Τα άτομα που έχουν γεννηθεί πρόωρα εμφανίζουν μικρότερη σεξουαλική δραστηριότητα και λιγότερες συντροφικές σχέσεις σε σχέση με εκείνους που έχουν γεννηθεί κανονικά, δηλαδή μετά από την 37η εβδομάδα της κύησης, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Το δείγμα της μελέτης του Πανεπιστημίου του Warwick ήταν άνω των 4 εκατομμυρίων ενηλίκων, που γεννήθηκαν το αργότερο μέχρι την 28η εβδομάδα της κύησης, δηλαδή μέχρι το 7ο μήνα της κύησης. Αυτά λοιπόν τα παιδιά, ως ενήλικα εμφάνιζαν ροπή στη μοναξιά και την ατεκνία και δυσκολεύονταν περισσότερο να σχηματίσουν ερωτικές σχέσεις, σε ποσοστό μάλιστα 38% λιγότερο σε σχέση με τα παιδιά που είχαν γεννηθεί κανονικά.
Μάλιστα, η μελέτη κάνει λόγο για μεγαλύτερες πιθανότητες να είναι κάποιος παρθένος ακόμη και πολλά χρόνια μετά την ενηλικίωση, εφόσον έχει γεννηθεί πρόωρα!
Αυτό θα μπορούσε να οφείλεται σε μεγαλύτερη σωματική και ψυχική ευαλωτότητα, χαμηλή αυτοεκτίμηση και ανάληψη λιγότερων κινδύνων στην εφηβεία ή την νεότητα, απόρροια της πρόωρης γέννησης τους. Μάλιστα, η πρόωρη γέννηση συνήθως συνοδεύεται και από χαμηλό σωματικό βάρος, κάτι που φαίνεται να δημιουργεί δειλά και ντροπαλά παιδιά που δυσκολεύονται και αργούν να αναπτύξουν ερωτικές σχέσεις και τα οδηγεί στην εσωστρέφεια αλλά και στην αυτοσυντήρηση.
Η κύρια συγγραφέας της έρευνας, Δρ. Marina Goulart de Mendonca, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο του Warwick της Βρετανίας, επεσήμανε ότι «η διαπίστωση ότι οι ενήλικες που γεννιούνται πρόωρα είναι λιγότερο πιθανό να έχουν σύντροφο, να κάνουν σεξ και να γίνουν γονείς δεν φαίνεται να συνοδεύεται από υψηλότερο ποσοστό αναπηρίας ή σωματικής αδυναμίας σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό».
Άρα, ποια είναι η αιτία, τι στιγμή που δεν τους λείπει τίποτα δηλαδή; «Τα πρόωρα παιδιά έχουν βρεθεί να έχουν φτωχότερες κοινωνικές αλληλεπιδράσεις κατά την παιδική ηλικία, κάτι που καθιστά πιο δύσκολο να ελέγξουν τις κοινωνικές μεταβάσεις, όπως η εξεύρεση συντρόφου», συμπληρώνει η ίδια.
Σημειωτέον, η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο JAMA Network Open, συγκεντρώνει αποτελέσματα από 21 χώρες του κόσμου, συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου, για να διερευνήσει τη σχέση σεξουαλικής δραστηριότητας και πρόωρης γέννησης.