Το σελήνιο υπάρχει τόσο σε οργανική μορφή (σεληνομεθειονίνη) όσο και σε ανόργανη (σεληνίτης). Η κύρια πηγή σεληνίου στην ανθρώπινη διατροφή είναι η σεληνομεθειονίνη. Ασκεί τη βιολογική του δράση κυρίως με την ενσωμάτωσή του σε τουλάχιστον 25 γνωστές πρωτεΐνες του ανθρώπινου οργανισμού, τις επονομαζόμενες σεληνοπρωτεΐνες, οι οποίες έχουν αντιοξειδωτικό ρόλο και επιτελούν ένα μεγάλο εύρος λειτουργιών.
Η επαρκής πρόσληψη σεληνίου είναι σημαντική για την καλή λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού καθώς διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο μεταβολισμό των θυρεοειδικών ορμονών, την προστασία του οργανισμού από το οξειδωτικό στρες, τη λειτουργία του ανοσιακού συστήματος, την πρόληψη του καρκίνου και των καρδιαγγειακών νοσημάτων στους ενήλικες.
Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία τα χαμηλά επίπεδα σεληνίου στον ορό σχετίζονται με μεγαλύτερο καρδιαγγειακό κίνδυνο, όμως τα δεδομένα αναφορικά με την προληπτική χορήγηση σεληνίου είναι αμφιλεγόμενα και δεν καταλήγουν σε ομοφωνία με εξαίρεση τη χορήγηση σεληνίου στη νόσο Keshan. Πλήθος άλλων παθολογικών καταστάσεων αναφέρονται ότι σχετίζονται με την έλλειψη σεληνίου, μεταξύ αυτών και διαταραχές της λειτουργίας του θυρεοειδούς αδένα, του οργάνου με την υψηλότερη συγκέντρωση σεληνίου ανά γραμμάριο ιστού. Η αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα (θυρεοειδίτιδα Hashimoto) αποτελεί το συνηθέστερο αίτιο επίκτητου υποθυρεοειδισμού μεταξύ παιδιών και εφήβων σε περιοχές με επάρκεια ιωδίου. Σε περίπτωση έλλειψης σεληνίου, προάγεται η οξειδωτική βλάβη και πυροδοτούνται αυτοάνοσες διεργασίες, ενώ η σύνθεση των θυρεοειδικών ορμονών μειώνεται. Καθώς η έλλειψη σεληνίου μπορεί να επάγει την έναρξη ή της εξέλιξη θυρεοειδικής αυτοανοσίας, έχει διατυπωθεί η υπόθεση ότι μπορεί να εμπλέκεται στην παθογένεση της αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδας.
Τα δεδομένα για παιδιατρικούς πληθυσμούς είναι περιορισμένα και ασαφή.
Προς αυτή την κατεύθυνση διενεργήθηκε από το Παιδοενδοκρινολογικό Τμήμα της Δ΄ Παιδιατρικής Κλινικής του ΑΠΘ σε συνεργασία με το Ανοσολογικό Εργαστήριο του Γ.Ν. Παπαγεωργίου μία πρωτότυπη μελέτη με σκοπό να διερευνηθεί για πρώτη φορά αν η χορήγηση οργανικού σεληνίου σε υψηλή δόση (200 μg L-σεληνομεθειονίνης) έχει επίδραση στον τίτλο των αντιθυρεοειδικών αυτοαντισωμάτων σε παιδιά και εφήβους με αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα. Στους συμμετέχοντες διενεργήθηκε προσδιορισμός fT4, TSH, anti-TPO, anti-Tg, στην αρχή της μελέτης και μετά από 6 μήνες θεραπείας. Στην παρούσα πρωτότυπη μελέτη, η χορήγηση συμπληρώματος οργανικού σεληνίου φαίνεται να μειώνει τα επίπεδα των αντιθυρεοσφαιρινικών αντισωμάτων στα παιδιά και τους εφήβους με αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα. Η μελέτη δημοσιεύτηκε πρόσφατα (2019) στο έγκριτο ξενόγλωσσο περιοδικό Journal of Clinical Pharmacy and Therapeutics και συμβάλλει στην εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για την επίδραση της συμπληρωματικής χορήγησης σεληνίου σε παιδιά με αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα.
Τι πρέπει να γνωρίζουμε για το σελήνιο
Το σελήνιο (Se) είναι βασικό ιχνοστοιχείο για την ανθρώπινη υγεία. Είναι απαραίτητο σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Εισέρχεται στην τροφική αλυσίδα μέσω των φυτών, η περιεκτικότητα των οποίων σε σελήνιο παρουσιάζει τεράστιες διακυμάνσεις και εξαρτάται από τις συγκεντρώσεις σεληνίου στο έδαφος.
Το σελήνιο υπάρχει σε μεγάλη ποικιλία τροφίμων. Τα καρύδια (ειδικά τα βραζιλιάνικα), τα δημητριακά, η σόγια, τα πράσινα λαχανικά, τα μανιτάρια καθώς επίσης τα ψάρια, τα θαλασσινά, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, το αυγό, το βόειο κρέας και τα πουλερικά είναι εξαιρετικές πηγές σεληνίου.
Τόσο η ελλιπής όσο και η υπερβολική πρόσληψη σεληνίου μπορεί να έχει ανεπιθύμητα αποτελέσματα στην υγεία του ανθρώπου. Έτσι, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει θεσπίσει ως προτεινόμενη πρόσληψη σεληνίου τα 60μg ανά ημέρα για υγιείς άνδρες και τα 53 μg την ημέρα για υγιείς γυναίκες, ενώ ως κατώτερο όριο έχει θέσει τα 19 μg σεληνίου την ημέρα.
Η τοξικότητα από σελήνιο παρατηρείται ακόμα πιο σπάνια από την έλλειψη. Ο ανθρώπινος οργανισμός διαθέτει μηχανισμό αποβολής της περίσσειας σεληνίου μέσω των ούρων και της αναπνοής, με αποτέλεσμα να μην είναι απαραίτητος ο στενός έλεγχος της απορρόφησης σεληνίου. Το ανώτερο επιτρεπτό όριο πρόσληψης σεληνίου μέσω διατροφής ή συμπληρωμάτων για τους ενήλικες καθορίζεται σε 400 μg την ημέρα. Τα συμπληρώματα μπορούν να είναι ευεργετικά μόνο για τα άτομα που ζουν σε περιοχές με πολύ χαμηλά περιβαλλοντικά επίπεδα σεληνίου. Η επιλογή του πιο αποτελεσματικού συμπληρώματος αποτελεί ένα πολύ περίπλοκο θέμα λόγω του στενού εύρους μεταξύ θεραπευτικών και τοξικών δόσεων καθώς και της εξάρτησης του θεραπευτικού αποτελέσματος από τη μορφή, τη δόση και τη διάρκεια χορήγησης.