Οι νευρωνικές διεπαφές εγκεφάλου-υπολογιστή, που αλληλεπιδρούν με το νευρικό σύστημα «θολώνοντας» τα σύνορα ανάμεσα στον άνθρωπο και στη μηχανή, έχουν εντυπωσιακές δυνατότητες, που μπορούν να μεταμορφώσουν την ιατρική και τη νευροεπιστήμη, αλλά ταυτόχρονα εγκυμονούν κινδύνους και εγείρουν ανησυχίες για ζητήματα προστασίας της ιδιωτικότητας, της ανθρώπινης αυτονομίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ισοτιμίας πρόσβασης κ.α.
Αυτό επισημαίνει μια νέα σημαντική επιστημονική έκθεση με τίτλο “iHuman: Blurring lines between mind and machine” της Βασιλικής Εταιρείας (Royal Society) της Βρετανίας, του αρχαιότερου επιστημονικού-ακαδημαϊκού φορέα στον κόσμο. Η νευροτεχνολογία αποτελεί μια από τις τεχνολογικές αιχμές του μέλλοντος, φιλοδοξώντας να κάνει πραγματικότητα πράγματα που κάποτε θεωρούνταν επιστημονική φαντασία, όπως το να περπατά ένας παράλυτος, να διαβάζει κανείς το μυαλό του άλλου ή να χειραγωγεί κατά βούληση τις σκέψεις του.
Οι επιστήμονες, μηχανικοί και γιατροί που έγραψαν το “iHuman”, τονίζουν ότι οι συσκευές που «παντρεύουν» τις μηχανές με τον ανθρώπινο εγκέφαλο και είτε εμφυτεύονται στο κεφάλι είτε προσαρμόζονται εξωτερικά στο σώμα, επιτρέποντας την επαφή με τον εγκέφαλο και γενικότερα το νευρικό σύστημα, πρέπει να προσεχθούν, καθώς π.χ. στο μέλλον «οι άνθρωποι μπορεί να γίνουν τηλεπαθητικοί σε ένα βαθμό» και το να μπορεί να διαβάζει κανείς τις σκέψεις κάποιου άλλου, εγείρει σοβαρά ηθικά -και όχι μόνο- ζητήματα, ιδίως αν οι σκέψεις μοιράζονται με εταιρείες.
Η έκθεση αναφέρει μερικές εντυπωσιακές εξελίξεις που μπορεί να γίνουν πραγματικότητα σε μερικά χρόνια: να στέλνει κανείς μια «νευρωνική ταχυδρομική κάρτα» σε κάποιον, ο οποίος θα μπορεί να δει κάτι εξ αποστάσεως ακόμη και χωρίς να βρίσκεται εκεί, ή οι άνθρωποι θα μπορούν να «συνομιλούν» μεταξύ τους χωρίς να μιλούν αλλά μόνο μέσω της σκέψης ή δεν θα χρειάζεται πια να μαθαίνουν μια νέα δεξιότητα, αλλά θα την «κατεβάζουν» κατ’ ευθείαν στον εγκέφαλο τους ως ένα είδος ψηφιακού αρχείου.
Ανησυχητική προοπτική θεωρείται η πιθανότητα οι μεγάλες εταιρείες, «διαβάζοντας» τον εγκέφαλο, να έχουν πρόσβαση στις σκέψεις ή στις ψυχικές διαθέσεις και στα συναισθήματα των ανθρώπων. Επιπλέον, προκύπτει το ακόμη σοβαρότερο ερώτημα κατά πόσο οι αναδυόμενες νευρωνικές τεχνολογίες θα αλλάξουν εκ θεμελίων το τι σημαίνει να είναι κανείς άνθρωπος.
