Για ένα δεύτερο κύμα της πανδημίας που προκάλεσε ο νέος κορωνοϊός SARS-CoV-2 προετοιμάζεται η ανθρωπότητα. Ωστόσο, υπάρχουν μέτρα και στρατηγικές που αν υλοποιηθούν μπορούν να το αποτρέψουν υποστηρίζουν Ισπανοί ερευνητές.
Σε άρθρο που δημοσιεύεται στο Nature Human Behaviour, επιστημονική ομάδα του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Υγείας της Βαρκελώνης (ISGlobal) υποστηρίζει ότι η ατομική συμπεριφορά έχει σημαντική επίπτωση στην πρόληψη ενός δεύτερου κύματος λοιμώξεων COVID-19.
Μάλιστα, οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η τήρηση των κοινωνικών αποστάσεων και άλλες παρεμβάσεις όπως η χρήση μάσκας προσώπου και η υγιεινή των χεριών μπορούν να αποτρέψουν ένα ενδεχόμενο δεύτερο κύμα της πανδημίας αλλά και την ανάγκη για γενικευμένα lockdowns. Βασίζουν δε τη θεωρία τους σε ένα μοντέλο που ανέπτυξαν και λένε ακόμα ότι στις χώρες που ο αριθμός των κρουσμάτων δεν έχει κορυφωθεί τα lockdowns θα πρέπει να διατηρηθούν για τουλάχιστον 60 ημέρες και η χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων θα πρέπει να γίνεται σταδιακά για να μειωθεί ο κίνδυνος δεύτερου κύματος.
«Η αξιολόγηση του κινδύνου ενός δεύτερου κύματος της πανδημίας δεν είναι εύκολη υπόθεση, δεδομένης της έλλειψης αξιόπιστων στοιχείων για τον πραγματικό αριθμό των ατόμων που έχουν μολυνθεί ή το εύρος της ανοσίας της κοινότητας», εξηγεί ο Xavier Rodó επικεφαλής του προγράμματος Κλίματος και Υγείας του ISGlobal.
Στο πλαίσιο της μελέτης, οι ερευνητές έκαναν προβολές βασισμένες σε ένα μοντέλο που χωρίζει τον πληθυσμό σε επτά ομάδες: ευπαθή, καραντίνα, εκτεθειμένη, μολυσματική που δεν είναι ανιχνεύσιμη, μολυσματική και περιορισμένη, αναρρώσαντες και θανόντες. Επιτρέπει επίσης την προσομοίωση τόσο του βαθμού περιορισμού του πληθυσμού όσο και των διαφορετικών στρατηγικών μετά τη χαλάρωση των περιορισμών.
«Το μοντέλο μας είναι διαφορετικό διότι λαμβάνει υπόψη και τα άτομα που έχουν εξέλθει από περιορισμό ως προς τον ευπαθή πληθυσμό για να μπορέσει να αξιολογήσει σωστά τη επίδραση της χαλάρωσης των περιοριστικών μέτρων και περιλαμβάνει ακόμα συμπεριφορές και την αντίληψη του κινδύνου ως τροποποιήσιμους παράγοντες. Το μοντέλο αυτό μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμο στις περιπτώσεις χωρών που δεν έχουν ακόμα φτάσει στην κορύφωση της επιδημίας και θα μας επιτρέψει να αξιολογήσουμε τις πολιτικές ελέγχους και να ελαχιστοποιήσουμε τον αριθμό των κρουσμάτων και των θανάτων», συμπληρώνει ο ερευνητής Leonardo López.
Η χρήση μάσκας προσώπου, των κανόνων καλής υγιεινής των χεριών και η τήρηση των αποστάσεων έχουν ήδη τεκμηριωμένα οφέλη. Ο στόχος της ισπανικής μελέτης ήταν να ποσοτικοποιήσει της σχετικότητα των μέτρων αυτών ως προς την αποτροπή ενός δεύτερου κύματος της πανδημίας. Τελικά προκύπτει ότι η διάρκεια των πρώτων περιοριστικών μέτρων επηρεάζει τον χρόνο και το εύρος των επόμενων κυμάτων και οι στρατηγικές σταδιακής χαλάρωσης των περιορισμών είναι πάντα αποτέλεσμα του μικρού αριθμού λοιμώξεων και θανάτων, συγκριτικά με μια γρήγορη χαλάρωση των περιορισμών.
Στην Ισπανία που η χαλάρωση έγινε γρήγορα για τον μισό πληθυσμό και σταδιακά για τον άλλο μισό, οι ατομικές συμπεριφορές θα είναι το «κλειδί» για τη μείωση ή αποφυγή ενός δεύτερου κύματος. «Αν καταφέρουμε να μειώσουμε το ρυθμό μετάδοσης κατά 30% μέσω της χρήσης μάσκας, της υγιεινής των χεριών και της κοινωνικής αποστασιοποίησης, τότε θα έχουμε μειώσει σημαντικό το εύρος του επόμενου κύματος της επιδημίας. Η μείωση της μετάδοσης κατά 50% μπορεί να αποτρέψει εντελώς ένα δεύτερο κύμα», εκτιμά ο Rodó.
Μάλιστα, το ισπανικό προγνωστικό μοντέλο δείχνει ότι ακόμα και σε χώρες που δεν υπάρχουν τα μέσα για τον έλεγχο και την καταγραφή όλων των κρουσμάτων και την ιχνηλάτηση των επαφών, η εφαρμογή μέτρων όπως η χρήση των μασκών, το πλύσιμο των χεριών και η τήρηση των αποστάσεων μπορούν πράγματι να αποτρέψουν τη μετάδοση του ιού.
Προσομοιώσεις έδειξαν εξάλλου ότι η απώλεια της ανοσίας στο κορωνοϊό θα έχει σημαντική επίπτωση στην χρονική απόσταση μεταξύ των κυμάτων της επιδημίας. Αν η ανοσία έχει μεγάλη διάρκεια, 12 μήνες αντί για μερικούς μήνες, τότε ο χρόνος μεταξύ των κυμάτων της επιδημίας θα διπλασιαστεί.