Ο σίδηρος είναι απαραίτητος στον οργανισμό γιατί συμμετέχει σε πολλές σημαντικές αντιδράσεις καθώς και στη σύνθεση της αιμοσφαιρίνης. Τα ερυθρά αιμοσφαίρια έχουν ως κύρια αποστολή τη μεταφορά του οξυγόνου σε όλα τα κύτταρα του οργανισμού, η οποία γίνεται με τη βοήθεια της αιμοσφαιρίνης. Η ελάττωση της αιμοσφαιρίνης συνοδευόμενη κατά κανόνα και από μείωση του αιματοκρίτη (κάτω από 40% και 36% σε άνδρες και γυναίκες, αντίστοιχα) χαρακτηρίζεται ως αναιμία. Η αναιμία που οφείλεται σε έλλειψη σιδήρου ονομάζεται σιδηροπενική και είναι η συχνότερη μορφή αναιμίας σε όλο τον κόσμο.

Συμπτώματα αναιμίας
Η μείωση της αιμοσφαιρίνης σημαίνει ανεπαρκή οξυγόνωση των ιστών του οργανισμού. Ετσι εξηγούνται και τα συνήθη συμπτώματα κάθε αναιμίας, όπως εύκολη κόπωση, δύσπνοια στην προσπάθεια, αδυναμία συγκέντρωσης ή και στηθάγχη (πόνος στο στήθος, συνήθως σαν σφίξιμο) σε άτομα με προϋπάρχουσα στεφανιαία νόσο. Οι εκδηλώσεις της αναιμίας είναι πιο έντονες όταν οι ανάγκες των ιστών σε οξυγόνο είναι αυξημένες (π.χ. έντονη σωματική άσκηση). Οι πάσχοντες από αναιμία εμφανίζουν ωχρότητα και συχνά ταχυκαρδία. Η σιδηροπενική αναιμία επιπρόσθετα προκαλεί σχισμές στις γωνίες του στόματος (γωνιακή χειλίτιδα), δυσκολία στην κατάποση, τριχόπτωση και εύθραυστα νύχια. Σε ακραίες καταστάσεις εμφανίζεται διαστροφή της όρεξης όπως επιθυμία για πάγο (παγοφαγία), μπογιά ή χώμα (γεωφαγία).

Σιδηροπενία
Η σιδηροπενία οφείλεται σε ανεπαρκή πρόσληψη ή απορρόφηση σιδήρου, σε αυξημένες ανάγκες ή σε αυξημένη απώλεια αίματος.

Στις δυτικές κοινωνίες η μειωμένη πρόσληψη σπάνια ευθύνεται για σιδηροπενική αναιμία στους ενήλικες, με εξαίρεση υποσιτιζόμενα άτομα. Τροφικής αιτιολογίας σιδηροπενική αναιμία αναπτύσσεται συχνά σε βρέφη, εάν παρατείνεται ο αποκλειστικός μητρικός θηλασμός πέραν του εξαμήνου ή αν η πλήρης διατροφή τους είναι πτωχή σε ζωικές τροφές (π.χ. κόκκινο κρέας, αυγά) και λαχανικά. Ιδιο πρόβλημα δημιουργείται κατά την εφηβεία όπου οι ανάγκες σε σίδηρο είναι αυξημένες. Η σχεδόν αποκλειστική διατροφή με αναψυκτικά και σνακ δεν καλύπτει τις ανάγκες σε σίδηρο. Ελαττωμένη απορρόφηση σιδήρου παρατηρείται σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις (π.χ. κοιλιοκάκη). Αυξημένες ανάγκες δημιουργούνται κυρίως σε γυναίκες στη γόνιμη περίοδο εξαιτίας των απωλειών σιδήρου με την έμμηνο ρύση (το συχνότερο αίτιο σιδηροπενίας πριν από την εμμηνόπαυση), στην κύηση και τον θηλασμό. Στους άνδρες και στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση η συνηθέστερη αιτία σιδηροπενίας είναι η χρόνια απώλεια αίματος από το πεπτικό σύστημα από καλοήθη (π.χ. έλκος στομάχου ή δωδεκαδακτύλου, χρόνια λήψη ασπιρίνης) αλλά και κακοήθη αίτια (π.χ. καρκίνος στομάχου ή παχέος εντέρου). Στις προαναφερόμενες πληθυσμιακές ομάδες η αιτιολογία της σιδηροπενίας θα πρέπει να αναζητείται πάντα με κατάλληλες εξετάσεις (π.χ. γαστροσκόπηση, κολοσκόπηση).

Αντιμετώπιση
Η θεραπεία της σιδηροπενίας γίνεται συνήθως με σκευάσματα σιδήρου που λαμβάνονται από το στόμα (μία φορά την ημέρα ή κάθε δεύτερη ημέρα) με άδειο στομάχι για 3-6 μήνες μέχρι η φερριτίνη (δείκτης επάρκειας του οργανισμού σε σίδηρο) επανέλθει στα φυσιολογικά επίπεδα. Οι συνήθεις παρενέργειες είναι ναυτία, διάρροιες ή δυσκοιλιότητα. Σε ασθενείς που δεν ανέχονται ή δεν ανταποκρίνονται στην αγωγή ή όταν οι ανάγκες για σίδηρο είναι πολύ μεγάλες χορηγείται ενδοφλέβιος σίδηρος. Σήμερα έχουμε στη διάθεσή μας σκευάσματα που επιτρέπουν, με ολιγόλεπτη έγχυση, την ασφαλή χορήγηση του σιδήρου χωρίς να απαιτείται πολυήμερη παραμονή του ασθενούς στο νοσοκομείο όπως στο πρόσφατο παρελθόν.

Γεώργιος Λ. Λιάμης είναι Καθηγητής Παθολογίας Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων