Η συμβουλή των ειδικών μέχρι σήμερα ήταν να τρώμε κάτι πριν τη γυμναστική μας. Τώρα, όμως, οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η γυμναστική με άδειο στομάχι θα μπορούσε να έχει σημαντικές θετικές επιδράσεις στην υγεία μας.
Πιο συγκεκριμένα, μία μελέτη που δημοσιεύθηκε Journal of Clinical Endocrinology and Metabolism διαπίστωσε ότι η γυμναστική σε κατάσταση νηστείας βοηθά στον καλύτερο έλεγχο των επιπέδων σακχάρου στο αίμα, πολύ περισσότερο από την άσκηση λίγες ώρες μετά το φαγητό.
Η διαδικασία κατά την οποία το σώμα χρησιμοποιεί αποτελεσματικά την ινσουλίνη είναι γνωστή και ως ευαισθησία στην ινσουλίνη και γενικότερα θεωρείται σημάδι καλής υγείας, με τον τακτικό έλεγχο και τη διαχείριση της ινσουλίνης να θεωρείται παράγοντας πρόληψης και αντιμετώπισης του διαβήτη τύπου 2 ή άλλων μεταβολικών παθήσειων.
Στη μελέτη που διεξήχθη από τα Πανεπιστήμια του Bath και του Birmingham, λοιπόν, περιλαμβάνοντας 30 άνδρες, οι οποίοι διαχωρίστηκαν είτε σε παχύσαρκους είτε σε υπέρβαρους, κατηγορίες που με τη σειρά τους χωρίστηκαν σε δύο ομάδες παρέμβασης.
Για έξι εβδομάδες, η μία ομάδα έτρωγε πρωινό πριν την άσκηση και η άλλη μετά, όπως και η αντίστοιχη ομάδα ελέγχου, ενώ όλοι οι συμμετέχοντες έτρωγαν το βραδινό τους γεύμα στις 8μμ το προηγούμενη βράδυ. Το πρωινό αποτελείτο από ένα ρόφημα υψηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες, ενώ στους συμμετέχοντες δινόταν επίσης ένα εικονικό ρόφημα πριν ή μετά την άσκηση, ανάλογα με την ομάδα στην οποία ανήκαν.
Η άσκηση περιελάμβανε ποδηλασία διάρκειας έως 50 λεπτά τρεις φορές την εβδομάδα, ενώ δεν υπήρχαν άλλοι διατροφικοί κανόνες, εκτός από τους συγκεκριμένους χρόνους του πρωινού και του βραδινού.
Όπως αποδείχθηκε, οι μύες της ομάδας άσκησης πριν το πρωινό είχαν μεγαλύτερη απόκριση στην ινσουλίνη, πράγμα που σημαίνει ότι αυτοί οι συμμετέχοντες χρειάζονταν μικρότερες ποσότητες ινσουλίνης για να μειώσουν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα τους.
Σημειώνεται ότι οι άνθρωποι με χαμηλή ευαισθησία στην ινσουλίνη, κατάσταση ευρύτερα γνωστή ως αντίσταση στην ινσουλίνη, χρειάζονται μεγαλύτερες ποσότητες ινσουλίνης και η κατάσταση αυτή μπορεί να αποτελεί ένδειξη διαβήτη, υψηλής αρτηριακής πίεσης ή υψηλών επιπέδων χοληστερόλης.
«Είναι αξιόλογο ότι η ικανότητα απόκρισης στην ινσουλίνη αυξήθηκε στην ομάδα που ασκούταν πριν το πρωινό, δεδομένου ότι και οι δύο ομάδες άσκησης έχασαν παρόμοια ποσότητα βάρους και βελτίωσαν εξίσου τη φυσική τους κατάσταση. Η μόνη διαφορά ήταν ο χρόνος πρόσληψης του φαγητού, άρα τα ευρήματά μας υποδεικνύουν ότι η αλλαγή του χρόνου που τρώμε σε σχέση με το πότε ασκούμαστε μπορεί να επιφέρει σημαντικές θετικές αλλαγές στη συνολική υγεία μας», σχολιάζει ο Δρ. Javier Gonzalez από το Πανεπιστήμιο του Bath.
«Η εργασία αυτή υποδεικνύει ότι η άσκηση σε κατάσταση νυχτερινής νηστείας μπορεί να αυξήσει τα οφέλη που έχει γενικότερα η γυμναστική για την υγεία των ατόμων, χωρίς άλλες αλλαγές στην ένταση, τη διάρκεια ή την αντίληψη της όλης προσπάθειας», συμπληρώνει με τη σειρά του ο Δρ. Gareth Wallis από το Πανεπιστήμιο του Birmingham.
Τέλος, η μελέτη βρήκε ότι οι μύες των ατόμων της ομάδας άσκησης σε νηστεία είχε περισσότερες πρωτεΐνες που εμπλέκονται στη μεταφορά της γλυκόζης από τη ροή του αίματος στους μύες και ότι έκαιγαν διπλάσια ποσότητα λίπους, πράγμα που σημαίνει ότι χρησιμοποιούσαν περισσότερο λίπος ως «καύσιμο», επειδή τα επίπεδα ινσουλίνης τους ήταν χαμηλότερα.