Από τους ανθρώπους που δεν έχουν εμβολιαστεί για την COVID-19, περίπου ένας στους 20 θα βιώσει συμπτώματα της νόσου για τουλάχιστον οκτώ εβδομάδες, ενώ ένας στους 50 θα έχει συμπτώματα που θα διαρκέσουν για περισσότερο από τρεις μήνες.
Η Claire Steves, ειδικός στην έρευνα για τη γήρανση από το Βασιλικό Κολέγιο του Λονδίνου, θέλησε, λοιπόν, να διαπιστώσει αν τα εμβόλια για τον κορωνοϊό μπορούν να προστατεύσουν από την εμφάνιση μακροχρόνιων συμπτωμάτων. Για να το πετύχει, εξέτασε δεδομένα περισσότερων από ένα εκατομμύριο συμμετεχόντων στη μελέτη Συμπτωμάτων COVID, εργασία στην οποία τα μέλη ανέφεραν τα συμπτώματά τους σε μια ηλεκτρονική εφαρμογή για να συμβάλουν στη σχετική έρευνα.
Η τελευταία ανάλυση των δεδομένων από περίπου 2 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων, που δημοσιεύθηκε στο The Conversation, δείχνει ότι τα εμβόλια μειώνουν σημαντικά τον κίνδυνο λοίμωξης από COVID-19, καθώς μόνο το 0,2% όσων είχαν εμβολιαστεί πλήρως βγήκαν θετικοί σε έλεγχο για τον κορωνοϊό.
«Ακόμα κι αν κάποιος σταθεί αρκετά άτυχος ώστε να κολλήσει τον ιό μετά τον εμβολιασμό του, οι πιθανότητες να νοσήσει σοβαρά ή να πεθάνει είναι μειωμένες. Οι πλήρως εμβολιασμένοι έχουν κατά 31% λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν σοβαρά συμπτώματα της COVID-19 και 73% λιγότερες πιθανότητες να νοσηλευθούν -αποτέλεσμα που αποδεικνύεται από τα χαμηλά ποσοστά νοσηλείας και θανάτου που παρατηρούνται καθώς χιλιάδες άνθρωποι διαγιγνώσκονται καθημερινά ως κρούσματα κορωνοϊού», αναφέρει η Δρ. Steves και προσθέτει:
«Το καθησυχαστικό είναι ότι από όσους που πράγματι νόσησαν μετά τον εμβολιασμό τους, μόλις το 5% ανέπτυξε συμπτώματα που διήρκησαν για περισσότερες από τέσσερις εβδομάδες, πράγμα που σημαίνει ότι οι πιθανότητες ανάπτυξης μακράς COVID είχαν μειωθεί στο μισό. «Ένας από τους καλύτερους τρόπους μείωσης του κινδύνου για μακρά COVID, λοιπόν, είναι η ολοκλήρωση του εμβολιασμού το συντομότερο δυνατό».
Ωστόσο, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι οι αδύναμοι ηλικιωμένοι και όσοι ζουν σε κοινωνικά υποβαθμισμένες περιοχές ήταν πιο πιθανό να μολυνθούν και να νοσήσουν από COVID-19 μετά τον πλήρη εμβολιασμό τους και ιδιαίτερα αν είχαν λάβει μόνο την πρώτη δόση του εμβολίου. «Αυτό υποδεικνύει ότι πρέπει να θέσουμε σε προτεραιότητα περισσότερες προσπάθειες εμβολιασμού και μέτρων δημόσιας υγείας όπως η χρήση μάσκας και η κοινωνική απόσταση στις πληθυσμιακές αυτές ομάδες και ειδικά σε περιοχές όπου τα ποσοστά μολύνσεων είναι υψηλά και υπάρχει αυξημένη κινητικότητα και ανάμειξη πληθυσμών», επισημαίνει η ειδικός.
Εμβόλια και μακρά COVID
Καθώς το εμβολιαστικό πρόγραμμα εξελίσσεται, οι επιστήμονες έχουν παρατηρήσει ανέκδοτες αναφορές από ανθρώπους με μακρά COVID που έβλεπαν τα συμπτώματά τους να βελτιώνονται μετά τον εμβολιασμό τους.
