Γράφει η κυρία Χριστίνα Κωτσόγιαννη  Παθολόγος, Θεραπευτήριο ΥΓΕΙΑ

Ο έρπης ζωστήρας είναι μια ιογενής, επώδυνη, αυτοπεριοριζόμενη νόσος. Προκαλείται από την επανενεργοποίηση, οποιαδήποτε χρονική στιγµή, του ιού που προκαλεί την ανεμοβλογιά, ο οποίος παραμένει στο νευρικό σύστημα σε λανθάνουσα κατάσταση ακόμα και πολλά έτη μετά την αρχική νόσο.

Ο κίνδυνος εμφάνισης του έρπητα ζωστήρα, καθώς και των επιπλοκών του, αυξάνεται με την ηλικία και αφορά συχνότερα άτομα άνω των 50 ετών

Ποια είναι τα συμπτώματα

Τα συμπτώματα του έρπητα ζωστήρα κυμαίνονται από ήπια έως πολύ σοβαρά. Τυπικά εκδηλώνεται με πρώιμες διαταραχές αισθητικότητας (καύσος, παραισθησία, πόνος σταθερός ή διαλείπων σε κάποιο δερμοτόμιο − περιοχή του δέρματος συνδεδεμένη με συγκεκριμένο νωτιαίο νεύρο) διάρκειας 1-10 ημερών, και μπορεί να μιμείται άλλες καταστάσεις (π.χ. θωρακαλγία, ισχιαλγία, ενδοκοιλιακές φλεγμονές κτλ.), ενώ μπορεί να συνοδευτεί από μυαλγίες και πυρετό.

Ακολουθεί, μετά από μερικές ημέρες, εμφάνιση φυσαλιδώδους εξανθήματος, συχνά στο άνω μέρος του σώματος (θώρακα και λαιμό). Το εξάνθημα επουλώνεται σταδιακά (σε λίγες εβδομάδες) αν δεν επιπλακεί με λοίμωξη του δέρματος ή μόνιμες ουλές. Στο 10-20% των περιπτώσεων επηρεάζεται ο οφθαλμός, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε επιδείνωση της όρασης ή ακόμα και σε τύφλωση. Για όσο χρόνο είναι παρούσες οι φυσαλίδες είναι δυνατόν να μεταδοθεί ανεμοβλογιά σε άτομα που δεν έχουν νοσήσει στο παρελθόν.

Αν και στις περισσότερες περιπτώσεις η νόσος είναι αυτοπεριοριζόμενη και ο πόνος υποχωρεί με την επούλωση του εξανθήματος, σε ένα ποσοστό παραμένουν χρόνιες επιπλοκές − ιδίως στις μεγαλύτερες ηλικίες (έως το 20% των πασχόντων από έρπητα ζωστήρα άνω των 50 ετών). Η συχνότερη και σημαντικότερη από αυτές είναι η μεθερπητική νευραλγία, δηλαδή μακροχρόνιος νευροπαθητικός πόνος διάρκειας άνω των 30 ημερών, που προκαλείται ακόμα και από πολύ ήπια ερεθίσματα, όπως η αφή των ρούχων ή ένα ελαφρύ αεράκι. Μπορεί να διαρκέσει μήνες ή ακόμα και χρόνια και οι επιπτώσεις του είναι πολύ σοβαρές, γιατί διαταράσσουν τον ύπνο, την ψυχική υγεία, την εργασία, την κοινωνική ζωή και γενικότερα την ποιότητα ζωής ενώ, επιπλέον, μπορεί να είναι δύσκολο να θεραπευτεί.

Διάγνωση

Η διάγνωση είναι κλινική και στηρίζεται στο ιατρικό ιστορικό και την ιατρική εξέταση του ασθενούς. Η εργαστηριακή ανίχνευση του ιού γίνεται με μοριακή ανίχνευση PCR από δείγμα φυσαλίδων ή αίματος μόνο σε άτυπες περιπτώσεις που αφορούν κυρίως ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς.

Θεραπεία

Η θεραπεία είναι κυρίως συμπωματική και ανακουφιστική με κομπρέσες αλουμινόνερου και τοπικές λοσιόν καλαμίνης. Η χρήση κορτιζόνης είναι αμφιλεγόμενη, ενώ ο πόνος αντιμετωπίζεται με μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, οπιοειδή, αντιεπιληπτικά ή αντικαταθλιπτικά φάρμακα.

Ειδική αντιική θεραπεία (ακυκλοβίρη, φαμσικλοβίρη, βαλασικλοβίρη) δίδεται για μείωση της διάρκειας του εξανθήματος και του νευροπαθητικού πόνου και, για να είναι αποτελεσματική, πρέπει να ξεκινήσει εντός 72 ωρών από την εμφάνιση του εξανθήματος.

Ενδονοσοκομειακή αντιμετώπιση συστήνεται σε σοβαρές καταστάσεις, όπου υπάρχει προσβολή του οφθαλμού, του κεντρικού νευρικού συστήματος ή διάχυτη προσβολή όπως στην περίπτωση ανοσοκατεσταλμένων ασθενών, σε προσβολή περισσοτέρων του ενός δερμοτομίων και σε βακτηριακή επιλοίμωξη των βλαβών του προσώπου.
Προληπτικά συστήνεται εμβολιασμός στους ενήλικες ηλικίας 60-75 ετών, ενώ, σε πολύ ευπαθείς ομάδες, μπορεί να χορηγηθεί ενδοφλέβια ανοσοσφαιρίνη μετά από έκθεση στον ιό.

 

H κυρία Χριστίνα Κωτσόγιαννη, είναι Παθολόγος στο Νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