Οι άνθρωποι που παρακολουθούν τον αριθμό των βημάτων που κάνουν κάθε μέρα μπορεί όχι μόνο να είναι πιo δραστήριοι, αλλά και να μειώνουν τον κίνδυνο εμφάνισης προβλημάτων υγείας που οδηγούν σε συμβάντα όπως η καρδιακή προσβολή ή τα κατάγματα, υποστηρίζει νέα επιστημονική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Plos Medicine.
Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο St. George του Λονδίνου εξέτασαν δεδομένα 1.297 συμμετεχόντων σε κλινικές δοκιμές, κατά τις οποίες κάποιοι επιλέγονταν τυχαία για να φορέσουν βηματομετρητή για διάστημα 12 εβδομάδων, ενώ άλλοι δεν παρακολουθούνταν καθόλου.
Όταν ξεκίνησαν τη δοκιμή, οι άνθρωποι έκαναν περίπου 7.500 βήματα την ημέρα και είχαν 90 λεπτά μέτριας έως έντονης σωματικής δραστηριότητας την εβδομάδα συνολικά, ελάχιστης διάρκειας 10 λεπτών κάθε φορά. Τρία με τέσσερα χρόνια αργότερα, στις ίδιες μετρήσεις οι συμμετέχοντες παρουσίασαν 30 λεπτά μέτριας έως έντονης σωματικής δραστηριότητας επιπλέον, ενώ ήταν και 44% λιγότερο πιθανό να πάθουν κάταγμα και 66% να βιώσουν κάποιο καρδιαγγειακό περιστατικό όπως καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό επεισόδιο.
«Αν κάποιος αρχίσει να περπατά περισσότερο και καταφέρει να διατηρήσει αυτόν τον ρυθμό μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής, εγκεφαλικού επεισοδίου και καταγμάτων για τα επόμενα χρόνια. Οι βηματομετρητές ενδεχομένως να βοηθούν, παρέχοντας μια σαφή εικόνα για την πορεία τους ασθενούς, αλλά και να τους κάνουν να θέτουν ρεαλιστικούς στόχους για τη σταδιακή αύξηση του χρόνου που περπατούν», σημειώνει χαρακτηριστικά η βασική συγγραφέας της μελέτης και καθηγήτρια έρευνας για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα στο Πανεπιστήμιο St. George του Λονδίνου, Δρ. Tess Harris.
Η ηλικία των συμμετεχόντων κατά την έναρξη των δοκιμών κυμαινόταν από τα 45 έως και τα 75 χρόνια και στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι και μη καπνιστές, είχαν καλή υγεία και κανένα ιστορικό καρδιαγγειακών παθήσεων, διαβήτη ή κατάθλιψης.
Αξιολογώντας, λοιπόν, τα αποτελέσματα και τη μεγάλη μείωση του κινδύνου για συμβάντα όπως η καρδιακή ανακοπή και το εγκεφαλικό επεισόδιο, οι ερευνητές τόνισαν ότι 61 από τους συμμετέχοντες έπρεπε να παρακολουθούν τα βήματά τους με βηματομετρητή προκειμένου να αποτρέψουν κάποιο καρδιαγγειακό περιστατικό, ενώ αντίστοιχα 28 άτομα θα έπρεπε να φορούν βηματομετρητή για να αποτρέψουν κάποιο κάταγμα.
Τέλος, οι συμμετέχοντες στη δοκιμή έλαβαν κατευθύνσεις από την επιστημονική ομάδα ώστε να θέσουν κάποιους ρεαλιστικούς στόχους για το περπάτημα, αλλά και να κρατούν ημερολόγια των βημάτων τους, με στόχο τα καλύτερα αποτελέσματα στην υγεία τους.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει, πάντως, να τονίσουμε ότι, παρόλο που οι άνθρωποι που είχαν τους βηματομετρητές παρουσίασαν μικρότερη τάση για εμφάνιση διαβήτη ή κατάθλιψης στο τέλος της μελέτης, η διαφορά μεταξύ αυτών και της ομάδας των συμμετεχόντων που δεν παρακολουθούσαν τα βήματά τους ήταν πολύ μικρή ώστε να αποκλειστεί η πιθανότητα να είναι τυχαία. Γεγονός είναι ότι η μελέτη είχε αρκετούς περιορισμούς, όμως τα συμπεράσματά της είναι πλέον σαφή όσον αφορά στη χρησιμότητα των μετρήσεων του βαδίσματος για την καλή υγεία ενός ατόμου.