Οι τρίχες που καλύπτουν το σώμα και το κεφάλι μας θεωρούνται υπολείμματα από την εξελικτική διαδικασία του ανθρώπινου είδους. Η σκοπιμότητα της παρουσίας τους στον σύγχρονο άνθρωπο είναι υπό συζήτηση.
Παρ΄όλα αυτά, οι τρίχες της κεφαλής μας διατηρούν πάντα μία υψηλή κοσμητική αξία και αποτελούν επίκεντρο τάσεων μόδας και «lifestyle». Επομένως, κάθε πρόβλημα υγείας του τριχωτού της κεφαλής μας είναι δικαιολογημένο να μας αναστατώνει και να μας στενοχωρεί.
Στη Δερματολογία χρησιμοποιούμε συχνά τον όρο «αλωπεκία» (και όχι αλωπεκίαση), εννοώντας γενικά την αυξημένη απώλεια και αραίωση τον τριχών ανεξαρτήτως αιτιολογίας.
Φυσιολογικά ένας νέος ενήλικας μπορεί να χάνει 120-150 τρίχες ημερησίως από το τριχωτό της κεφαλής, τις οποίες και αναπληρώνει χωρίς θεραπείες. Οι ασθενείς προσέρχονται συχνά θορυβημένοι στο Δερματολογικό ιατρείο μόλις παρατηρήσουν μία μεταβολή όπως αυξημένη απόπτωση ή ορατή αραίωση. Ο ειδικός Δερματολόγος είναι αυτός που θα αναλάβει να εξετάσει σωστά τον ασθενή, ώστε να τον ενημερώσει και να τον θεραπεύσει.
Η κλινική εξέταση, που περιλαμβάνει την κλασική μεγεθυντική λάμπα, το ειδικό δερματοσκόπιο και, σε ορισμένες περιπτώσεις, την επιτέλεση τριχογράμματος, είναι συχνά αρκετή. Δεν αποκλείεται, όμως, να χρειασθούν και εργαστηριακές εξετάσεις, όπως γενική αίματος, σίδηρος, έλεγχος λειτουργίας του θυρεοειδή, έλεγχος ορμονών του φύλου αλλά και κάποιες πιο εξειδικευμένες εξετάσεις.
Ουσιαστικά ο Δερματολόγος μπορεί και να εξαντλήσει τη διερεύνηση, μέχρι να βεβαιωθεί για το είδος της αλωπεκίας του ασθενούς του. Το βασικό ερώτημα είναι το εάν ο/η ασθενής πάσχει από «ουλωτική» ή από «μη ουλωτική» αλωπεκία. Η πρώτη είναι πιο προβληματική, με περιορισμένες δυνατότητες θεραπείας αλλά ευτυχώς και πολύ πιο σπάνια. Ουλωτικές αλωπεκίες προκύπτουν όταν το τριχωτό της κεφαλής έχει προσβληθεί από κάποιες όχι συχνές παθήσεις, όπως ο θυλακικός λειχήνας, ο δισκοειδής ερυθυματώδης λύκος κ.ά., ή εάν έχουν προηγηθεί εγκαύματα και σοβαρά τραύματα.
Η δεύτερη (η μη ουλωτική) είναι σαφώς συχνότερη και περιλαμβάνει τις πιο γνωστές μορφές αλωπεκίας, οι οποίες και θεωρούνται θεραπεύσιμες ή ελεγχόμενες σε μεγάλο βαθμό. Εδώ περιλαμβάνονται η ανδρογενετική αλωπεκία ανδρικού προτύπου (κλασική αραίωση των ανδρών), η ανδρογενετική αλωπεκία θηλυκού προτύπου (κλασική αραίωση γυναικών ιδίως μετά την εμμηνόπαυση), η γυροειδής αλωπεκία, η διάχυτη αλωπεκία κ.ά.
