Ακόμα πιο επιβλαβές μπορεί να είναι το καθημερινό στρες για τα άτομα με κατάθλιψη.
Μία ομάδα ερευνητών από το Penn State διαπίστωσε οι ενήλικες με κατάθλιψη που είχαν βιώσει στρες το προηγούμενο 24ωρο είχαν χειρότερη ενδοθηλιακή λειτουργία, μία διαδικασία που βοηθά τη ρύθμιση της κυκλοφορίας του αίματος.
Η Lacy Alexander, αναπληρώτρια καθηγήτρια κινησιολογίας, δήλωσε πως τα αποτελέσματα βοηθούν στην εξήγηση των σχέσεων μεταξύ του στρες, της κατάθλιψης και των καρδιαγγειακών παθήσεων και μπορούν να συμβάλουν στο σχεδιασμό στρατηγικών μελλοντικής παρέμβασης και πρόληψης.
«Αυτή η μελέτη θα μπορούσε να αποτελέσει μια σημαντική αφετηρία για να διερευνηθεί εάν η εκμάθηση συμπεριφορικών στρατηγικών κατά την αντιμετώπιση καθημερινών στρεσογόνων παραγόντων θα μπορούσε να είναι προστατευτική για την καρδιαγγειακή υγεία. Για παράδειγμα η ενσυνειδητότητα ή η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία θα μπορούσε να είναι επωφελής όχι μόνο για τους νέους, υγιείς ενήλικες αλλά και για όσους κινδυνεύουν από καρδιαγγειακές παθήσεις», δήλωσε η Δρ. Alexander.
Προηγούμενες έρευνες έχουν συσχετίσει τη χρόνια έκθεση στο στρες με την ανάπτυξη καρδιαγγειακών παθήσεων. Οι ερευνητές εξακολουθούν όμως να μη γνωρίζουν τον ακριβή μηχανισμό που το στρες επηρεάζει το σώμα και μπορεί να οδηγήσει σε καρδιαγγειακές παθήσεις.
Η επικεφαλής της μελέτης Jody Greaney, δήλωσε πως επειδή η κατάθλιψη συνδέεται επίσης με καρδιαγγειακές παθήσεις, η ίδια αλλά και οι άλλοι ερευνητές θέλησαν να κατανοήσουν πως το άγχος, η κατάθλιψη και η αγγειακή λειτουργία συνδέονται.
Στη μελέτη συμμετείχαν 43 υγιείς ενήλικες οι οποίοι δεν είχαν καρδιαγγειακές παθήσεις, δεν κάπνιζαν και ήταν δημιουργικά ενεργοί. Οι ερευνητές αξιολόγησαν επίσης τους συμμετέχοντες για συμπτώματα κατάθλιψης.
Την ημέρα του πειράματος, οι συμμετέχοντες ανέφεραν τυχόν στρεσογόνους παράγοντες που είχαν βιώσει τις προηγούμενες 24 ώρες, συμπεριλαμβανομένων λογομαχιών με φίλους ή συγγενείς, ή κάποιου αγχωτικού συμβάντος στο χώρο εργασίας ή τη σχολή.
Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης την ενδοθηλιακή λειτουργία των εθελοντών εισάγοντας μία μικροσκοπική ίνα κάτω από το δέρμα των βραχιόνων των συμμετεχόντων. Η ίνα τους επέτρεψε να εφαρμόσουν μία μικρή ποσότητα ακετυλοχολίνης, η οποία στη συνέχεια επηρέασε κάποια αιμοφόρα αγγεία. Οι ερευνητές ακολούθως εξέτασαν πώς το φάρμακο επηρέασε την ενδοθηλιακή λειτουργία αυτών των αγγείων.
Εκτός από το στρες που συνδέεται με την επιδείνωση της ενδοθηλιακής λειτουργίας στα άτομα με κατάθλιψη, οι ερευνητές βρήκαν και άλλα συμπτώματα που σχετίζονται με την κατάθλιψη.
«Οι ενήλικες με κατάθλιψη βίωσαν επίσης περισσότερο στρες και το αξιολόγησαν ως πιο σοβαρό συγκριτικά με τους υγιείς ενήλικες που δεν είχαν συμπτώματα κατάθλιψης, γεγονός που επιβεβαιώνει τη σχέση μεταξύ στρες και κατάθλιψης», ανέφερε η Δρ. Greaney. Επιπρόσθετα, οι ενήλικες με κατάθλιψη ενδέχεται να έχουν χειρότερη αγγειακή λειτουργία γενικά, αν και η ενδοθηλιακή λειτουργία ήταν χειρότερη όταν η κατάθλιψη και το στρες είχαν συνδυαστεί».
«Έχουμε συνηθίσει να ασχολούμαστε με τους ειδικούς μηχανισμούς της αγγειακής λειτουργίας χωρίς ποτέ να εξετάσουμε το ψυχολογικό προφίλ αυτού του ατόμου. Αυτή η μελέτη προτείνει ότι είναι πολύ σημαντικό να σκεφτόμαστε την αλληλεπίδραση φυσιολογίας και ψυχολογίας».