Ο Ελληνοκύπριος καθηγητής Δρ. Τιμ Κωνσταντίνου, διευθυντής του Εργαστηρίου Νευρωνικών Διεπαφών Επόμενης Γενεάς (NGNI Lab) του Κολλεγίου Imperial του Λονδίνου, ο οποίος συμμετείχε στη συγγραφή της έκθεσης, ανέφερε ότι «έως το 2040 οι νευρωνικές διεπαφές πιθανότατα θα αποτελούν μια εδραιωμένη πλέον επιλογή που θα επιτρέπει στους ανθρώπους να βαδίζουν μετά από παράλυση και να καταπολεμούν την ανθεκτική στα φάρμακα κατάθλιψη, ενώ μπορεί να κάνουν πραγματικότητα ακόμη και τη θεραπεία της νόσου Αλτσχάιμερ». Πρόσθεσε όμως ότι «πρέπει να δράσουμε τώρα για να διασφαλίσουμε επαρκώς ευέλικτες ηθικές και κανονιστικές ασφαλιστικές δικλίδες, ώστε αυτές οι αναδυόμενες τεχνολογίες να υλοποιηθούν με ασφάλεια και προς όφελος της ανθρωπότητας».
Η έκθεση, μεταξύ άλλων, προτείνει ότι πρέπει να τεθεί επί τάπητος από κάποια αρμόδια εθνική αρχή ποια νευρωνικά-εγκεφαλικά δεδομένα θα συλλέγονται, πώς αυτά θα διατηρούνται ασφαλή και ποιος θα έχει πρόσβαση σε αυτά. Επίσης τονίζει την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα ολόκληρο «οικοσύστημα» που θα ενθαρρύνει τα πανεπιστήμια, τα ερευνητικά κέντρα και τις επιχειρήσεις να συνεργασθούν και να καινοτομήσουν στο πεδίο των νευρωνικών διεπαφών.
Σήμερα χρησιμοποιούνται ήδη διεπαφές με τον εγκέφαλο και το νευρικό σύστημα ως εμφυτεύματα για τη θεραπεία της νόσου Πάρκινσον, ως συσκευές διέγερσης για την αποκατάσταση ασθενών μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο, ως κοχλιακά εμφυτεύματα για ανθρώπους με προβλήματα ακοής, ως «κάσκες» ηλεκτροεγκεφαλογραφίας για τον έλεγχο ψηφιακών αντικειμένων από τους παίκτες βιντεοπαιχνιδιών και ως συσκευές διακρανιακής διέγερσης για την ενίσχυση της μνήμης και της συγκέντρωσης.
Πέρα από αυτά, τέτοιες διεπαφές έχουν ένα ευρύ πεδίο πιθανών εφαρμογών, από το μάρκετινγκ και την ψυχαγωγία έως την ασφάλεια και την άμυνα. Η έκθεση αναφέρει ενδεικτικά τη χρήση «εγκεφαλικής δακτυλογράφησης» (νοητική υπαγόρευση κειμένου) και του «νοητικού ποντικιού» (κίνηση με τη σκέψη κέρσορα στην οθόνη), την άμεση νοητική επικοινωνία μεταξύ εγκεφάλων, την παρακολούθηση και επιτήρηση της εγκεφαλικής δραστηριότητας (για λόγους υγείας, ασφάλειας κ.α.), την ενίσχυση της μάθησης κ.α.
Παράλληλα, καιροφυλακτεί πάντα ο κίνδυνος των χάκερ, οι οποίοι στο μέλλον θα παίρνουν δεδομένα όχι από σκληρούς δίσκους, αλλά από εγκεφάλους. Πρόκληση αποτελεί και η πιθανή διεύρυνση των ανισοτήτων, στο μέτρο που χάρη σε τέτοιες νευρωνικές διεπαφές οι κοινωνικοοικονομικά ήδη προνομιούχοι θα αποκτήσουν πρόσθετο νοητικό πλεονέκτημα. Όλα αυτά είναι ζητήματα που η κοινωνία πρέπει να συζητήσει, με τη βοήθεια των ειδικών, μέσα από ένα δημόσιο διάλογο, ώστε και οι κυβερνήσεις να πάρουν τα μέτρα τους έγκαιρα και να μη βρεθούν προ τετελεσμένων.