Αν η γατούλα σας τρώει… για δέκα, τότε χρειάζεται προσοχή.
Η ακόρεστη όρεξη για φαγητό που παρουσιάζει μια γάτα, μπορεί να είναι ένδειξη κάποιας πάθησης, ή, ακόμα, μπορεί να οφείλεται στην επεξεργασμένη τροφή με την οποία τρέφεται.
Και δεν είναι μόνον αυτοί οι λόγοι που κάνουν μια γατούλα να εκλιπαρεί για φαγητό.
Η κυρία Ελένη Παλαιολογοπούλου, σύμβουλος διατροφής σκύλου και γάτας, εξηγεί όλες τις πιθανές αιτίες, ώστε να λάβουμε τα μέτρα μας.
«Μπορεί η γάτα μου να ζητάει διαρκώς φαγητό και να τρώει συνέχεια και ασταμάτητα;
Ας δούμε κάποιους από τους λόγους γι’ αυτήν την πείνα χωρίς κορεσμό, που βλέπουμε και ακούμε για κάποιες γάτες.
Υπάρχουν κάποιες ασθένειες, οι οποίες μπορεί να οδηγούν τη γατούλα μας στο να είναι συνεχώς πεινασμένη.
Όπως εξηγεί η κτηνίατρος Allison Mazepa, μια από αυτές είναι ο σακχαρώδης διαβήτης, που εμποδίζει τη γάτα να χρησιμοποιήσει τη γλυκόζη για ενέργεια, καθώς ο οργανισμός της δεν παράγει ινσουλίνη. Η ινσουλίνη χρειάζεται για να διασπάσει τη γλυκόζη και να την απορροφήσει από την τροφή.
Έτσι η γάτα, στην προσπάθειά της να αποκτήσει ενέργεια, πεινάει διαρκώς και ζητάει συνέχεια τροφή.
Μια άλλη πάθηση που μπορεί να οδηγήσει σε αυτή τη συμπεριφορά είναι ο υπερθυροειδισμός. Σε αυτήν την περίπτωση κυκλοφορεί στο αίμα της γάτας πολλή παραπάνω θυρεοειδική ορμόνη – κάτι που επηρεάζει τον μεταβολισμό της.
Η γάτα μας, λοιπόν, καίει πολύ γρήγορα θερμίδες, και γι’ αυτό πεινάει.
Επίσης, είναι συχνό το φαινόμενο, στην προσπάθειά της να καλύψει τις αυξημένες ενεργειακές της ανάγκες, να χάνει βάρος, παρότι λαμβάνει αυξημένη ποσότητα τροφής.
Ακόμα, η γατούλας μας μπορεί να πάσχει από κάποια εντερική πάθηση, και ο οργανισμός της να μην απορροφά τα θρεπτικά συστατικά της τροφής. Κάτι που ενδέχεται να την οδηγήσει σε αυξημένη όρεξη, αλλά και σε απώλεια βάρους.
Μπορεί, ακόμα, να έχει παράσιτα στα έντερα, τα οποία, στην ουσία, «τρώνε» τα θρεπτικά συστατικά και δεν τα λαμβάνει ο οργανισμός της, με αποτέλεσμα την αυξημένη πείνα.
Εκτός από τις παθήσεις που προαναφέρθηκαν, η όρεξη της γατούλας μας μπορεί να επηρεαστεί και από το περιβάλλον όπου ζει, ακόμα και από την αλλαγή του καιρού.
Για παράδειγμα, μπορεί να βαριέται, να αποζητά την προσοχή μας, κι αν εμείς της δείχνουμε ενδιαφέρον, επιβραβεύοντας την συνεχώς με τροφή, εκείνη να ζητάει περισσότερη τροφή και, άρα, περισσότερη προσοχή.
Επίσης, το κρύο αυξάνει την ανάγκη για διατήρηση της θερμότητας του σώματος. Επομένως, αυξάνει και την όρεξη.
