωνικές τους πεποιθήσεις και ελευθερίες. Όταν, σε ένα πείραμα, οι επιστήμονες υπενθύμισαν τον θάνατο στους συμμετέχοντες, εκείνοι έδειξαν επιθετικότητα απέναντι σε όσους είχαν διαφορετική πολιτική ή θρησκευτική ιδεολογία.
«Εμμένουμε στην ‘ορθότητα’ και την ‘ιδιαιτερότητα’ μας για να εφησυχάσουμε από τον φόβο του θανάτου. Στη διαδικασία αυτή, μπορεί να αγνοήσουμε τις προειδοποιήσεις της σύγχρονης ιατρικής, πεπεισμένοι για τη δική μας ανωτερότητα», τονίζουν οι ειδικοί. Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Σικάγο ανέφεραν ότι οι μισοί από τους συμμετέχοντες, όλοι εκ των οποίων είχαν κάποια σχέση με τη θρησκεία, συμφωνούσαν με τη δήλωση «ο θεός θα με προστατεύσει από το να κολλήσω».
«Για να αντιμετωπίσουμε τον φόβο του θανάτου, παραπλανούμε τον εαυτό μας πιστεύοντας ότι είμαστε ανίκητοι και ότι ο θάνατος αφορά τους άλλους, αλλά όχι εμάς. Η επίδραση αυτή θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο αν οι κοινωνικές ομάδες στις οποίες ανήκουμε υποστηρίζουν παρόμοιες σκέψεις», εξηγούν οι ειδικοί και προσθέτουν: «Όσον αφορά στην COVID-19, αυτό σημαίνει ότι μπορεί να γίνουμε ακόμα πιο ατομικιστές, πιο δύσπιστοι απέναντι στην επιστήμη ή την κυβέρνηση ή να εμπιστευτούμε ακόμα περισσότερο την ικανότητα του θεού να μας προστατεύει».
Η περίοδος της πανδημίας μάς έχει κάνει όλους συμμετέχοντες σε ένα πείραμα κοινωνικής ψυχολογίας. Η καθημερινότητα των θανάτων και των κρουσμάτων μάς υπενθυμίζει τακτικά τον θάνατο που έχει φέρει στην επιφάνεια όλες τις συμπεριφορές που παρατηρούν οι επιστήμονες στο εργαστήριο, όπως η άρνηση του κινδύνου και η επιθετικότητα απέναντι σε όσους είναι διαφορετικοί από εμάς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ήταν ο ρατσισμός απέναντι στους ανθρώπους ασιατικής εμφάνισης κατά την έναρξη της πανδημίας. Οι πρώτοι θάνατοι που σχετίζονταν με τα ίδια τα εμβόλια έγιναν ακόμα μία «υπενθύμιση του θανάτου» που επέφερε επιπλέον ανησυχία και αποφυγή.
«Τελικά», καταλήγουν οι ειδικοί, «η διστακτικότητα απέναντι στα εμβόλια θα παραμείνει μείζον πρόβλημα σε παγκόσμιο επίπεδο όσο αρνούμαστε να δούμε τον εαυτό μας όπως πραγματικά είναι».
Διαβάστε επίσης
Κορωνοϊός: Το ρινικό σπρέι που προφυλάσσει από σοβαρή νόσο
Είναι κορωνοϊός; Επτά συμπτώματα που πρέπει να μας υποψιάσουν
Εμβόλια κορωνοϊού και γρίπης: Μπορούν να γίνουν μαζί; Οι ειδικοί απαντούν