Το διαζύγιο είναι μια επώδυνη συνήθως διαδικασία που επιδρά αρνητικά στη σωματική και ψυχική υγεία, σύμφωνα με μια νέα δανική επιστημονική έρευνα, την πρώτη που εξέτασε τις επιπτώσεις αμέσως μετά από ένα διαζύγιο. Όσο μεγαλύτερη είναι η σύγκρουση ανάμεσα στους δύο πρώην συντρόφους, τόσο σοβαρότερες τείνουν να είναι και οι επιπτώσεις, ιδίως για την ψυχική υγεία τους.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, με επικεφαλής τον καθηγητή Γκερντ Χαλντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό ψυχολογίας “Frontiers in Psychology”, εξέτασαν τις περιπτώσεις 1.856 πολύ πρόσφατων διαζυγίων (η μελέτη έγινε σε διάστημα έως πέντε μόνο ημερών μετά το χωρισμό).
Διαπιστώθηκε ότι «η σωματική και η ψυχική υγεία των δύο πρώην συντρόφων αμέσως μετά το διαζύγιο ήταν σημαντικά χειρότερη σε σχέση με εκείνη του γενικού πληθυσμού». Η μελέτη επισημαίνει ότι συχνά ένα διαζύγιο τραβά σε μάκρος εωσότου ολοκληρωθεί και στο μεταξύ τα όποια ψυχικά τραύματα επουλώνονται, γι’ αυτό οι προηγούμενες μελέτες πάνω στο ζήτημα -οι οποίες δεν έγιναν άμεσα μετά το χωρισμό- έτειναν να υποεκτιμούν τη σοβαρότητα των επιπτώσεων.
Η μελέτη, μεταξύ άλλων, διαπίστωσε ότι μετά από ένα διαζύγιο καλύτερη σωματική υγεία μεταξύ των χωρισμένων ανδρών έχουν αυτοί με τα υψηλότερα εισοδήματα και με νεότερη ηλικία, ενώ καλύτερη ψυχική υγεία έχουν εκείνοι με περισσότερα παιδιά, όσοι έχουν ήδη βρει νέα σύντροφο και εκείνοι που είχαν ξαναπεράσει διαζύγιο στο παρελθόν (η πείρα πάντα μετράει…).
Μεταξύ των γυναικών, μετά από ένα διαζύγιο καλύτερη υγεία έχουν όσες βγάζουν περισσότερα χρήματα, όσες έχουν βρει νέο σύντροφο και όσες είχαν λιγότερα διαζύγια στο παρελθόν, ενώ καλύτερη ψυχική υγεία έχουν όσες είχαν αυτές την πρωτοβουλία για το διαζύγιο (και όχι ο σύντροφος τους), καθώς και όσες έχουν βρει…διάδοχο.