Η πανδημία έθεσε κάποιες υπαρξιακές προκλήσεις, όπως αυτή του θανάτου. Η μόνη βεβαιότητα στη ζωή μας είναι ο θάνατος. Ο κορωνοϊός τον έφερε ξανά στην επιφάνεια, καθώς ο άνθρωπος προσπαθεί να το ξεχάσει ως άμυνα για μια ήσυχη ζωή. Σε μερικές περιπτώσεις, βέβαια, ο φόβος του θανάτου λαμβάνει τόσο χρόνο και χώρο μέσα μας, με αποτέλεσμα να αδυνατούμε να απολαύσουμε τις καθημερινές στιγμές.
Ο θάνατος αδιαμφησβήτητα σηματοδοτεί το τέλος της ανθρώπινης ζωής. Αποτελεί ένα αναπόφευκτο γεγονός που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν να μιλούν γι’ αυτό. Καθημερινά μαθαίνουμε για ανθρώπους που έδιναν το δικό τους προσωπικό αγώνα για τη ζωή και τελικά δεν τα κατάφεραν ή για ανθρώπους που ξαφνικά έσβησαν απροσδόκητα μέσα σε μια στιγμή. Σ΄ αυτές τις περιπτώσεις η είδηση του θανάτου μας θλίβει αλλά ταυτόχρονα νιώθουμε τυχεροί που δεν συμβαίνει σ’ εμάς και στους οικείους μας. Τι συμβαίνει όμως όταν φτάνει η στιγμή που ο θάνατος χτυπά την πόρτα της δικής μας οικογένειας μας, της οικογένειας ενός καλού φίλου ή ενός γνωστού ιδιαιτέρως αγαπητού σ’ εμάς; Είναι η στιγμή που καταλαβαίνουμε πως δεν θα καταφέρνουμε πάντα να γυρνάμε την πλάτη στην ιδέα του θανάτου και πως ήρθε η ώρα να βιώσουμε πρωτόγνωρα συναισθήματα και σκέψεις που για καιρό προσπαθούσαμε ν’ απωθήσουμε.
Η απώλεια ενός δικού μας ανθρώπου συνιστά μια μεγάλη δοκιμασία που δυστυχώς όλοι καλούμαστε να βιώσουμε κάποιες στιγμές στη ζωή μας. Η δοκιμασία αυτή περνά από πολλά στάδια. Ξεκινά από την άρνηση. Δεν δέχεσαι την απώλεια και δεν θέλεις να μάθεις να ζεις χωρίς τον άνθρωπο με τον οποίο μοιραζόσουν τη καθημερινότητα σου. Η διατάραξη της καθημερινότητας ίσως αποτελεί το δυσκολότερο κομμάτι της νέας πραγματικότητας. Ξαφνικά αλλάζουν όλα, δεν μπορείς πλέον να μιλήσεις στον άνθρωπο σου, να τον αγκαλιάσεις και να του πεις πως φοβάσαι πως δεν θα τα καταφέρεις. Γιατί φοβάσαι. Ο φόβος όμως αυτός θα σε κάνει πιο δυνατό και μέρα με την ημέρα θα βρίσκεις και πάλι τις ισορροπίες στη ζωή σου και χωρίς να το καταλάβεις θα έχεις φτάσει στο στάδιο της συνειδητοποίησης. Μαθαίνεις να ζεις με την απώλεια, η οποία γίνεται αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής σου και σιγά σιγά θ αρχίσεις να μιλάς γι’ αυτό χωρίς να βουρκώνεις και ν’ αναφέρεσαι στον άνθρωπο σου σαν να μην έφυγε ποτέ.
Έτσι σιγά σιγά θα περάσεις στο τρίτο στάδιο που είναι αυτό της μνήμης. Οι αναμνήσεις θα σε συντροφεύουν και θα σε ακολουθούν σε κάθε σου βήμα. Η λαϊκή ρήση ότι οι άνθρωποι μας χάνονται μόνο όταν τους ξεχνάμε, επιβεβαιώνεται και παίρνει σάρκα και οστά. Ο άνθρωπος μας είτε αυτός είναι συγγενής, φίλος και γνωστός θα είναι πάντα μέσα μας και μ’ αυτό τον τρόπο θα προχωράμε τη ζωή μας όλοι μαζί αφήνοντας πίσω αυτή την θλιβερή μνήμη του θανάτου και μαζί μ΄ αυτή τον πόνο, την απόγνωση και τη αδυναμία που τη συνόδευε. Ο θάνατος του δικού μας ανθρώπου σηματοδοτεί ταυτόχρονα και την γέννηση ενός νέου εαυτού, του δικού μας εαυτού που δεν φοβάται πια και είναι έτοιμος να προχωρήσει τη ζωή του κρατώντας σαν παρακαταθήκη όλα αυτά που τον συνδέουν μ’ αυτό τον άνθρωπο που η ζωή τα έφερε έτσι και δεν είμαστε πια μαζί. Αλλά η ζωή συνεχίζεται και το μαζί αποκτά πια άλλη διάσταση.
*Η Μαρία Παπαδάκη είναι Ψυχολόγος, Συνεργάτης Metropolitan General