Ή μπορεί, απλά, η τροφή να είναι κακής ποιότητας, με αποτέλεσμα να μην προσφέρει στον οργανισμό της τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζεται.
Έτσι, συνεχώς νιώθει ότι κάτι λείπει και προσπαθεί να το αναπληρώσει, ζητώντας όλο και περισσότερη τροφή.
Αυτές τις αιτίες, που έχουν μια λογική βάση, μπορούμε να τις ρυθμίσουμε, εφόσον επικοινωνήσουμε με τον θεραπευτή της, ώστε να αντιμετωπιστούν, κατά περίπτωση.
Τι γίνεται, όμως, με την πείνα που προέρχεται από την ίδια την τροφή;
Γίνεται η τροφή να είναι ο λόγος που η γατούλα μας επιζητά όλο και περισσότερο φαγητό, καθώς δεν της προσφέρει το αίσθημα της πληρότητας και του κορεσμού;
Μπορεί μία τροφή να είναι εθιστική για τη γάτα μας και να λειτουργεί όπως ακριβώς τα ναρκωτικά για τον άνθρωπο;
Εδώ υπάρχει ένα πραγματικό ενδιαφέρον. Και το κινεί η εξέλιξη της επιστήμης και ο τρόπος με τον οποίον παράγεται μια επεξεργασμένη τροφή.
Η ξηρά τροφή δημιουργήθηκε κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο σε μια προσπάθεια να σταματήσει η μη απαραίτητη κονσερβοποίηση.
Δημιουργήθηκε ένα προϊόν βολικό, που δεν λέρωνε και ήταν απλό στη μεταχείριση: εύκολο, χρηστικό και χωρίς να βρωμίζει τα χέρια.
Μια πρόσμιξη από λίπος, υποπροϊόντα κρέατος με σόγια, σιτηρά, καλαμπόκι, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία, που ήταν οικονομική και πρακτική, αλλά για καμία γάτα δεν θα ήταν δελεαστική.
Οι γάτες, ως σαρκοφάγα από τη φύση τους, δεν έχουν εξελιχθεί ώστε να γεύονται και να τρώνε τροφές, όπως καλαμπόκι, σιτάρι, πατάτες. Και δεν είναι η πρώτη τους επιλογή.
Έτσι, η δουλειά των εταιριών αυτών ήταν να βρουν τρόπους για να «κάνουν» τις γάτες, ή, ακόμα καλύτερα, να τις «δωροδοκήσουν», ώστε να τρώνε αρκετή από αυτήν την τροφή, προκειμένου να λάβουν την απαραίτητη διατροφή για την επιβίωσή τους.
Η επιστήμη έχει δείξει ότι οι γάτες και οι σκύλοι δεν μπορούν να μυρίσουν ή να καταλάβουν τις τροφές που τους κάνουν καλό.
Θα συνεχίσουν να τρώνε τροφές, οι οποίες τους είναι γευστικά και ως μυρωδιά ελκυστικές, ανεξάρτητα από το αν έχουν διατροφική αξία γι’αυτά.
Μήπως, σας θυμίζει κάτι αυτό; Κάπως έτσι λειτουργούμε κι εμείς. Επιλέγουμε ένα γεύμα που δεν έχει διατροφική αξία, αλλά στη γεύση είναι αρκετά πιο ικανοποιητικό από ό,τι ένα μπολ με φρέσκα λαχανικά.
Σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε ότι στις επεξεργασμένες τροφές υπάρχει η μεγάλη κατηγορία που λέγεται “γευστικές επικαλύψεις“.
Μια γκάμα από γευστικές πούδρες, οι οποίες έρχονται να επικαλύψουν την επεξεργασμένη και έχουν ως βάση τα δημητριακά – τροφή με γεύσεις, στις οποίες οι γάτες δεν μπορούν να αντισταθούν.
