Οι γονείς πολύ συχνά μιλώντας για το παιδί τους περηφανεύονται ότι έχει τα μάτια, τη μύτη ή το στόμα τους. Πέρα από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά όμως, τα παιδιά φαίνεται να κληρονομούν από τους γονείς τους και στοιχεία του χαρακτήρα τους. Αυτό τουλάχιστον δείχνει έρευνα που διενεργήθηκε από το Πανεπιστήμιο Pensylvania State και δημοσιεύθηκε στο Behavior Genetics.
Η μελέτη έγινε σε περισσότερα από 700 αδέρφια και κατέδειξε ότι το DNA μπορεί να επηρεάσει τους ηθικούς φραγμούς και το αίσθημα υπευθυνότητας των νέων περισσότερο ακόμα και από την ανατροφή τους. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι σε θέματα χαρακτήρα τα βιολογικά αδέρφια μοιάζουν περισσότερο με τους γονείς τους ακόμα κι αν στο ίδιο σπίτι ζουν μαζί με τα θετά τους αδέλφια.
Η επικεφαλής της έρευνας ήταν η Amanda Ramos, διδακτορική υποψήφια για το τμήμα της ψυχολογίας η οποία δήλωσε πως «μία σειρά μελετών έχει δείξει ότι υπάρχει σχέση μεταξύ της ανατροφής και των θετικών χαρακτηριστικών του χαρακτήρα, αλλά δεν έχει ελεγχθεί ο γενετικός παράγοντας» και συνεχίζει: «Σκέφτηκα πως ήταν μία χαμένη ευκαιρία καθώς οι γονείς μοιράζονται επίσης γονίδια με τα παιδιά τους. Τα χαρακτηριστικά αυτά των παιδιών λοιπόν μπορεί να καθορίζονται, τουλάχιστον κατά ένα μέρος, από τα γονίδια».
Για να αποκαλύψουν το ρόλο των γονιδίων, οι ερευνητές ανέλυσαν 720 ζευγάρια αδερφών ηλικίας 12 έως 14 ετών. Αυτές οι ομάδες περιλάμβαναν αδέλφια, μονοζυγωτικά και διζυγωτικά δίδυμα, αδελφούς και αδελφές με χωρισμένους γονείς, ετεροθαλή αδέλφια, και θετούς αδελφούς και αδελφές.
Έχοντας μία τόσο ευρεία κλίμακα ως προς τη μεταξύ τους συγγένεια οι ερευνητές μπορούσαν να εξετάσουν πόσο μεγάλο ρόλο παίζουν οι γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες στη διαμόρφωση των χαρακτηριστικών στοιχείων της προσωπικότητας. Για παράδειγμα τα μονοζυγωτικά δίδυμα μοιράζονται το ίδιο DNA ενώ τα ετεροθαλή αδέρφια δεν σχετίζονται βιολογικά, αλλά συχνά ζουν μαζί.
«Αν τα μονοζυγωτικά δίδυμα μοιάζουν περισσότερο από τα διζυγωτικά, εικάζεται πως υπάρχει γενετική επίδραση. Συμπεριλαμβάνοντας και αναλύοντας διάφορους βαθμούς συγγένειας μπορούμε να διαχωρίσουμε τις γενετικές επιδράσεις από το κοινό περιβάλλον», πρόσθεσε η κ. Ramos. Οι ερευνητές μέτρησαν πόσο εκτεθειμένα είναι τα αδέρφια στην «γονεϊκή θετικότητα» όπως η ανταπόκριση και ο έπαινος καθώς επίσης και στην αρνητικότητα όπως οι φωνές και οι συγκρούσεις.
Όταν οι εθελοντές έγιναν 25 έως 27 ετών, οι επιστήμονες τότε παρατήρησαν πόσο υπεύθυνοι και προσεκτικοί ήταν. Τα αποτελέσματα αποκάλυψαν ότι ενώ η θετική ανατροφή συνδεόταν με περισσότερη υπευθυνότητα, οι επιδράσεις ήταν ακόμα ισχυρότερες στα βιολογικά αδέλφια.
«Ουσιαστικά, βρήκαμε ότι τόσο η ανατροφή όσο και τα γονίδια έχουν επίδραση στα χαρακτηριστικά. Ο τρόπος που τα παιδιά συμπεριφέρονται και δρουν εξαρτάται κατά ένα μέρος από τη γενετική ομοιότητά τους, καθώς και την ανταπόκριση των γονέων στις συμπεριφορές τους. Αυτές οι συμπεριφορές επηρεάζουν την κοινωνική υπευθυνότητα του παιδιού αλλά και την ευσυνειδησία του», κατέληξε η κ. Ramos.
Η συγγραφέας της μελέτης Jenae Neirderhiser πιστεύει ότι η μελέτη βοηθά στην επεξήγηση του πώς οι γονείς καθορίζουν τον χαρακτήρα των παιδιών. «Οι περισσότεροι άνθρωποι υποθέτουν ότι η ανατροφή καθορίζει την ανάπτυξη του χαρακτήρα στα παιδιά μέσω των περιβαλλοντικών ερεθισμάτων. Αλλά τα αποτελέσματα της μελέτης μας δείχνουν ότι υπάρχουν και κληρονομικές επιρροές. Αυτό δεν σημαίνει ότι αν οι γονείς είναι προσεκτικοί τότε θα είναι και τα παιδιά, ανεξάρτητα από το πώς έχουν ανατραφεί. Αυτό που συμβαίνει ωστόσο είναι πως τα παιδιά έχουν κληρονομήσει και την ικανότητα να συμπεριφέρονται με ένα συγκεκριμένο τρόπο και αυτό δεν θα έπρεπε να αγνοείται», καταλήγει η Jenae Neirderhiser.
Παρά την εύρεση ενός γενετικού δεσμού μεταξύ των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας, οι ερευνητές τονίζουν ότι η ανατροφή και τα βιώματα σχηματίζουν το ποιοι είστε και δεν πρέπει να αγνοούνται. «Τα γονίδια δίνουν απλά μία προοπτική. Οι άνθρωποι εξακολουθούν να κάνουν τις δικές τους επιλογές και να φτιάχνουν το ποιοι θα γίνουν».