Ένας δραστήριος τρόπος ζωής και μια διατροφή πλούσια σε λαχανικά και φρούτα έχουν κομβικό ρόλο στη βελτίωση της υγείας με την πρόληψη των μη μεταδοτικών ασθενειών. Πρόσφατη μελέτη που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο Γιβασκίλα της Φινλανδίας εξέτασε τη σύνδεση της σωματικής άσκησης, με την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών από την παιδική έως τη μέση ηλικία. Εδώ κάποιος θα μπορούσε να αναφωνήσει σκωπτικά «τι πρωτοτυπία!», ωστόσο τα ευρήματα επιβεβαιώνουν, ότι όπως μία κακή επιλογή στον τρόπο ζωής μπορεί να φέρει πολλά διαδοχικά δεινά, έτσι και μια καλή επιλογή ζωής (όπως η συστηματική άσκηση), μπορεί να κάνει το ίδιο.

Η μελέτη διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο της φινλανδικής πόλης Γιβασκίλα, στη Σχολή Αθλητισμού και Επιστημών Υγείας, σε συνεργασία με το Κέντρο Ερευνών LIKES για τη σωματική άσκηση και την υγεία και τα πανεπιστήμια του Τούρκου, του Τάμπερε και του Ελσίνκι και χρηματοδοτήθηκε από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού της Φινλανδίας.

Συγκεκριμένα, η επίμονη σωματική δραστηριότητα από την παιδική ηλικία έως την ενηλικίωση συσχετίστηκε με υψηλότερη και συχνότερη κατανάλωση φρούτων και λαχανικών σε σύγκριση με τη χαμηλή δραστηριότητα ή την αδράνεια. Επιπλέον, εκείνοι οι άντρες που μείωσαν το επίπεδο δραστηριότητάς τους στη μέση ηλικία, κατανάλωναν λιγότερα φρούτα και λαχανικά, σε σχέση με όταν ήταν νέοι. Κατά ξεκάθαρο τρόπο, λοιπόν, όσο πιο πολλά φρούτα και λαχανικά έτρωγαν τόσο πιο πολύ ασκούνταν και όσο πιο λίγα τόσο πιο πολύ αδρανείς έμεναν.  Έτσι, η μείωση της σωματικής άσκησης μπορεί να αποτελέσει δείκτη για πρόσθετο κίνδυνο για την υγεία, εξαιτίας των ταυτόχρονα επιζήμιων αλλαγών στη διατροφή. Αντίθετα, όσοι αύξησαν το επίπεδο δραστηριότητάς τους από την παιδική ηλικία έως την ενηλικίωση φαινόταν να αυξάνουν την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών. Η σύνδεση αυτή ήταν ιδιαίτερα σαφής μεταξύ των γυναικών.

Ουσιαστικά, αυτό που λέει η έρευνα είναι ότι αυτές οι δύο συμπεριφορές υγείας μπορούν να διευκολύνουν η μία την άλλη, λειτουργώντας ως συγκοινωνούντα δοχεία.

Άλλα ενδιαφέροντα συμπεράσματα της έρευνας είναι ότι η εφηβεία ήταν η περίοδος κατά την οποία παρατηρήθηκε πτωτική τάση στην κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, ενώ με την ενηλικίωση μειώνεται σημαντικά η φυσική δραστηριότητα.

Οι επικεφαλής της έρευνας θεωρούν ότι τα ευρήματα αυτά επιτρέπουν στην οργανωμένη πολιτεία να αναπτύξει πολιτικές που θα ενθαρρύνουν την ενσωμάτωση της σωματικής δραστηριότητας στην καθημερινότητα και την υψηλότερη κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, εδραιώνοντας έτσι έναν τρόπο ζωής πιο υγιή και εφαρμόζοντας την πρόληψη στην πράξη.