Ακριβώς όπως γίνεται με τα δικά μας σνακ.
Αυτή η τροφή είναι δημιούργημα της απαραίτητης χημείας, η οποία θα μας κάνει να εθιστούμε και να θέλουμε να την καταναλώνουμε περισσότερο.
Με τον ίδιο τρόπο λειτουργεί και στην τροφή της γάτας μας. Μια τροφή που, κανονικά, δεν θα είχε καμία γευστική αξία, γίνεται απόλυτα ελκυστική γι’ εκείνη.
Συγκεκριμένα, οι γευστικές επικαλύψεις με βάση τα πυροφωσφορικά (pyrophosphates) έχουν χαρακτηριστεί ως το γατίσιο ναρκωτικό «κρακ».
Ένα άλλο συστατικό που συναντάμε στις επεξεργασμένες τροφές ως ενισχυτικό γεύσης είναι το MSG.
Το ίδιο δεν έχει γεύση. Επιδρά, όμως, στον εγκέφαλο και δουλεύει, κάνοντάς τον να πιστεύει ότι η τροφή έχει ωραία γεύση.
Είναι μια μορφή νευροδιαβιβαστή, η οποία υπερδιεγείρει τον εγκέφαλο και δημιουργεί την υπερπαραγωγή ντοπαμίνης. Και όταν η γάτα μας τρώει την τροφή, έχει την αίσθηση της ικανοποίησης.
Η διαδικασία αυτή, όμως, αλλάζει τη δομή του εγκεφάλου και την ικανότητά του να ανταποκρίνεται στο σήμα που δίνει η ορμόνη της λεπτίνης, η οποία ειδοποιεί το σώμα για κορεσμό.
Γι’ αυτό και οι επεξεργασμένες τροφές που περιέχουν αυτό το συστατικό είναι εθιστικές και δημιουργούν στα ζώα την ανάγκη για περισσότερο φαγητό, χωρίς σταματημό.
Το MSG είναι ένα καλά κρυμμένο συστατικό στην ετικέτα της τροφής, με πάνω από 40 διαφορετικά ονόματα, όπως «φυσικό άρωμα», ή «υδρολυμένη πρωτεΐνη».
Και μην ξεχνάμε ότι, ανέκαθεν, τα πιο εθιστικά τρόφιμα είναι εκείνα που έχουν περισσότερο λίπος και ζάχαρη.
Οι ερευνητές τροφίμων δημιουργούν συνεχώς νέα συστατικά, τα οποία έχουν περισσότερο από αυτά τα δύο, από ό,τι θα συναντούσαμε στη φύση.
Οι επεξεργασμένες τροφές κρύβουν πολύ περισσότερη ζάχαρη από ό,τι μπορούμε να αντιληφθούμε. Κάτι που τις κάνει αρκετά εθιστικές.
Υπάρχουν τόσα που δεν γνωρίζουμε για τις τροφές. Αλλά συνεχώς μαθαίνουμε και ενημερωνόμαστε, έτσι ώστε να ανακαλύπτουμε τι περιέχουν, πώς επιδρούν στον οργανισμό, τόσο στον δικό μας όσο και στων ζώων μας, και τι είναι, τελικά, ωφέλιμο και αληθινό.
Να είστε καλά, εσείς και τα ζωάκια σας!».
▪ Η κυρία Ελένη Παλαιολογοπούλου έχει ολοκληρώσει δύο courses στο Dog’s Naturally University και στο CIVT (College of Iintegrative Veterinary Therapies) και συνεχίζει τις σπουδές της στη διατροφή σκύλου και γάτας. Ως υποστηρικτής της φυσικής ανατροφής αρθρογραφεί σε θέματα που αφορούν τη φυσική διατροφή. Ενημερώνεται συνεχώς για τις εξελίξεις στο χώρο της και διαβάζει επιστημονικά βιβλία κλινικής διατροφής.