Η νόσος Αλτσχάιμερ αποτελεί την κύρια μορφή άνοιας που πλήττει 47 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως, ενώ ο επιπολασμός της αναμένεται να τριπλασιαστεί σε περισσότερα από 130 εκατομμύρια περιστατικά έως το 2050.
Μέχρι σήμερα, δεν έχουν βρεθεί αποτελεσματικές θεραπείες για την καταπολέμηση της ασθένειας ή έστω την επιβράδυνση της εξέλιξής της. Ωστόσο, μια νέα προκαταρκτική μελέτη αποκάλυψε ότι ένα χρησιμοποιούμενο ήδη φάρμακο, η σαλβουταμόλη, μπορεί να λειτουργήσει ως μια επιλογή χαμηλού κόστους και ταχείας απόκρισης.
Εκτεταμένα αναλυτικά in vitro πειράματα που διεξήχθησαν από την ερευνητική ομάδα, έδειξαν ότι η σαλβουταμόλη πέτυχε τη μείωση συσσώρευσης αδιάλυτων ινών της πρωτεΐνης tau – η οποία απαντάται στους εγκεφάλους των ατόμων με νόσο Αλτσχάιμερ. Αυτές οι μικροσκοπικές ίνες σχηματίζουν νευροϊνιδιακές συσσωρεύσεις που μπορούν να προκαλέσουν αποσταθεροποίηση στους νευρώνες, θάνατο εγκεφαλικών κυττάρων, ενώ αποτελούν βασικό χαρακτηριστικό της εξέλιξης της νόσου.
Η πρόσφατη μελέτη δεν διερεύνησε, όπως οι προγενέστερες, τη συσσώρευση αμυλοειδών πλακών, αλλά επικεντρώθηκε στην πρωτεΐνη tau. Η ερευνητική ομάδα με επικεφαλής επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ, χρησιμοποίησε μια νέα αυτοματοποιημένη προσέγγιση διαλογής «υψηλής απόδοσης» για να μελετήσει τη χαλασμένη δομή της πρωτεΐνης tau με μια ειδική τεχνική ανάλυσης με φασματοσκοπία κυκλικού διχρωισμού (CD) και χρήση ακτινοβολίας synchrotron (Κυκλικός μαγνητικός διχρωισμός ακτίνων-Χ Σύγχροτρον), στο Diamond Light Source του Ηνωμένου Βασιλείου. Έτσι μπόρεσαν να εξετάσουν ένα σύνολο περισσότερων από 80 υπαρχόντων ενώσεων και φαρμάκων ταυτόχρονα για να προσδιορίσουν την αποτελεσματικότητά τους στην πρόληψη του σχηματισμού των ινών tau.
Αυτή η μέθοδος επιβεβαίωσε ότι η ένωση επινεφρίνη, η γνωστή αδρεναλίνη, ήταν αποτελεσματική στη σταθεροποίηση των πρωτεϊνών tau και στην πρόληψη του σχηματισμού των συσσωρεύσεων tau. Ωστόσο, το σώμα μας δεν απορροφά εύκολα την επινεφρίνη και μεταβολίζεται γρήγορα, οπότε οι επιστήμονες εξέτασαν μια σειρά από άμεσα διαθέσιμες ενώσεις με παρόμοιες χημικές δομές. Η έρευνα ανέδειξε τέσσερις δραστικές ουσίες: etamivan, fenoterol, δοβουταμίνη και σαλβουταμόλη.
Από τις τέσσερις ουσίες, η Etaminvan και η fenoterol δεν αποδείχτηκαν αποτελεσματικές κατά των συμπλεγμάτων tau ενώ η δοβουταμίνη, η οποία χρησιμοποιείται για την άμεση θεραπεία των καρδιακών προσβολών και της καρδιακής ανεπάρκειας, σημείωσε κάποια θετική επίδραση.
Ωστόσο, τα πειράματα με τη σαλβουταμόλη έδειξαν ότι η ουσία μπορούσε να αναστείλει τη συσσωμάτωση tau. Σε δοκιμές όπου προστέθηκε σαλβουταμόλη σε διαλύματα που περιείχαν πρωτεΐνη tau, σημειώθηκε δραστική μείωση της πυκνότητας των ινωδών δομών tau που είναι υπεύθυνες για τις νευροϊνιδιακές συσσωρεύσεις tau.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η σαλβουταμόλη παίζει σημαντικό ρόλο στο αρχικό στάδιο σχηματισμού tau ινών, περιορίζοντας την ικανότητά τους να σχηματίσουν έναν αρχικό πυρήνα που καθοδηγεί τη διαδικασία συσσωμάτωσης.
Επειδή απορροφάται εύκολα, απορροφάται στον εγκέφαλο και παραμένει στο σώμα για αρκετές ώρες, η σαλβουταμόλη αποτελεί πρόσφορο έδαφος για την εύρεση μιας νέας θεραπείας για τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Ο Δρ David Townsend, από το Πανεπιστήμιο του Λάνκαστερ και κύριος συγγραφέας της έρευνας, δήλωσε: «η σαλβουταμόλη έχει ήδη υποβληθεί σε εκτεταμένες δοκιμές για την εξασφάλιση της υγείας του ανθρώπου και αν αποδειχθεί ότι εμποδίζει την εξέλιξη της νόσου Αλτσχάιμερ σε ζωικά μοντέλα, θα αποτελέσει μια σημαντική εξέλιξη, μειώνοντας δραστικά το κόστος και το χρόνο που σχετίζεται με την τυπική ανάπτυξη φαρμάκων».