Η εξωτερική ωτίτιδα είναι μία φλεγμονή του δέρματος του έξω ακουστικού πόρου του αυτιού, ο οποίος ξεκινά από το πτερύγιο του αυτιού και καταλήγει στο τύμπανο. Πρόκειται για μία κατά βάση βακτηριδιακή λοίμωξη, αν και μπορεί να οφείλεται και σε μη λοιμογόνους παράγοντες, και εμφανίζει έξαρση, τόσο σε παιδιά όσο και σε ενήλικες, τους θερινούς μήνες. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η εξωτερική ωτίτιδα είναι η «βασίλισσα» των ωτορινολαρυγγολογικών παθήσεων του καλοκαιριού. Στη διεθνή βιβλιογραφία αναφέρεται μάλιστα και ως «το αυτί του κολυμβητή» («swimmer’s ear»), ακριβώς λόγω της αιτιολογικής συσχέτισής της με το νερό γενικά, και την κολύμβηση και τις θαλάσσιες δραστηριότητες, ειδικότερα.
Η εξωτερική ωτίτιδα προκαλείται κυρίως όταν διάφορα μικρόβια εισχωρήσουν στο δέρμα του έξω ακουστικού πόρου. Αυτό συμβαίνει όταν διαταραχθούν οι φυσιολογικοί προστατευτικοί παρόγοντες στο δέρμα της περιοχής, όπως η κυψελίδα (κερί) και αυξηθεί το pH της. Υπό αυτές τις συνθήκες, η υγρασία από την παραμονή νερού μέσα στον πόρο του αυτιού για μεγάλο χρονικό διάστημα, δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη των μικροοργανισμών, που αποκτούν λοιμογόνο δράση και προκαλούν την ωτίτιδα. Οι «ένοχοι» μικροοργανισμοί είναι κυρίως βακτήρια, συνηθέστερα η ψευδομονάδα και ο σταφυλόκοκκος (90%), και σε μικρότερο ποσοστό οι μύκητες (οπότε και ονομάζεται ωτομύκωση).
Διάφοροι άλλοι παράγοντες μπορεί να συμβάλλουν, δημιουργώντας ευνοϊκές συνθήκες για να συμβεί αυτό. Ανατομικές ιδιομορφίες, όπως ένας στενός πόρος του αυτιού ή παρουσία εξοστώσεων, προϋπάρχουσες δερματοπάθειες της περιοχής, τραυματισμός από χρήση μπατονέτας ή ακουστικών βαρηκοίας, αλλά και χρόνια νοσήματα όπως ο διαβήτης, ακτινοθεραπεία της περιοχής ή χειρουργικές επεμβάσεις στο αυτί, μπορούν να προδιαθέσουν ή να ευνοήσουν την εκδήλωση της νόσου.
Τα αρχικά συμπτώματα είναι συνήθως ήπια: δυσφορία, αίσθημα βάρους στο αυτί, κνησμός (φαγούρα), ευαισθησία και ερυθρότητα στο πτερύγιο και πόνος, ιδιαίτερα κατά την ψηλάφηση του αυτιού. Αν δεν αναζητηθεί βοήθεια σε αυτή τη φάση, η βαρύτητα των ενοχλημάτων αυξάνεται και η κλινική εικόνα γίνεται έντονη: εκροή υγρού από τον πόρο του αυτιού, ισχυρός πόνος, οίδημα και απόφραξη του πόρου με μείωση της ακοής, ενώ ενίοτε μπορεί να προστεθεί πυρετός και διόγκωση των λεμφαδένων της περιοχής.
Η διάγνωση γίνεται από τον Ωτορινολαρυγγολόγο, βάσει του ιστορικού και της κλινικής εξέτασης (ωτοσκόπηση και ωτομικροσκόπηση). Εφόσον συνυπάρχει ωτόρροια, ενδέχεται να χρειαστεί και καλλιέργεια του εκκρίματος, ώστε να προσδιοριστεί ο αιτιολογικός παράγοντας, ειδικά σε ασθενείς με ανοσοκαταστολή.
Η θεραπεία της εξωτερικής ωτίτιδας βασίζεται στην τοπική χορήγηση αντιβιοτικών ή αντιμυκησιακών, με ή χωρίς κορτικοστεροειδές, με τη μορφή ωτικών σταγόνων, και στην ανακούφιση από τον πόνο, με συστηματική χορήγηση αναλγητικών. Έξι έως 10 ημέρες χορήγησης της αγωγής συνήθως αρκούν. Αν συνυπάρχει απόφραξη του πόρου του αυτιού, μπορεί να χρειαστεί η τοποθέτηση μίας μικρής γάζας εμποτισμένης σε φάρμακο σε αυτόν. Τέλος, σε περιπτώσεις που η συμπτωματολογία είναι πολύ έντονη, είτε γιατί η φλεγμονή παραμελήθηκε, είτε γιατί υπάρχουν σοβαροί προδιαθεσικοί παράγοντες, όπως ο διαβήτης, είτε γιατί δεν υπήρξε βελτίωση με την αρχική θεραπεία, μπορεί να απαιτηθεί η χορήγηση αντιβιοτικών από το στόμα, κάποτε δε και νοσηλεία.
Το κυριότερο όμως συστατικό της επιτυχούς αντιμετώπισης της εξωτερικής ωτίτιδας είναι η αποφυγή έκθεσης στους αιτιολογικούς παράγοντες, με κυριότερη την αποφυγή της διαβροχής. Ταυτόχρονα, αυτό αποτελεί και τον θεμέλιο λίθο της πρόληψης της, αλλά της αποφυγής της υποτροπής.
Τι πρέπει να κάνουμε:
- Διατηρούμε τα αυτιά μας όσο το δυνατόν πιο στεγνά και καθαρά
- Απομακρύνουμε τα υπολείμματα νερού μετά το μπάνιο: καθαρίζουμε εξωτερικά με μια πετσέτα, γυρνώντας το κεφάλι στο πλάι, ώστε το αυτί να κοιτά στο έδαφος, μετακινούμε το λοβίο του αυτιού σε διαφορετικές κατευθύνσεις, ή και στεγνώνουμε καλά με σεσουάρ την περιοχή των αυτιών
- Χρησιμοποιούμε τις κατάλληλες ωτοασπίδες, με προσοχή και τηρώντας τους κανόνες υγιεινής, ή φοράμε σκουφάκι θαλάσσης
- Επισκεπτόμαστε τον γιατρό για καθαρισμό των αυτιών πριν την έναρξη των διακοπών
- Διατηρούμε το pH του αυτιού μας φυσιολογικό, δηλαδή όξινο, με χρήση καθαρού οινοπνεύματος ή διαλύματος οξικού οξέος, εφόσον μας το συστήσει ο γιατρός
Τι δεν πρέπει να κάνουμε: