Ιανουάριος 2020. Ο νέος κορωνοϊός που εντοπίστηκε στην κινεζική πόλη Ουχάν, εισέβαλε στη ζωή μας και ανέτρεψε την καθημερινότητά μας. Μέσα σε αυτές τις ανατροπές γεννήθηκαν σε παγκόσμιο επίπεδο νέοι όροι, όπως «καραντίνα», «μένουμε σπίτι», «κοινωνική απόσταση», «κοινωνική απομόνωση», με τα νέα αυτά δεδομένα να επηρεάζουν αναπόφευκτα τις ενδοοικογενειακές και κοινωνικές μας σχέσεις. Ο κόσμος αλλάζει, μαζί του και η ζωή μας, μέσα του κι εμείς.
Οι παρενέργειες της καραντίνας
Η καραντίνα αποτελεί συνήθως μια δύσκολα διαχειρίσιμη κατάσταση, μια δυσάρεστη εμπειρία. Απομακρυνθήκαμε από την οικογένεια, τους φίλους, τη δουλειά μας. Μας απαγορεύτηκαν η φυσική επαφή, το φιλί, η αγκαλιά, ο χαιρετισμός. Αναπτύξαμε μια φοβία επαφής στην ιδέα της συνεύρεσης με άλλους συνανθρώπους μας. Απομονωθήκαμε συναισθηματικά, πληγήκαμε από άγχος, φόβο και ανασφάλεια για την εξέλιξη της νόσου και τις επιπτώσεις στην υγεία μας, φορτωθήκαμε αβεβαιότητα, ευερεθιστότητα, απώλεια της ελευθερίας, μοναξιά, πλήξη, στιγματισμό. Η ψυχολόγος Μαρία Παπαδάκη μάλιστα σημειώνει σχετικά με αυτές τις εξελίξεις: «Οι επιπτώσεις μιας καραντίνας στην ψυχική μας υγεία είναι ποικίλες και αυτό έχει ως αποτέλεσμα ψυχοσωματικά προβλήματα, κατάθλιψη, ακόμη και εμφάνιση μετατραυματικού στρες αν η καραντίνα διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα». Η αίσθηση της μοναξιάς είναι κάτι που παίρνει μεγάλη διάσταση κατά τη διάρκεια μιας καραντίνας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τη βιώνουν όλοι οι άνθρωποι με την ίδια ένταση και στον ίδιο
βαθμό. «Η μοναξιά είναι μια επώδυνη σχεσιακή εμπειρία, στην οποία απουσιάζει η επαφή του ατόμου τόσο με τον εαυτό του όσο και με το περιβάλλον του. Ο άνθρωπος νιώθει μόνος και απομονωμένος. Μπορεί λόγω του κοινωνικού περιορισμού να είναι κάποιος μόνος πραγματολογικά, αλλά ψυχικά να μη νιώθει μόνος. Δεν σημαίνει, λοιπόν, ότι εξαιτίας του περιορισμού θα αναπτυχθεί και το αίσθημα της μοναξιάς. Προκειμένου να καταφέρει να μην αισθάνεται μοναξιά, θα πρέπει να συνειδητοποιήσει αυτό το συναίσθημα, να το αναγνωρίσει, να το βιώσει και να το αποδεχτεί. Πρέπει να προσπαθήσει να το εκφράσει και να το εξωτερικεύσει. Αυτό θα συμβάλει στην εσωτερική του αλλαγή. Αν δεν συσχετιστεί πρώτα από όλα με τον εαυτό του, δεν θα μπορέσει εύκολα να το πράξει με άλλον συνάνθρωπό του».
