Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για δεύτερες σκέψεις αμέσως μετά τη σύναψη ενός ασφαλιστηρίου συμβολαίου. Κάποια διαφήμιση που «πετάχτηκε» στην οθόνη του κινητού, ένα αντίστοιχο ασφαλιστικό προϊόν που πρότειναν φίλοι με αφορμή το νέο συμβόλαιο ή ακόμη και μια εκ των υστέρων έρευνα αγοράς, μπορεί να μας κάνει να μετανιώσουμε για την υπογραφή που βάλαμε.
Έπειτα, μπορεί η πλημμελής ενημέρωση σχετικά με το συμβόλαιο που συνάψαμε ή και η διαδικασία που ακολουθήθηκε από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την εταιρεία να ολοκληρώθηκε με σφάλματα ή παραλείψεις, οι οποίες επισημαίνονται στην ελληνική νομοθεσία αλλά και την Οδηγία (ΕΕ) 2016/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιανουαρίου 2016 σχετικά με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων που υιοθέτησε και η χώρα μας και διευκρινίζει μεταξύ άλλων τις υποχρεώσεις των διανομέων ως προς:
- την πρόταση μιας ασφαλιστικής σύμβασης που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις και τις ανάγκες του πελάτη
- την ακριβή και πλήρη ενημέρωση του πελάτη σχετικά με της καλύψεις, εξαιρέσεις καθώς τα εκατέρωθεν δικαιώματα και υποχρεώσεις
- την παροχή ενός εγγράφου πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν, το οποίο διανέμεται σε χαρτί ή σε άλλο σταθερό μέσο.
Σε περίπτωση παραλείψεων από τον διανομέα ασφάλισης είτε ακόμα και επειδή ο νέος ασφαλισμένος μετάνιωσε για το συμβόλαιο, υπάρχουν τρία βασικά δικαιώματα που κατοχυρώνονται με το Νόμο 2496/1997 και το Νόμο 4364/2016 και επιτρέπουν στον ασφαλισμένο ή λήπτη της ασφάλισης να αποχωρήσει από τη σύμβαση χωρίς να ζημιωθεί. Σημαντικό είναι να ενημερώσουν σχετικά την ασφαλιστική εταιρεία με συστημένη επιστολή και σε συγκεκριμένο χρονικό περιθώριο, όπως ορίζεται ανά περίπτωση.
1. Δικαίωμα Εναντίωσης επί μη παράδοσης
Σε περίπτωση που ο λήπτης της ασφάλισης δεν παρέλαβε το ενημερωτικό έντυπο πληροφοριών είτε τους όρους του ασφαλιστηρίου μπορεί να εναντιωθεί γραπτώς, σε διάστημα 14 ημερών από την παραλαβή του ασφαλιστηρίου, αποστέλλοντας συμπληρωμένη τη δήλωση εναντίωσης με συστημένη επιστολή σύμφωνα με το υπόδειγμα δήλωσης εναντίωσης Β που επισυνάπτεται στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο.
♦ Άρθρο 2 – Νόμος 2496/1997, Παράγραφος 6:«Αν ο ασφαλιστής δεν παρέδωσε στον λήπτη της ασφάλισης κάποια από τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 4 παρ. 2 περίπτωση Η και παρ. 3 περίπτωση Δ του ν.δ/τος 400/1970, όπως ισχύει, κατά το χρόνο της υποβολής της αίτησης για ασφάλιση ή αν δεν παρέδωσε τους ασφαλιστικούς όρους σύμφωνα με την παρ. 4 του παρόντος άρθρου, τότε η σύμβαση θεωρείται ότι έχει συναφθεί με βάση το ασφαλιστήριο, τους ασφαλιστικούς όρους, καθώς και τις τυχόν επιπλέον πληροφορίες που προσδιορίζουν γενικά τη συγκεκριμένη σύμβαση, εφόσον ο λήπτης της ασφάλισης δεν εναντιώνεται γραπτά εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την παράδοση του ασφαλιστηρίου. Αν παρέλθει αυτή η προθεσμία άπρακτη, η σύμβαση ισχύει αναδρομικά, από το χρόνο της σύναψής της. Η ως άνω προθεσμία δεν αρχίζει, αν ο ασφαλιστής δεν έχει ενημερώσει σχετικά με το δικαίωμα εναντίωσης τον λήπτη της ασφάλισης γραπτά ή με ευκρινή σημείωση στην πρώτη σελίδα του ασφαλιστηρίου και δεν έχει χορηγήσει σε αυτόν σε χωριστό έντυπο υπόδειγμα δήλωσης εναντίωσης. Το δικαίωμα εναντίωσης αποσβέννυται μετά πάροδο δέκα (10) μηνών από την πληρωμή του πρώτου ασφαλίστρου. Σε περίπτωση εναντίωσης, ματαιούται η σύναψη της σύμβασης. Το βάρος της απόδειξης της παράδοσης των εγγράφων φέρει ο ασφαλιστής. Οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου αυτού δεν θίγονται.»
2. Δικαίωμα Εναντίωσης επί παρεκκλίσεων
Προθεσμία 30 ημερών από τη λήψη του ασφαλιστηρίου δίδεται στον λήπτη της ασφάλισης για να εναντιωθεί γραπτώς, αποστέλλοντας τη συμπληρωμένη δήλωση εναντίωσης με συστημένη επιστολή σύμφωνα με το υπόδειγμα δήλωσης εναντίωσης Α που επισυνάπτεται στο ασφαλιστήριο, εφόσον το περιεχόμενο του ασφαλιστηρίου διαφέρει από αυτό που είχε ζητηθεί με την αίτηση ασφάλισης.
♦ Άρθρο 2 – Νόμος 2496/1997, Παράγραφος 5: «Αν το περιεχόμενο του ασφαλιστηρίου παρεκκλίνει από την αίτηση για ασφάλιση, οι παρεκκλίσεις θεωρούνται ότι έχουν εγκριθεί από την αρχή, εφόσον ο λήπτης της ασφάλισης δεν εναντιώνεται γραπτά εντός ενός (1) μηνός από την παραλαβή του ασφαλιστηρίου και εφόσον ο ασφαλιστής τον έχει ενημερώσει για την παρέκκλιση και για το δικαίωμα εναντίωσης γραπτά ή με σημείωση στην πρώτη σελίδα του ασφαλιστηρίου, στοιχειοθετημένη με εντονότερα στοιχεία από τα λοιπά, ώστε να υποπίπτει εύκολα στην αντίληψη και έχει χορηγήσει σε αυτόν σε χωριστό έντυπο υπόδειγμα δήλωσης εναντίωσης. Αν ο ασφαλιστής παρέλειψε να ενημερώσει ως άνω τον λήπτη και να του χορηγήσει το ως άνω υπόδειγμα, τότε οι παρεκκλίσεις δεν δεσμεύουν τον λήπτη της ασφάλισης και θεωρείται ότι έχει συμφωνηθεί το περιεχόμενο της αίτησης για ασφάλιση.»
3. Δικαίωμα Υπαναχώρησης
Οι λήπτες της ασφάλισης έχουν το δικαίωμα να υπαναχωρήσουν συμπληρώνοντας το ειδικό έντυπο που επισυνάπτεται στο ασφαλιστήριο και αποστέλλοντάς το με συστημένη επιστολή στην ασφαλιστική εταιρεία:
- εντός 14 ημερών από την υπογραφή της σύμβασης χωρίς ποινή και χωρίς υποχρέωση αιτιολόγησης
- εντός 30 ημερών για ασφαλιστήρια εξ αποστάσεως με αντικείμενο ασφαλίσεις ζωής, καθώς και συνταξιοδοτικά προγράμματα.
♦ Άρθρο 8 – Νόμος 2496/1997, Παράγραφος 3: «Στις ασφαλίσεις ζημιών που έχουν διάρκεια μεγαλύτερη του ενός (1) έτους και στις ασφαλίσεις προσώπων, ο λήπτης της ασφάλισης δικαιούται να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την παράδοση του ασφαλιστηρίου. Η προθεσμία δεν αρχίζει, αν ο λήπτης της ασφάλισης δεν ενημερώθηκε σχετικά για το δικαίωμά του αυτό από τον ασφαλιστή και δεν βεβαιώνεται τούτο με έγγραφό του. Αν ο ασφαλιστής δεν ενημέρωσε τον λήπτη της ασφάλισης, το δικαίωμα υπαναχώρησης αποσβήνεται δύο (2) μήνες μετά την πληρωμή του πρώτου ασφαλίστρου. Το δικαίωμα υπαναχώρησης δεν υφίσταται στις ασφαλίσεις ζημιών, όπου η κάλυψη παρέχεται άμεσα μετά από ειδική αίτηση του λήπτη της ασφάλισης. Η προθεσμία άσκησης του δικαιώματος υπαναχώρησης αναστέλλεται καθόσο διάστημα ο λήπτης της ασφάλισης έχει δικαίωμα εναντίωσης, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου»
♦ Άρθρο 153 – Νόμος 4364/2016:«Οι αντισυμβαλλόμενοι συμβάσεων ατομικής ασφάλισης ζωής διαθέτουν προθεσμία υπαναχώρησης τριάντα (30) ημερών από τη στιγμή που πληροφορήθηκαν τη σύναψη της σύμβασης. Η κοινοποίηση υπαναχώρησης των αντισυμβαλλομένων συνεπάγεται την εφεξής απαλλαγή τους από όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση αυτή. Η ασφαλιστική επιχείρηση, στην περίπτωση αυτή, δικαιούται να παρακρατήσει για την κύρια ασφάλιση ένα (1) μηνιαίο ασφάλιστρο και το 1/12 του ετήσιου ασφαλίστρου για τις συμπληρωματικές καλύψεις. Οι ως άνω διατάξεις δεν εφαρμόζονται στις συμβάσεις με διάρκεια ίση ή μικρότερη των έξι (6) μηνών, καθώς και στις συμβάσεις όπου λόγω της ιδιότητας του αντισυμβαλλομένου ή των περιστάσεων υπό τις οποίες συνήφθη η σύμβαση ο αντισυμβαλλόμενος δεν χρειάζεται ειδική προστασία.»