H βιταμίνη D επηρεάζει τη λειτουργία σχεδόν 2.000 διαφορετικών γονιδίων ενώ κομβική είναι και η συνεισφορά της στο να απορροφά ο οργανισμός ασβέστιο και φώσφορο. Χαρακτηρίζεται ως «η βιταμίνη του ήλιου» καθώς ο οργανισμός μας την παράγει φυσικά κατά την έκθεση του δέρματος στον ήλιο. Καλές πηγές της βιταμίνης D ωστόσο είναι και ο σολομός, ο τόνος, οι σαρδέλες, το συκώτι και ο κρόκος αυγού.
Έχουμε ανάγκη την βιταμίνη D για να βοηθηθεί ο οργανισμός στην καταπολέμηση των λοιμώξεων. Η ειρωνία είναι ότι τον χειμώνα όπου έχουμε μεγάλη ανάγκη της βιταμίνης D οι περισσότεροι από εμάς δεν προσλαμβάνουμε επαρκή ποσότητα.
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι η βιταμίνη D επηρεάζει την απορρόφηση των μεταλλικών στοιχείων, είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση του καλού ύπνου και τη μείωση του στρες, ευνοεί τους μηχανισμούς αποτοξίνωσης και απέκκρισης των βαρέων μετάλλων από το σώμα και ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα.
Επομένως πόση βιταμίνη D χρειαζόμαστε και ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος πρόσληψής της;
Η βιταμίνη D αποκαλείται και βιταμίνη του ήλιο επειδή ο βασικός τρόπος σύνθεσής της είναι μέσω της έκθεσης στο ηλιακό φως. Το χειμώνα που περιορίζεται ούτως ή άλλως η έκθεσή στον ήλιο καλό είναι να αυξάνουμε την κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε βιταμίνη D ώστε να λαμβάνουμε τουλάχιστον 600 IU βιταμίνης D καθημερινά.
Έχει διαπιστωθεί ότι τα υψηλά επίπεδα της βιταμίνης D στο αίμα σχετίζονται με μειωμένη συχνότητα εμφάνισης υπέρτασης και καρδιαγγειακών νόσων, καθώς και με μειωμένη συχνότητα εμφάνισης λοιμώξεων του αναπνευστικού και τη διαφοροποίηση και ενεργοποίηση των λευκών αιμοσφαιρίων.
Θεωρείται επίσης σημαντική για την ισορροπία του εντερικού μικροβιώματος μέσω της αύξησης του αριθμού και της ποικιλίας των μικροβίων που διαβιούν στο έντερο, γεγονός που συντελεί και στη μείωση των παραγόντων φλεγμονής στο σώμα. Μάλιστα τα χαμηλά επίπεδά της βιταμίνης D έχουν συσχετιστεί με φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, ενώ έρευνα έχει δείξει ότι σε ασθενείς με φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου στην Ιαπωνία παρατηρείται επιδείνωση των συμπτωμάτων τον χειμώνα.
Το χειμώνα οι άνθρωποι εκτίθενται σε περισσότερες λοιμώξεις και περνούν λιγότερο χρόνο σε ανοικτούς χώρους. Δεν υπάρχει ομοφωνία για την ακριβή ποσότητα πρόσληψης βιταμίνης D από τους υγιείς ενήλικες με τις διάφορες οδηγίες και συστάσεις να ποικίλουν. Το χειμώνα πάντως εκτιμάται ότι η πρόσληψη 600 IU ημερησίως μέσω διατροφής ή συμπληρωμάτων θεωρείται ικανοποιητικός στόχος. Υποστηρίζεται ακόμη πάντως ότι για να αποκομίσουμε τα οφέλη της βιταμίνη D στον οργανισμό πρέπει να διατηρούμε τα επίπεδα στο αίμα πάνω από 50 ng/dl.
Ωστόσο θα πρέπει να σημειωθεί ότι η λήψη υψηλών δόσεων βιταμίνης D εγκυμονεί τον κίνδυνο τοξικότητας μέσω της αύξησης των επιπέδων ασβεστίου στο αίμα. Ο κίνδυνος αυτός δεν προέρχεται από την υπερβολική έκθεση στο ήλιο ή μέσω πρόσληψης μεγάλης ποσότητας τροφών πλούσιων σε βιταμίνη D, αλλά μέσω υπερβολικής πρόσληψης συμπληρωμάτων.
Η βιταμίνη D βοηθά στην απορρόφηση του ασβεστίου από την διατροφή αλλά όταν τα επίπεδά της είναι πολύ υψηλά, αυξάνονται και τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα γεγονός που μπορεί να επιβαρύνει την νεφρική λειτουργία.
Από την άλλη μεριά η λελογισμένη πρόσληψη D του χειμερινούς μήνες μπορεί να οδηγήσει σε πιο υγιή εντερική χλωρίδα και συνακόλουθα καλύτερη άμυνα του οργανισμού σε λοιμώξεις και φλεγμονές καθόλη τη διάρκεια του χρόνου.