Δεν άλλαξε κάτι… αλλάξαμε εμείς
Παρά την αλλαγή της καθημερινότητάς μας, ανακαλύψαμε τρόπους επαφής και μάθαμε να σχετιζόμαστε με τα πρόσωπα του περιβάλλοντός μας ίσως πιο αληθινά από ποτέ. Αρθρώσαμε φράσεις που σπάνια χρησιμοποιούσαμε, όπως «μου έλειψες» και «σε πεθύμησα», εκτιμήσαμε καταστάσεις που αντιμετωπίζαμε ως δεδομένες, όπως μια βόλτα με φίλους ή ένα κάλεσμα στο σπίτι, και αλλάξαμε τον τρόπο που κοιτάζαμε πρόσωπα, πράγματα και καταστάσεις: «Ο άνθρωπος κατάφερε να βρει εναλλακτικούς τρόπους διατήρησης των κοινωνικών του επαφών. Λόγω του μεγάλου χρόνου παραμονής του στο σπίτι, εκμεταλλεύτηκε τις ελεύθερες ώρες του και αφιέρωσε χρόνο και στην επικοινωνία με ανθρώπους είτε του οικογενειακού είτε του κοινωνικού του περιβάλλοντος, κάτι που με τις προηγούμενες συνθήκες της ζωής του δεν μπορούσε να διατηρήσει εξαιτίας του φορτικού προγράμματος της καθημερινότητάς του», λέει η κυρία Παπαδάκη και συνεχίζει: «Ανακάλυψε τον σημαντικό ρόλο της τεχνολογίας, η οποία συνέβαλε πολύ στη διατήρηση της κοινωνικοποίησης. Η συναισθηματική σύνδεση, η αλληλοϋποστήριξη και η αίσθηση συντροφικότητας αποτέλεσαν καταλύτες στην αντιμετώπιση της κοινωνικής απομόνωσης».
Τα αγκάθια της αναγκαστικής συμβίωσης
Η καραντίνα επέφερε αξιοσημείωτη αλλαγή στην ενδοοικογενειακή ζωή. Οι σύντροφοι που συμβιώνουν μέσα σε ένα σπίτι, βρέθηκαν μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα που τους ανάγκασε να βρίσκονται μαζί στον ίδιο χώρο όλο το εικοσιτετράωρο. Ήταν σχεδόν αναπόφευκτο να μην επηρεαστούν οι διαπροσωπικές σχέσεις από αυτή την περίοδο του εγκλεισμού. Επικράτησε μια πρωτόγνωρη συνθήκη, μέσα στην οποία χάθηκαν τα όρια των ρόλων του κάθε συντρόφου, αναπτύχθηκε ο φόβος για τις επιπτώσεις της πανδημίας, ξέσπασε θυμός για την απώλεια ελέγχου, εντάσεις, ανία, αβεβαιότητα και ανησυχία για οικονομικά θέματα και όλα αυτά μαζί συνέθεσαν μια δύσκολη συμβίωση: «Οι σύντροφοι ήρθαν αντιμέτωποι με τους διαφορετικούς τους ρόλους. Για όσους εργάζονταν από το σπίτι, έπρεπε να διαχωρίσουν τις ώρες που ήταν εργαζόμενοι, τις ώρες που ήταν σύντροφοι, τις ώρες που περνούσαν με τον εαυτό τους, τις ώρες που είχαν κοινωνικές συναναστροφές, κι αν υπάρχουν παιδιά, τις ώρες που ήταν γονείς. Τα όρια μεταξύ της εργασίας και της προσωπικής και οικογενειακής ζωής μπλέχτηκαν κι εκεί ακριβώς αναδείχτηκαν αρκετά ζητήματα που μετατράπηκαν σε συγκρούσεις», λέει η ψυχολόγος και συνεχίζει: «Τα ζευγάρια που οδηγήθηκαν σε συγκρούσεις είναι εκείνα που ο θυμός τους πρωτοστατεί και μπαίνει σε έναν φαύλο κύκλο. Δεν έχουν μάθει την εποικοδομητική και σωστή επικοινωνία και δεν ξέρουν τον τρόπο να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Υπήρξε δυσκολία διαχείρισης διαφόρων καταστάσεων που προέκυψαν μέσα από τη νέα τους ρουτίνα. Δυσκολεύτηκαν να προσαρμοστούν στη νέα συνθήκη, δεν μπορούσαν να αντικαταστήσουν διάφορες συνήθειές τους με καινούριες και δεν εκμεταλλεύτηκαν σωστά τον παραπάνω χρόνο. Θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί πως μια καραντίνα δεν αποτελεί αιτία διακοπής μιας σχέσης ή διαζυγίου. Επηρεάζει σχέσεις μη υγιείς, που πριν από όλη αυτή την κρίση της πανδημίας παρουσίαζαν κάποιες δυσλειτουργίες, κάποια προβλήματα συμπεριφοράς, είχαν μια συντροφική απομάκρυνση και ασυμφωνία και σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρχε και τρίτο πρόσωπο, το οποίο λειτουργούσε ως υποκατάστατο της ισορροπίας. Ο εγκλεισμός φάνταζε για εκείνους αβάσταχτος, καθώς απειλήθηκε το αίσθημα της ελευθερίας τους και ένιωσαν εγκλωβισμένοι. Η ενδοοικογενειακή βία επίσης φάνηκε να αποκτά μεγαλύτερες διαστάσεις αυτή τη δύσκολη εποχή. Σε έναν άνθρωπο που έχει ασκήσει βία παλιότερα, κάτω από αυτές τις συνθήκες την ασκεί ευκολότερα και με μεγαλύτερη συχνότητα».
