* Γράφουν οι: Απόστολος Νταϊλιάνας PHD, Διευθυντής Α’ Γαστρεντερολογικής Κλινικής ΥΓΕΙΑ και Αντώνης Νικολόπουλος, MRCP, Αναπλ. Διευθυντής Α’ Γαστρεντερολογικής Κλινικής ΥΓΕΙΑ

Το κύριο σύμπτωμα της γαστρεντερίτιδας είναι διαρροϊκές κενώσεις που ξεκινούν απότομα (περισσότερες από 3 ημερησίως για λίγες μέρες), συνήθως χωρίς αίμα. Τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν ναυτία και έμετο, κοιλιακό άλγος ή και πυρετό. Σε περιπτώσεις έντονης και παρατεταμένης διάρροιας ή και σε ευπαθείς ομάδες (παιδιά, ηλικιωμένοι ή ασθενείς με άλλα νοσήματα) μπορεί δευτερογενώς, εξαιτίας αφυδάτωσης, να υπάρχουν συμπτώματα όπως ζάλη (ειδικότερα κατά την προσπάθεια έγερσης από καθιστή ή ύπτια θέση – ορθοστατική υπόταση).

Ποιο είναι το αίτιο της γαστρεντερίτιδας;

Μπορεί να είναι βακτηρίδιο (σαλμονέλα, σιγκέλα, καμπυλοβακτηρίδιο, βακτηρίδιο E. coli), ιός, όπως ο ροταϊός ή νοροϊός ή σπανιότερα παράσιτο (αμοιβάδα, λάμβλια). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ροταϊοί είναι κυρίως υπεύθυνοι για τις ιογενείς γαστρεντερίτιδες στα παιδιά, ενώ οι νοροϊοί είναι το συχνότερο αίτιο γαστρεντερίτιδας σε ενήλικες (ιδιαίτερα τους χειμερινούς μήνες). Στο νοροϊό οφείλονται συνήθως και οι επιδημίες σε κρουαζιερόπλοια. Είναι πολύ ανθεκτικός στο περιβάλλον και παραμένει επί μακρόν σε επιφάνειες που έχουν μολυνθεί.
Ο ιατρός πρέπει να σκεφτεί αν πιθανότερο αίτιο είναι κάποιος ιός ή αν πρόκειται για βακτηρίδιο. Η διαφορά είναι σημαντική γιατί στις ιώσεις δεν χρειάζεται αντιβίωση (τα συμπτώματα υποχωρούν από μόνα τους αφού ο ιός «κάνει τον κύκλο του»), ενώ στις βακτηριδιακές λοιμώξεις, που συχνά είναι και αυτές αυτοϊώμενες, μπορεί να χρειαστεί να δοθεί αντιβίωση. Σε περίπτωση παρασιτικής λοίμωξης, που συχνά προκαλεί διάρροια μακρότερης διάρκειας, τα αντιπαρασιτικά φάρμακα είναι διαφορετικά από τα συνήθη αντιβιοτικά.
Εμβολιασμός υπάρχει ως πρόληψη σε παιδιά κάτω των 2 ετών μόνο για ιογενείς γαστρεντερίτιδες από ροταϊούς.

Ποια είναι η αντιμετώπιση της γαστρεντερίτιδας στα αρχικά στάδια, όταν δεν γνωρίζουμε το ακριβές αίτιο;

Κυρίως η ενυδάτωση. Για την ενυδάτωση συνιστάται η λήψη υγρών όπως νερό, τσάι, χαμομήλι και σε σοβαρότερες περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν από του στόματος διαλύματα ηλεκτρολυτών και ζάχαρης, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι συνήθως το λεπτό έντερο, παρά τη λοίμωξη, δεν χάνει την απορροφητική του ικανότητα. Έτσι διατηρείται η ισορροπία ύδατος και αλάτων του οργανισμού. Σε πολύ βαριές περιπτώσεις, με αποβολή μεγάλου όγκου κοπράνων, ιδιαίτερα σε ηλικιωμένα ή εξασθενημένα άτομα, μπορεί να χρειαστεί ενδοφλέβια χορήγηση υγρών και αλάτων, δηλαδή νοσηλεία. Η δίαιτα συνίσταται σε αποφυγή λακτόζης, λιπαρών τροφών και φυτικών ινών.