Η επιστημονική ομάδα επέλεξε να το διερευνήσει εξετάζοντας περισσότερους από 800 ασθενείς με μακρά COVID στις αρχές του 2021. Περισσότεροι από τους μισούς παρατήρησαν μια γενική βελτίωση των συμπτωμάτων τους μετά τον εμβολιασμό, η οποία στη συνέχεια φάνηκε να διατηρείται στη μισή περίπου ομάδα. Σχεδόν το 1/4 των συμμετεχόντων δεν ανέφεραν καμία διαφορά και το 1/5 είπε ότι τα συμπτώματα επιδεινώθηκαν. Σημειώνεται, πάντως, ότι τα ευρήματα είναι προκαταρκτικά και δεν έχουν επανεξεταστεί από άλλους επιστήμονες, αλλά υποστηρίζονται από δεδομένα της μελέτης Συμπτωμάτων COVID που θα δημοσιευθεί σύντομα.
Ωστόσο, παρόλο που φαίνεται να υπάρχει κάποια σύνδεση ανάμεσα στον εμβολιασμό και την αποφυγή της παρατεταμένης COVID, δεν είναι σαφές το πώς ακριβώς συνδέονται. Σύμφωνα με τους ειδικούς, θα μπορούσε να οφείλεται στο ότι η πυροδότηση της ανοσοαπόκρισης που προκαλείται από το εμβόλιο έχει άμεση επίδραση στα συμπτώματα ή ότι επειδή απλά πέρασε ο χρόνος από την αρχική λοίμωξη και οι ασθενείς ανέρρωσαν ή και τα δύο.
«Όπως και να έχει χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να δούμε τι ακριβώς συμβαίνει. Αυτό που μπορούμε να πούμε με σιγουριά είναι ότι τα εμβόλια για τον κορωνοϊό δεν είναι επιβλαβή για τους ανθρώπους με μακρά COVID. Επιπλέον, επειδή γνωρίζουμε ότι είναι πιθανή η επαναμόλυνση από τον ιό, υπάρχει ο κίνδυνος επιδείνωσης των συμπτωμάτων στους ανθρώπους που νοσούν από μακρά COVID και προσβάλλονται ξανά από τον ιό. Είναι, λοιπόν, ζωτικής σημασίας να ενθαρρύνουμε τους ανεμβολίαστους ασθενείς με μακρά COVID να το κάνουν όσο πιο άμεσα γίνεται, για να προστατεύσουν τον εαυτό τους και τους γύρω τους», τονίζει η Δρ. Steves.
Μια σοβαρή απειλή
Παρόλο που οι πιθανότητες ανάπτυξης μακράς COVID μετά τον εμβολιασμό είναι λίγες, παραμένουν πάντα υπαρκτές. Καθημερινά καταγράφονται χιλιάδες νέα περιστατικά, επομένως πρέπει να αναμένουμε σημαντικό αριθμό ανθρώπων που θα ζει με επίμονα συμπτώματα τους επόμενους μήνες. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για τους νεότερους, οι οποίοι ίσως ανησυχούν λιγότερο για τυχόν νοσηλεία ή θάνατο, αλλά παραμένουν ευάλωτοι στα εξουθενωτικά μακροχρόνια συμπτώματα του ιού.
Το πιθανότερο είναι ότι όλοι θα ζήσουμε με την COVID-19 για λίγο καιρό ακόμα. Αλλά ο συνδυασμός του εμβολιασμού και των μέτρων δημόσιας υγείας όπου είναι απαραίτητο, μπορεί να διασφαλίσει ότι λιγότεροι άνθρωποι θα αναγκαστούν να ζήσουν με αυτές τις περιοριστικές για τη διαβίωση μακροχρόνιες επιπτώσεις.
Διαβάστε επίσης
Κορωνοϊός: Η μακρά Covid-19 στα παιδιά σπάνια ξεπερνά τους τρεις μήνες
Κορωνοϊός: Να πώς θα μειώσετε κατά 50% τον κίνδυνο παρατεταμένης νόσησης
Κορωνοϊός: Πόσο επικίνδυνη είναι η αλλεργία στο εμβόλιο – Πώς αντιμετωπίζεται