Εδώ και 30 χρόνια η λαπαροσκόπηση έχει ανοίξει νέους ορίζοντες στη χειρουργική, ορίζοντες που τα τελευταία 10 χρόνια έχει διευρύνει η ρομποτική χειρουργική. Και η πρώτη και η νεότερη μέθοδος έχουν απλοποιήσει τις κλασικές χειρουργικές επεμβάσεις καταργώντας τη διατομή, δηλαδή τον εκτεταμένο και αναγκαίο θεραπευτικό τραυματισμό του κοιλιακού τοιχώματος, καταργώντας έτσι και τα φαινόμενα που τη συνόδευαν: τον πόνο, την πολυήμερη νοσηλεία αλλά και τις επιπλοκές όπως μετεγχειρητικές κήλες, διαπυήσεις, διασπάσεις χειρουργικών τραυμάτων και μετεγχειρητικές λοιμώξεις. Ωστόσο, καθώς αρκετοί ασθενείς εξακολουθούν να είναι καχύποπτοι ή διστακτικοί απέναντι στις νέες μεθόδους έστω και με τη φιλοσοφία ότι «το καλύτερο είναι εχθρός του καλού», αναφέρει ο κ. Ιωάννης Τσόπελας, Διευθυντής Χειρουργός στο Metropolitan Hospital. Στη συνέχεια θα απαντηθούν τρεις από τις πιο συχνές ερωτήσεις αναφορικά με τη λαπαροσκοπική και τη ρομποτική χειρουργική, με στόχο όχι τόσο να πειστούν οι διστάζοντες, αλλά να έχουν την απαραίτητη ενημέρωση ώστε να μπορούν να το συζητήσουν με τον γιατρό τους.
Ποιες επεμβάσεις μπορούν να γίνουν ρομποτικά και λαπαροσκοπικά;
Στις μέρες μας το σύνολο σχεδόν των επεμβάσεων που θα γινόταν με ανοικτές χειρουργικές τομές μπορούν να γίνουν λαπαροσκοπικά ή ρομποτικά. Επεμβάσεις όπως η χολοκυστεκτομή, κήλες κάθε είδους, η σκωληκοειδεκτομή αλλά και ογκολογικές επεμβάσεις που αφορούν όλους τους όγκους της κοιλιάς όπως π.χ όγκους εντέρου αλλά και συμπαγών οργάνων (ήπατος, σπληνός, νεφρών, επινεφριδίων κ.λπ.) μπορούν να γίνουν με τις μεθόδους αυτές.
Σε τι διαφέρουν μεταξύ τους η λαπαροσκοπική και η ρομποτική χειρουργική;
Και οι δύο μέθοδοι βασίζονται στην ίδια τεχνική, στην πραγματοποίηση δηλαδή των επεμβάσεων μέσω μικρών οπών στο κοιλιακό τοίχωμα – μέσω τεσσάρων ή πέντε μικρών τομών, 0,5 έως 1cm, χωρίς διατομή μυών, ανάλογα πάντα με την επέμβαση. Στη λαπαροσκόπηση χειρίζεται τα εργαλεία ο ίδιος ο χειρουργός πάνω στην/στον ασθενή, ενώ στην ρομποτική χειρουργική ο χειρουργός κάθεται σε μια κονσόλα που προσφέρει τρισδιάστατη όραση και χειρίζεται μέσω ενός joystick το ρομπότ που «χειρίζεται τα εργαλεία» πάνω στην/στον ασθενή, όπως κατά κάποιο τρόπο στα videogames. Ο συνδυασμός κονσόλα-joystick-ρομπότ δίνει στον χειρουργό τη δυνατότητα κινήσεων ακριβείας χιλιοστού και δυνατότητα περιστροφής 360˚μοιρών. Δηλαδή εξαιρετική ακρίβεια σε μια κίνηση που δεν μπορεί να εκτελέσει το ανθρώπινο χέρι. Αυτό το γεγονός κάνει τη ρομποτική να υπερτερεί και της κλασικής και της λαπαροσκοπικής μεθόδου ειδικά σε περιοχές που η ευχέρεια κινήσεων είναι περιορισμένη όπως η ελλάσων πύελος και σε επεμβάσεις για όγκους του ορθού, προστατεκτομή ή εξωπεριτοναϊκή διόρθωση της βουβωνοκήλης.
Ποια είναι τα οφέλη από την λαπαροσκοπική και τη ρομποτική χειρουργική;
Όπως επισημάνθηκε ήδη, με τις δύο αυτές τεχνικές δεν δημιουργείται τραύμα στο κοιλιακό τοίχωμα. Αυτό σημαίνει ότι ο ασθενής δεν θα έχει πόνο μετά το χειρουργείο, η νοσηλεία του δεν θα ξεπεράσει το ένα 24ωρο, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, θα επιστρέψει πολύ γρήγορα στην καθημερινότητά του και θα αποφύγει όλες τις επιπλοκές της κλασικής χειρουργικής επέμβασης, που μπορεί να είναι μετεγχειρητικές κήλες, λοιμώξεις που σχετίζονται με την πολυήμερη νοσηλεία η οποία συνήθως ακολουθεί την κλασική ανοιχτή επέμβαση. Δεν θα υποφέρει από διαπυήσεις του χειρουργικού τραύματος ή διασπάσεις και γενικά θα έχει από ελάχιστες έως μηδενικές επιπλοκές από το χειρουργείο, υπό μία αλλά ζωτικής σημασίας προϋπόθεση: η εφαρμογή της λαπαροσκοπικής ή της ρομποτικής μεθόδου να γίνει από έμπειρο χειρουργό εκπαιδευμένο στις συγκεκριμένες μεθόδους, εξηγεί ο κ.Ιωάννης Τσόπελας.