Η εκδημοκρατικοποίηση της απιστίας είναι γεγονός. Οι υπέρμαχοι της ισότητας (και της ισονομίας) των δύο φύλων μπορούν να πανηγυρίζουν. Και τα δύο φύλα απατούν πάνω -κάτω το ίδιο, με την αυξητική τάση να είναι υπέρ των γυναικών, καθώς χάρη στην αφύπνισή τους έκλεισε η ψαλίδα που χώριζε κάποτε τα δύο φύλα.
Μια πρόσφατη ανασκόπηση της ερευνητικής βιβλιογραφίας έδειξε ότι στις δυτικές κοινωνίες οι γυναίκες είναι το ίδιο πιθανό (50%) να απατήσουν τους άνδρες τους με εκείνους. Δηλαδή όσο ύποπτος στο να απιστήσει μπορεί να είναι ένας άνδρας, τόσο μπορεί να είναι και μια γυναίκα. Η νέα αυτή πραγματικότητα (όπως αποτυπώνεται στατιστικά, αλλά και εμπειρικά κατά την ταπεινή μας γνώμη) διαλύει αντιλήψεις αιώνων για τους λόγους της απιστίας, την έφεση των φύλων σε αυτή και τη νοηματοδότησή της. Για παράδειγμα πριν τριάντα χρόνια θεωρούσαμε ότι η γυναίκα απιστεί μόνο όταν ερωτευτεί βαθιά, κάτι που είναι μάλλον αδύνατο να ισχύει -εκτός αν θεωρούμε ότι έχει ενσκήψει πανδημία έρωτα στο άλλοτε ασθενές φύλο. Προφανώς, ο τρόπος ζωής, το κοινωνικό περιβάλλον, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η βιομηχανία της ομορφιάς που παρατείνει τη νεότητα έχει ως αποτελέσματα τον πολλαπλασιασμό των ευκαιριών για «μια περιπέτεια, μια αγάπη μικρή» ή απλώς για εκτονωτικό σεξ, όταν τα πράγματα με τον σταθερό σύντροφο ή τον σύζυγο, δεν εκτυλίσσονται και τόσο ιδανικά (τις περισσότερες φορές, δηλαδή). Ένα άλλο ενδιαφέρον στατιστικό για την απιστία, είναι ότι συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες, αν και όχι όλες, καθώς ποσοστό 20% παραδέχεται ότι έχει απατήσει τον σύζυγο ή τη σύζυγό του τουλάχιστον μία φορά κατά τη διάρκεια του έγγαμου βίου. Φυσικά, το υπόλοιπο 80% που δεν το παραδέχεται είναι σημαντικό ποσοστό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν το έχει κάνει. Πολλοί σύζυγοι/σύντροφοι έχουν τη νοοτροπία να μην αναφέρονται σε αυτά -ακόμη και να ξεχνούν ηθελημένα-, σκεφτόμενοι ωφελιμιστικά αλλά και στρατηγικά. Τι εννοούμε;
Μία φορά άπιστος, πάντα άπιστος
Η απιστία δημιουργεί έναν κύκλο καχυποψίας τόσο για αυτόν που την κάνει όσο και για εκείνον που την υφίσταται. Όπως συμβαίνει με τον φυλακισμένο και τον δεσμοφύλακα, και οι δύο ζουν σε μια φυλακή. Ο ένας θεωρεί τον άλλο πάντα ύποπτο, ενώ ο άλλος πιστεύει ότι του στερεί την ελευθερία του. Ο απατημένος πιστεύει ότι θα το ξανακάνει κάποια στιγμή, όταν συντρέξουν οι προϋποθέσεις ή οι πλανητικές συνθήκες είναι ίδιες. Ακόμη και αν δεν συμβεί ποτέ, αυτή η αμφιβολία είναι δύσκολο να ξεριζωθεί -πιο εύκολα αντικαθίσταται από την αδιαφορία. Και εκεί ακριβώς έρχεται να προστεθεί το θέμα των γονίδιων, τα οποία μόνο αν δεν τα έχετε -ή αν είστε αποκρουστικός- μπορείτε να αποφύγετε την απιστία. Το ανάγνωσμα της κληρονομικότητας δεν έχει βέβαια καν ανοίξει, και οι γονιδιακές συσχετίσεις απαιτούν πολλά χρόνια και έρευνες για να μετατραπούν σε συνεκτικά συμπεράσματα. Αυτό που ίσως είναι πιο βάσιμο, ως τώρα τουλάχιστον, είναι η συσχέτιση που έχει βρεθεί με το οικογενειακό περιβάλλον: Αν μεγαλώσατε σε σπίτι όπου η απιστία δεν ήταν άγνωστη (χωρίς όμως ακρότητες), έχετε τις διπλάσιες πιθανότητες να είστε άπιστοι και στον δικό σας γάμο. Αυτό οφείλεται στο ότι ο παιδικός ψυχισμός εκπαιδεύεται στο ότι λίγο κέρατο δεν είναι κακό, ίσως είναι και αναγκαίο ορισμένες φορές.