Από τις πιο θλιβερές εικόνες είναι να αντικρίζεις πεταμένα κουτάβια στον δρόμο. Που στερούνται τη μητέρα τους, και η επιβίωσή τους είναι αμφίβολη.
Όσοι αγαπούν τα ζώα, δεν μπορούν να τα προσπεράσουν.
Αν, λοιπόν, βρείτε νεογέννητα κουτάβια, γνωρίζετε τι ανάγκες έχουν και πώς μπορείτε να αντικαταστήσετε τη μητέρα τους με επιτυχία;
Απευθυνθήκαμε στην κτηνίατρο, Dr Νικολέτα Σερέτη.
1. Παρατηρείται το φαινόμενο, να πετούν στο δρόμο κουταβάκια που ακόμα δεν έχουν ανοίξει τα ματάκια τους. Πόσων ημερών είναι αυτές οι ψυχές, και πόσο σημαντικός για την επιβίωσή τους είναι ρόλος της μητέρας τους, που μόλις τούς τη στέρησαν; Τι πρέπει να γνωρίζουμε σε αυτή τη φάση, στην περίπτωση που βρούμε τόσο νεαρά σκυλάκια;
Δεν είναι παραπάνω από δύο εβδομάδων.
Οι πρώτες δύο εβδομάδες μετά τη γέννηση των κουταβιών είναι πολύ εντυπωσιακές. Άλλωστε, μιλάμε για το θαύμα της φύσης.
Η βασική δραστηριότητα των κουταβιών είναι το φαγητό και ο ύπνος, οπότε αυτή η φάση ονομάζεται φάση ανάπτυξης.
Τα κουτάβια ενεργούν καθαρά βάσει ενστίκτου: τα μάτια και τα αυτιά είναι ακόμα κλειστά, και η αίσθηση της όσφρησης έχει αναπτυχθεί ελάχιστα.
Χαρακτηριστικές είναι οι κινήσεις του κεφαλιού τους, που θυμίζουν «εκκρεμές».
Τα κουτάβια, έρποντας, βρίσκουν γρήγορα τον δρόμο τους προς τη θηλή και πίνουν το μητρικό γάλα, μέχρι να χορτάσουν.
Στη συνέχεια κοιμούνται ξανά, μέχρι το επόμενο γεύμα.
Βασικά, η Μητέρα Φύση έχει εξοπλίσει τέλεια τα κουτάβια στην πρώτη αυτή φάση, διότι οποιαδήποτε περαιτέρω ανάπτυξη θα ήταν περιττή.
Από την άλλη, η μητέρα σκυλίτσα με την γλώσσα της κάνει μασάζ στην κοιλιά του κουταβιού, έτσι ώστε να το διεγείρει να ουρήσει και να αφοδεύσει. Ταυτόχρονα, αφαιρεί όλες τις εκκρίσεις για να το διατηρήσει καθαρό.
Τι γίνεται, όμως, στην περίπτωση που βρίσκουμε εμείς τα κουταβάκια σε αυτή τη φάση, πεταμένα σε κάποια γωνιά μόνα τους χωρίς τη μητέρα τους, αβοήθητα;
Σίγουρα θέλουμε να τα περιποιηθούμε, να τους δώσουμε αγάπη, αλλά και ΣΩΣΤΗ φροντίδα ώστε να επιβιώσουν.
2. Πώς μπορούμε να τα κρατήσουμε στη ζωή;
Αρχικά να πούμε ότι ένα από τα πρώτα πράγματα που θα πρέπει να κάνουμε, μόλις έρθουμε σε επαφή με τα κουτάβια, είναι να ερευνήσουμε αν υπάρχει στο σώμα τους κάποιο τραύμα ή πληγή. Θα την εντοπίσουμε με μια σχολαστική εξέταση σε όλο τους το σώμα.
Στη συνέχεια, αφού σιγουρευτούμε πως δεν φέρουν κάποιο τραύμα, είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε στη διαμόρφωση του περιβάλλοντος όπου θα ζήσουν τις πρώτες τους μέρες.
Ένας πολύ σημαντικός παράγοντας, θα μπορούσαμε να πούμε και σημαντικότερος από την τροφή, λόγω της ευαισθησίας τους, είναι η θερμοκρασία.
Τα κουτάβια είναι πολύ ευαίσθητα στις χαμηλές θερμοκρασίες και στην υγρασία, κι έτσι είναι απαραίτητο να βεβαιωθούμε πως θα βρίσκονται σε περιβάλλον όπου η θερμοκρασία θα είναι μεταξύ 34 και 39 βαθμών.
Εξίσου σημαντικό είναι να μην υπάρχει υγρασία στον χώρο.
Επίσης, σημαντικό είναι, μόλις τα βρούμε να είμαστε σε θέση να διακρίνουμε κατά προσέγγιση την ηλικία των κουταβιών, ώστε να προσαρμόσουμε αναλόγως τη φροντίδα και τη διατροφή τους.
3. Πώς μπορούμε να καταλάβουμε την ηλικία τους;
Γνωρίζοντας ότι ανοίγουν τα μάτια τους και αρχίζουν να έχουν ακοή μετά τις δύο εβδομάδες, αν δούμε ότι τα σκυλάκια μας έχουν κλειστά τα ματάκια τους και δεν αντιδρούν σε εξωτερικά ερεθίσματα, συμπεραίνουμε ότι είναι μικρότερα των 14 ημερών.