Πότε σκεφτόμαστε τη χορήγηση αντιβιοτικού;

Όταν θεωρούμε πιθανή τη λοίμωξη από βακτηρίδιο, δηλαδή σε βαριά διάρροια, παρατεινόμενη, με πυρετό ή αίμα στα κόπρανα. Στις περιπτώσεις αυτές ο ιατρός πρέπει να ζητήσει από τον ασθενή δείγμα κοπράνων για καλλιέργεια και να αρχίσει αντιβίωση πριν λάβει τα αποτελέσματα των εξετάσεων (που παίρνουν κατά κανόνα 2- 3 ημέρες). Η επιλογή του αντιβιοτικού γίνεται με βάση την κλινική εκτίμηση του πιθανού βακτηριδίου (όπως σαλμονέλα, σιγκέλα, καμπυλοβακτηρίδιο και  άλλα). Τελευταία είναι διαθέσιμος ο έλεγχος κοπράνων με PCR-film array  για παθογόνα πεπτικού (εξέταση μοριακής βιολογίας) που η ανίχνευση του αιτίου της γαστρεντερίτιδας είναι άμεση και αξιόπιστη. Για το ενδεχόμενο της παρασιτικής λοίμωξης με παρατεινόμενη διάρροια, χωρίς τις παραπάνω ενδείξεις φλεγμονής, ζητούμε παρασιτολογική εξέταση κοπράνων.

Υπάρχουν περιπτώσεις βαριάς βακτηριδιακής διάρροιας που η χορήγηση αντιβιοτικού πρέπει να αποφευχθεί;

Σπάνια συγκεκριμένο βακτηρίδιο που προκαλεί διάρροια με αίμα, μπορεί σε ένα ποσοστό να προκαλέσει βλάβη στους νεφρούς και γενικευμένη νόσο. Η χορήγηση αντιβιοτικού μπορεί να επιδεινώσει την κλινική κατάσταση του ασθενούς αυξάνοντας αυτό το ποσοστό. Υποψιαζόμαστε και αναζητούμε το συγκεκριμένο μικρόβιο (εντεροαιμορραγική E Coli) όταν έχουμε αιμορραγική διάρροια χωρίς πυρετό.

Πώς μεταδίδονται οι ιοί και τα βακτηρίδια που προκαλούν γαστρεντερίτιδα και πώς μπορούμε να προφυλαχτούμε;

Από μόλυνση της τροφής μας με τα μικρόβια αυτά, αν δεν έχουν καταστραφεί με το μαγείρεμα, ή αγγίζοντας την μαγειρεμένη τροφή με μολυσμένα χέρια. Ειδικά ο νοροϊός είναι ιδιαίτερα ανθεκτικός στο περιβάλλον.  Ελαττώνουμε την πιθανότητα αυτή πλένοντας καλά τα φρούτα, τα λαχανικά και τις επιφάνειες κοπής των τροφών, καθώς και τα χέρια μας πριν από το μαγείρεμα. Μαγειρεύουμε καλά το κρέας και το ψάρι, καθώς και τα αβγά. Αποφεύγουμε το απαστερίωτο γάλα ή τα προϊόντα του.

Το ψυγείο όπου διατηρούνται τα τρόφιμα θα πρέπει να είναι στους 4° C ή ψυχρότερο και η κατάψυξη ψυχρότερη των  0° C. Θα πρέπει να αποθηκεύουμε τα αβγά στο πιο κρύο μέρος του ψυγείου (όχι στην πόρτα). Καταψύχουμε κρέατα ή πουλερικά που δεν θα μαγειρέψουμε για 48 ώρες, αφού τα βάλουμε σε πλαστικές σακούλες ώστε να μην «αγγίζουν» άλλες τροφές. Τα ξεπαγώνουμε στο ψυγείο ή στο φούρνο μικροκυμάτων και όχι αφήνοντάς τα έξω. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται βεβαίως από τα εξασθενημένα άτομα και τις εγκύους.