Η σημαντική μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, ως θετικό αποτέλεσμα των μέτρων περιορισμού των μετακινήσεων, ενδεχομένως να συμβάλλει στη σωτηρία 11.000 ζωών στην Ευρώπη, προκύπτει από επιστημονική μελέτη που δημοσιεύθηκε σήμερα.
Τα μέτρα για την καταπολέμηση της πανδημίας, μπορεί μεν να έχουν οδηγήσει την ευρωπαϊκή οικονομία σε μαζική επιβράδυνση, καθώς μειώθηκαν η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από πηγές άνθρακα κατά 40% και η κατανάλωση πετρελαίου σχεδόν κατά το ένα τρίτο, αλλά έχουν προκαλέσει κι ένα θετικό αποτέλεσμα, άμεσα ορατό: χαμηλότερη ατμοσφαιρική ρύπανση.
Οι συγκεντρώσεις του διοξειδίου του αζώτου (NO2) και των μικροσωματιδίων PM2.5 μειώθηκαν κατά 37% και 10% αντίστοιχα, σύμφωνα με τη μελέτη του Κέντρου Ερευνών Ενέργειας και Αέρα (CREA).
Στην ανάλυση του Κέντρου, με έδρα το Ελσίνκι, λαμβάνονται υπόψη ως παράγοντες μελέτης οι καιρικές συνθήκες, οι εκπομπές αερίων και τα διαθέσιμα δεδομένα αναφορικά με τις επιπτώσεις της συγκεκριμένης ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία.
Οι χώρες που αναμένεται να γλιτώσουν τους περισσότερους θανάτους από την ατμοσφαιρική ρύπανση είναι η Γερμανία (με πρόβλεψη 2.083 αποτραπέντες θανάτους), το Ηνωμένο Βασίλειο (1.752), η Ιταλία (1.490), η Γαλλία (1.230) και η Ισπανία (1.081 ).
Αυτή η βελτίωση της ποιότητας του αέρα θα μπορούσε επίσης να αποτρέψει κι άλλες επιπτώσεις στην υγεία, συμπεριλαμβανομένου του εκτιμώμενου αριθμού 6.000 νέων κρουσμάτων άσθματος σε παιδιά και των 1.900 επισκέψεων στα τμήματα έκτακτων περιστατικών λόγω κρίσεως άσθματος.
Ο ευεργετικός αντίκτυπος των μέτρων κατά του νέου κορονοϊού «είναι ανάλογος, ή ακόμη και μεγαλύτερος σε πολλές περιοχές του κόσμου», δήλωσε ο Λάουρι Μιλιβίρτα που προΐστατο της ομάδας που συνέταξε τη μελέτη.
Στην Κίνα, φερ’ ειπείν, τα επίπεδα NO2 και PM2.5 μειώθηκαν κατά 25 και 40% αντίστοιχα κατά τη διάρκεια της περιόδου των αυστηρότερων μέτρων περιορισμού. «Με τον τρόπο αυτόν θα μπορούσαν να αποτραπούν ακόμη περισσότεροι θάνατοι», πρόσθεσε ο ίδιος.
Η ατμοσφαιρική ρύπανση σε όλο τον κόσμο μειώνει το προσδόκιμο ζωής κατά μέσο όρο τρία έτη και προκαλεί 8,8 εκατομμύρια πρόωρους θανάτους κάθε χρόνο, σύμφωνα με άλλη μελέτη που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εκτιμά αυτούς τους πρόωρους θανάτους σε 4,2 εκατομμύρια, αλλά σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, η στατιστική τούτη εκτίμηση υποτιμά τον αντίκτυπο που έχουν οι καρδιαγγειακές παθήσεις.
«Η ανάλυσή μας υπογραμμίζει τα τεράστια οφέλη που θα μπορούσαμε να αποκομίσουμε για τη δημόσια υγεία και την ποιότητα ζωής εάν μειώσουμε σύντομα τα ορυκτά καύσιμα με βιώσιμο τρόπο», προσθέτει ο Μιλιβίρτα.
Αυτά τα στοιχεία θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως πυξίδα στις κυβερνήσεις κατά την εφαρμογή των σχεδίων ανάκαμψης για τις οικονομίες τους, σημειώνει από την πλευρά της Μαρία Νέιρα του ΠΟΥ, αντιδρώντας στα στοιχεία της μελέτης.
«Όταν θα βγάλουμε επιτέλους τις μάσκες μας, θα θέλουμε να εξακολουθήσουμε να αναπνέουμε καθαρό αέρα», πρόσθεσε η ίδια, εκπέμποντας μία έκκληση για αναζήτηση τρόπων για να «τροφοδοτηθεί με ενέργεια ο πλανήτης χωρίς να πρέπει να βασίζεται στα ορυκτά καύσιμα».