Σε αυτό το στάδιο, λοιπόν, αλλά και μέχρι την ηλικία περίπου των 25 ημερών, τα κουτάβια μας τρέφονται αποκλειστικά με γάλα.
Το γάλα που θα τους δώσουμε, δεν θα πρέπει να είναι του εμπορίου που προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο.
Απαραίτητα πρέπει να προμηθευτούμε ένα γάλα για νεογέννητα σκυλάκια σε μορφή σκόνης, που είναι ειδικά διαμορφωμένο γι’ αυτά.
Περιέχει, δηλαδή, τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά για να αντικαταστήσει το πρωτόγαλα που θα λάμβαναν από τη μητέρα τους. Βέβαια, είναι και εύπεπτο.
4. Πώς τους το προσφέρουμε και κάθε πότε πρέπει να τα ταΐζουμε;
Το αναμειγνύουμε με ζεστό νερό, ώστε να είναι χλιαρό κι όχι καυτό (στους 36-38 βαθμούς).
Η ημερήσια δόση που προτείνεται στο σκεύασμα, είναι καλό να χορηγείται σε 8-10 γεύματα την πρώτη εβδομάδα και 6-8 τη δεύτερη, δηλαδή περίπου ανά τρεις ώρες.
5. Είπατε ότι τις πρώτες εβδομάδες η μητέρα σκυλίτσα βοηθά με τη γλώσσα της τα μικρά της να κάνουν την ανάγκη τους. Εμείς, τι πρέπει να κάνουμε;
Τις πρώτες τρεις εβδομάδες της ζωής τους τα νεογέννητα δεν μπορούν από μόνα τους να ουρήσουν, ή να αποβάλουν τα κόπρανά τους.
Έτσι, έπειτα από κάθε γεύμα μπορούμε με ένα βρεγμένο πανάκι (με χλιαρό νερό) να κάνουμε ήπιες μαλάξεις τοπικά στην κοιλίτσα τους, ώστε να ενεργηθούν.
Αν μετά από κάποιο γεύμα κάνουμε μαλάξεις και δεν δούμε να «ενεργείται» το νεογέννητο, δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας.
Αν, όμως, το παρατηρήσουμε παρατεταμένα, έπειτα από αρκετά γεύματα, καλό είναι να απευθυνθούμε στον κοντινότερο κτηνίατρο.
6. Μέχρι πότε πρέπει να τα ταΐζουμε με γάλα, και πότε πρέπει να τους κάνουμε τα πρώτα τους εμβόλια;
Αφού ακολουθήσουμε τις παραπάνω οδηγίες και φθάσουμε, αισίως, στην ηλικία των τεσσάρων εβδομάδων, τα σκυλάκια μας, πλέον, θα μπορούν να καταναλώνουν ξηρά τροφή (ελαφρώς βρεγμένη, πιο μαλακή).
Επίσης, θα είναι ικανά να κινηθούν με ευκολία και να αλληλεπιδράσουν μαζί μας.
Τότε, θα πρέπει να απευθυνθούμε σε κάποιον κτηνίατρο, ώστε να αρχίσει το εμβολιακό τους πρόγραμμα, να γίνει ένας κλινικός έλεγχος, και να χορηγηθεί η κατάλληλη αντιπαρασιτική αγωγή.
Έτσι θα φθάσουμε στο σημείο της έναρξης της βόλτας και της αναζήτησης ενός ζεστού σπιτιού που θα πάρει το κουτάβι και θα το κάνει μέλος της οικογένειας.
Αν, πάλι, τα κουταβάκια που θα βρείτε είναι ήδη στην ηλικία των δύο μηνών, τότε έχουν πάρει την ανοσία από την μητέρα τους. Οπότε, αμέσως μπορεί να μπει το κουτάβι στο εμβολιακό του πρόγραμμα.
Μετά τις παραπάνω οδηγίες γνωρίζετε καλά πώς να αντιμετωπίσετε και να περιποιηθείτε αβοήθητα κουταβάκια, ώστε να σώσετε αυτές τις μικρές ψυχούλες.
▪ Η κυρία Νικολέτα Σερέτη είναι απόφοιτος της Κτηνιατρικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου. Και, όπως μας λέει:
«Από πολύ μικρή θυμάμαι την επικοινωνία και το δέσιμο που είχα με τα ζωάκια. Και πάντα έλεγα πως όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω κτηνίατρος. Κάτι που, πολλά χρονιά μετά, κατάφερα και το 2016 αποφοίτησα από την Κτηνιατρική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου με πολλές γνώσεις πάνω στα κατοικίδια και, πάνω από όλα, στο πώς να δείχνω έμπρακτα την αγάπη μου προς αυτά. Δηλαδή, να τα θεραπεύω. Επιμορφώνομαι συνεχώς, διότι η επιστήμη της κτηνιατρικής εξελίσσεται με γοργούς ρυθμούς και προσφέρει καλύτερες λύσεις σε προβλήματα υγείας των κατοικίδιων. Και μου αρέσει, όλες αυτές τις γνώσεις μου να τις μοιράζομαι με τους κατοικιδιογονείς.
Του χρόνου τελειώνω ένα μεταπτυχιακό που έχω ξεκινήσει στον κλάδο μου, στις Βρυξέλλες».