Το φύλο, ο σεξουαλικός προσανατολισμός, καθώς και η επιθυμία να δημιουργηθεί μία ρομαντική σχέση διαρκείας φαίνεται να επηρεάζουν την απόφαση των νέων ενηλίκων για το αν θα χρησιμοποιήσουν προφυλακτικό στο σεξ. Αυτό αναφέρει μία νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal of Sex Research.

Οι ερευνητές μελέτησαν πώς 157 ετεροφυλόφιλοι άνδρες, 177 ετεροφυλόφιλες γυναίκες και 106 ομοφυλόφιλοι άνδρες ηλικίας από 18- 25 ετών χειρίζονται το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσουν προφυλακτικό ή όχι κατά τη σεξουαλική επαφή.

Στους συμμετέχοντες παρουσιάστηκε μια υποθετική συνάντηση με έναν νέο σύντροφο είτε για περιστασιακό σεξ είτε για ρομαντική σχέση και κλήθηκαν να αξιολογήσουν τη στάση τους, την πιθανότητα να επιλέξουν αν θα έκαναν σεξ με προφυλακτικό ή χωρίς και ποιο θα ήταν το κίνητρό τους.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι τρεις ομάδες ανθρώπων ακολουθούσαν διαφορετικές διαπραγματευτικές στρατηγικές σχετικά με τη χρήση του προφυλακτικού. Οι ετεροφυλόφιλοι άνδρες συνήθιζαν να επιλέγουν μία πιο παθητική στάση και ήταν πιο πιθανό να συμφωνήσουν σε σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλακτικό. Οι ετεροφυλόφιλες γυναίκες συνήθιζαν να ακολουθούν πιο κατηγορηματικές πρακτικές όπως ακόμα και άρνηση του σεξ για να επιβάλουν αυτό που οι ίδιες επιθυμούσαν, ενώ οι ομοφυλόφιλοι άνδρες έτειναν να στοχεύουν σε μία ισορροπία επιλέγοντας πιο διαλλακτικές στρατηγικές συγκριτικά με τους ετεροφυλόφιλους άνδρες, αλλά παράλληλα στρατηγικές που δεν οδηγούσαν σε αντιπαράθεση.

Τα ευρήματα ενδεχομένως εξηγούν γιατί ορισμένοι νέοι άνθρωποι επιλέγουν το απροφύλακτο σεξ ακόμα και όταν ελλοχεύει ο κίνδυνος για Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα ή ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη ενώ μπορούν να εξηγήσουν ορισμένα από τα κίνητρα τα οποία καθοδηγούν τις επιλογές για σεξουαλική επαφή χωρίς προφύλαξη. Για παράδειγμα, η μελέτη αναφέρει ότι οι ετεροφυλόφιλες γυναίκες μπορεί να είναι πιο πιθανό να κάνουν σεξ χωρίς προφυλάξεις όταν βρίσκονται σε μια πιο σοβαρή σχέση με προοπτικές.

Οι συγγραφείς κατέληξαν αναφέροντας πως τα ευρήματα έχουν σημαντικές επιπτώσεις για την πολιτική και την πρόληψη και θα έπρεπε να δρομολογηθεί η δημιουργία πιο αποτελεσματικών προγραμμάτων επιμόρφωσης για τη σεξουαλική υγεία.

«Κατανοώντας ποιοι παράγοντες καθιστούν δυσκολότερη την αναγνώριση του κινδύνου κατά τη σεξουαλική επαφή, όπως η επιθυμία για ένα μακροχρόνιο ρομαντικό δεσμό ή η οικειότητα με τον σύντροφο μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερη πρόληψη», δήλωσε η Δρ. Shayna Skakoon-Sparling, από το Πανεπιστήμιο του Guelph στον Καναδά, η οποία ηγήθηκε της έρευνας.

Η μελέτη είναι παρατηρητική έτσι δεν μπορούν να βγουν κάποια σταθερά συμπεράσματα. Οι συγγραφείς δεν εξέτασαν άλλες κατηγορίες ανθρώπων όπως οι ομοφυλόφιλες γυναίκες και άλλες μειονότητες, οι οποίες θα μπορούσαν να περιορίσουν τη γενικότητα των ευρημάτων. Σημείωσαν επίσης ότι ένα υποθετικό σενάριο ενδέχεται να μην αντικατοπτρίζει επαρκώς το τι θα έκαναν οι συμμετέχοντες στην πραγματική ζωή.