Τα σωτήρια όρια
Η συμβίωση μέσα στον καταναγκαστικό εγκλεισμό μπορεί να γίνει πιο λειτουργική όταν θέτουμε όρια. Τα όρια αποτελούν τη βασικότερη παράμετρο της αντιμετώπισης των συγκρούσεων μιας συμβίωσης. Οι σύντροφοι, οι σύζυγοι, οι γονείς, θα πρέπει να αναγνωρίσουν τη νέα συνθήκη που επέβαλε η κρίση, να την αποδεχτούν και να προσαρμοστούν σε αυτή. Οι γονείς οφείλουν να ενημερώσουν και να εξηγήσουν με ρεαλισμό στα παιδιά την κατάσταση. Στη συνέχεια μπορούν να δημιουργήσουν ένα πρόγραμμα με κανόνες και να οργανώσουν με αυτόν τον τρόπο όλες τις υποχρεώσεις τους. Οι σύντροφοι μπορούν και οφείλουν να υιοθετήσουν κάποιες τεχνικές προκειμένου να μειώσουν τις συγκρούσεις και να απολαμβάνουν πράγματα της νέας τους καθημερινότητας. Είναι σημαντικό το ζευγάρι να διατηρήσει έναν προσωπικό χώρο, όπου εκεί θα αισθάνεται ασφάλεια. Μπορεί επίσης, να εντάξει στη ρουτίνα του δραστηριότητες που θα να συνδυαστούν από κοινού, όπως να ακούσει μουσική, να κάνει γυμναστική ή περπάτημα σε εξωτερικό χώρο, να δει μια ταινία. Θα καταφέρει έτσι να μοιραστεί πολλά από τα κρυμμένα συναισθήματά του και θα γεμίσει από ευφορία.
Πάλι από την αρχή με την πανδημία μάθημα ζωής
Κι όταν όλο αυτό τελειώσει πώς θα είναι άραγε η ζωή μας; Σε αυτό το καίριο ερώτημα δεν υπάρχει απάντηση καθώς όλοι μας είμαστε διαφορετικοί μεταξύ μας. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο άνθρωπος επιβιώνει όταν συμβιβαστεί και συμφιλιωθεί με την ιδέα της αβεβαιότητας και των συνεχόμενων αλλαγών. Όπως λέει χαρακτηριστικά η κυρία Παπαδάκη: «Θα πρέπει να υιοθετήσουμε μια συμπεριφορά προσαρμοστική στις νέες συνθήκες και να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν θα έχουμε τον πλήρη έλεγχο. Θα έρθουμε αντιμέτωποι με την έλλειψη της παντοδυναμίας μας, καθώς πιστεύαμε πως κάποια πράγματα, οι σχέσεις μας, οι επαφές μας, ήταν δεδομένες. Ο εγκλεισμός αυτός είναι στο χέρι μας να μετατραπεί σε μια περίοδο προσωπικής ανασκόπησης, ανάληψης ευθυνών, και ανασυγκρότησης των σχέσεων. Θα δοκιμαστούν τα συναισθήματά μας και θα έχουμε πολύ πιο ξεκάθαρη εικόνα για τις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Το μόνο που χρειάζεται είναι η αγάπη, η καλή θέληση και ο αλληλοσεβασμός. Ο κορωνοϊός θα έχει τελικά και διδακτικό χαρακτήρα και θα αποτελέσει για όλους μας ένα μάθημα ζωής. Είναι στη δική μας αρμοδιότητα να αλλάξουμε προς το καλύτερο. Ίσως είναι η κατάλληλη στιγμή και για τη δική μας επανεκκίνηση, αρκεί να είμαστε πρόθυμοι να αλλάξουμε προς το καλύτερο».
*Σε συνεργασία με την ψυχολόγο Μαρία Παπαδάκη