Οι άνθρωποι που έχουν ένα χαρούμενο έτερο ήμισυ, άρα και έναν μακρό έγγαμο βίο, ζουν και περισσότερα χρόνια, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο Psychological Science.

«Η ικανοποίηση από τον/την σύντροφο σχετίζεται με την θνησιμότητα, ανεξαρτήτως της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης, άλλων δημογραφικών χαρακτηριστικών και της κατάστασης της υγείας», εξηγεί η ερευνήτρια και συγγραφέας της μελέτης Olga Stavrova, από το Πανεπιστήμιο του Τιλμπουργκ στην Ολλανδία.

Η Δρ. Stavrova μελέτησε στοιχεία που αφορούσαν σε περίπου 4.400 ετεροφυλόφιλα ζευγάρια στις ΗΠΑ, τα οποία ήταν άνω των 50 ετών. Σε όλα τα ζευγάρια και τα δύο μέλη ήταν εν ζωή όταν έγινε η έρευνα, που χρηματοδοτήθηκε από το Εθνικό Ινστιτούτο Γήρανσης της χώρας.

Για έως οκτώ χρόνια οι συμμετέχοντες και οι σύντροφοί τους ανέφεραν τα επίπεδα ικανοποίησης τους από τη ζωή τους και διάφορους άλλους παράγοντες που υποθετικά σχετίζονται με τη θνησιμότητα, περιλαμβανομένης της υποστήριξης από το έτερο ήμισυ και τη συχνότητα της σωματικής δραστηριότητας. Επίσης, αυτοαξιολογούσαν την υγεία τους και είχαν παράσχει στοιχεία για τη νοσηρότητα τους, το φύλο, την ηλικία τους στην αρχή της μελέτης, την εθνικότητα, το μορφωτικό επίπεδο, το οικογενειακό εισόδημα και τη θνησιμότητα του/της συντρόφου.

Στο τέλος της οκταετίας, περίπου το 16% των συμμετεχόντων είχαν αποβιώσει. Όσοι είχαν πεθάνει έτεινα να είναι μεγαλύτερης ηλικίας, άνδρες, λιγότερο μορφωμένοι, λιγότερο υγιείς, λιγότερο σωματικά δραστήριοι και σε χειρότερη κατάσταση υγείας γενικότερα, συγκριτικά με εκείνους που ήταν εν ζωή. Ακόμα οι αποβιώσαντες έτειναν να έχουν αναφέρει λιγότερη ικανοποίηση από την έγγαμη σχέση τους αλλά και ο/η σύντροφός τους επίσης είχε αναφέρει λιγότερη ικανοποίηση από τη ζωή. Οι σύζυγοι των ατόμων που είχαν πεθάνει ήταν επίσης πιθανότερο να πεθάνουν και οι ίδιοι εντός των οκτώ ετών της μελέτης, εν συγκρίσει με τους εκείνους των οποίων οι σύζυγοι ήταν ακόμα εν ζωή.

Η μελέτη δείχνει εν ολίγοις ότι όσο μεγαλύτερη η ικανοποίηση από τον συζυγικό βίο τόσο χαμηλότερος ο κίνδυνος θνησιμότητας. Συγκεκριμένα ο κίνδυνος αυτός αυξάνει με βραδύτερο ρυθμό από τον κίνδυνο των συμμετεχόντων με συζυγική δυσαρέσκεια.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο συσχετισμός συζυγικού βίου και θνησιμότητας ίσχυε παρά τον συνυπολογισμό παραμέτρων, όπως μείζονες κοινωνικοοικονομικές μεταβλητές, η συζυγική θνησιμότητα και η αυτοαναφερόμενη υγεία και νοσηρότητα.

Η Δρ. Stavrova αναλύοντας λίγο περισσότερο τα δεδομένα που είχε στη διάθεσή της παρατήρησε τέλος ότι η υψηλή συζυγική ικανοποίηση σχετιζόταν με περισσότερη σωματική δραστηριότητα των μελών του ζεύγους και μειωμένη θνησιμότητα.