Οι ανωτέρω δύο μορφές ανδρογενετικής αλωπεκίας είναι συχνά και κληρονομούμενες. Η γυροειδής αλωπεκία (πλήρης απώλεια τριχών σε μικρές ή μεγάλες εστίες) μπορεί να συνυπάρχει με υπολειτουργία του θυρεοειδή ή ψυχικό stress. Η διάχυτη αλωπεκία παρουσιάζει εποχικές εξάρσεις (άνοιξη, φθινόπωρο), μπορεί να παρατηρηθεί στη μητέρα τους πρώτους μήνες μετά τον τοκετό και είναι εντονότερη σε ασθενείς με σιδηροπενική αναιμία ή με τη λήψη συγκεκριμένων φαρμάκων.
Οι θεραπείες που επιλέγουμε εξαρτώνται από το είδος της (μη ουλωτικής) αλωπεκίας που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Για την ανδρογενετική αλωπεκία ανδρικού προτύπου εφαρμόζουμε τοπικά ουσίες που αυξάνουν την αιμάτωση της μήτρας (ρίζας) των τριχών (π.χ. μινοξιδίλη) και φόρμουλες με ιχνοστοιχεία. Επίσης, χορηγούμε από το στόμα αντιανδρογόνα σε χαμηλή ημερήσια δόση (φιναστερίδη). Γενικά, οι θεραπείες αυτές πρέπει να δίνονται σε πολύμηνη βάση, προκειμένου να προσφέρουν το αποτέλεσμα που μπορούν. Ωστόσο, εδώ υπάρχουν και άλλες δύο επιλογές: οι επαναλαμβανόμενες συνεδρίες αυτόλογης μεταμόσχευσης αιμοπεταλίων (PRP ) και η αυτόλογη μεταμόσχευση τριχών. Η τελευταία πρέπει να γίνει στο κατάλληλο timing (π.χ. η θεραπεία δεν θα είναι επιτυχής, εάν η αραίωση έχει ήδη εξελιχθεί σημαντικά).
Μελλοντική και ίσως σημαντική προσδοκία θα μπορούσε να είναι η έγχυση βλαστοκυττάρων. Όχι ακόμα όμως για τη συγκεκριμένη χρήση. Ο ευεργέτης επιστήμονας ακόμα αναμένεται!
Περίπου τα ίδια ισχύουν και για τη θεραπεία της ανδρογενετικής αλωπεκίας θηλικού προτύπου, στην οποία όμως δεν συνιστάται η φιναστερίδη.
Η γυροειδής αλωπεκία εμφανίζεται σε παιδιά και ενήλικες και γενικά θορυβεί πολύ τους ασθενείς και το περιβάλλον τους. Ευτυχώς, όμως, πολλές φορές αυτοϊάται. Το ψυχικό stress μπορεί να τη διατηρήσει ή να την επιδεινώσει. Θεραπευτικά μπορούμε να έχουμε ικανοποιητικά αποτελέσματα με επαναλαμβανόμενες τοπικές («ενδοβλαβικές») εγχύσεις στεροειδούς φαρμάκου από ειδικό Δερματολόγο. Άλλη επιλογή είναι η τοπική, επαναλαμβανόμενη επάλειψη ερεθιστικών για το δέρμα ουσιών. Σε σαφώς λίγες περιπτώσεις η νόσος προκαλεί εκτεταμένες απώλειες τριχών ή επαναλαμβανόμενα επεισόδια. Στις περιπτώσεις αυτές η θεραπευτική προσέγγιση γίνεται πιο σύνθετη.
Στη διάχυτη αλωπεκία ισχύουν όσα αναφέρθηκαν και για την τοπική θεραπεία της ανδρογενετικής αλωπεκίας. Έμφαση επίσης δίνεται στην αναπλήρωση σιδήρου, στη χορήγηση καψουλών κυστίνης και ιχνοστοιχείων κ.ά.
Λύσεις υπάρχουν για πάρα πολλούς, αν όχι για όλους. Επίσης, νέες εξελίξεις αναμένονται. Έχει σημασία η τακτική επαφή με τον Δερματολόγο, και για τη διατήρηση του αποτελέσματος της θεραπείας αλλά και για την υπεύθυνη ενημέρωση του ασθενούς.,