Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας την Τετάρτη 11 Μαρτίου αποφάσισε ότι η ανθρωπότητα απειλείται με πανδημία από την λοίμωξη του κορωνοϊού και θα πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα από όλες τις Χώρες. Είναι γνωστό πλέον ότι ο κορωνοϊός επιβαρύνει συνήθως τον ασθενή με μια μέτριας βαρύτητας λοίμωξη του αναπνευστικού, αλλά ένα 15% περίπου των κρουσμάτων θα αναπτύξουν σοβαρή νόσο και για ένα επιπλέον 5% των πασχόντων ίσως απαιτηθεί νοσηλεία σε μονάδες εντατικής θεραπείας.

Ο κορωνοϊός όμως δεν παρουσιάζει την ίδια επιβάρυνση σε όλους τους πάσχοντες. Οι μεγαλύτερες ηλικίες και εκείνοι που παρουσιάζουν χρόνια νοσήματα ευρίσκονται σε υψηλότερο κίνδυνο από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Τα επιδημιολογικά στοιχεία που συλλέχθηκαν από το Κέντρο Μεταδιδόμενων Νοσημάτων στην Κίνα είναι πολύ σημαντικά αφού έχουν επεξεργαστεί περί τις 100.000 ασθενείς και βοηθούν να σχεδιασθούν ειδικά μέτρα υγείας αλλά και θεραπευτικά πρωτόκολλα για εκείνους που αποδεδειγμένα ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου. Ενώ στην πλειοψηφία τους η ηλικία των κρουσμάτων ήταν μεταξύ των 30 και 79 ετών, μόνο ένα 8,1% των περιπτώσεων αφορούσε τους εικοσάρηδες, ένα 1,2% εφήβους και ένα 0,9% άτομα ηλικίας μικρότερης των 9 ετών. Ενώ η θνητότητα του γενικού πληθυσμού ήταν περίπου 3%, για τις ηλικίες μεγαλύτερης των 80 ανέβαινε στο 14,8% λόγω της εύθραυστης υγείας τους με τη συχνή παρουσία χρόνιων νοσημάτων αλλά και της έκπτωσης του ανοσοποιητικού τους. Ο κίνδυνος για το ανδρικό φύλλο ήταν υψηλότερος και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο διαβήτης, οι χρόνιες ηπατίτιδες, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια αλλά και οι κακοήθειες εκτιμήθηκαν ως παράγοντες που επιβαρύνουν την εξέλιξη αλλά και την πρόγνωση της λοίμωξης. Με παρουσία μιας μόνο νοσογόνου κατάστασης από αυτές, ο κίνδυνος να απαιτηθεί νοσηλεία σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας αυξάνεται κατά 79%, ενώ σε παρουσία δύο ο κίνδυνος ήταν 2,5 φορές μεγαλύτερος από εκείνον στον γενικό πληθυσμό. Η παρουσία σακχαρώδη διαβήτη αυξάνει τον κίνδυνο για εντατική νοσηλεία κατά 60% και η θνητότητα ανεβαίνει στο 7,3%. Παράλληλα η θνητότητα καταγράφηκε στο 10,5% για τους πάσχοντες από καρδιαγγειακά νοσήματα, 6,3% στους παλιούς καπνιστές με πνευμονοπάθεια και 6% στους υπερτασικούς. Τα άτομα με διαβήτη όμως έχουν πολλούς λόγους να ανησυχούν μια που το σύνδρομο είναι πιο συχνό στις μεγαλύτερες ηλικίες, αποτελεί αιτία ανάπτυξης καρδιαγγειακού νοσήματος ή και νεφρικής δυσλειτουργίας και συνδέεται με την παχυσαρκία. Βέβαια οι διαβητικοί που είναι επαρκώς ρυθμισμένοι δεν παρουσιάζουν τον ίδιο αυξημένο κίνδυνο, αλλά γενικά ο διαβήτης μειώνει την αμυντική θωράκιση του ατόμου και η παρουσία λοίμωξης μπορεί να απορυθμίσει παράλληλα και τον διαβήτη.

Δεν υπάρχουν γενικά ιδιαίτερες οδηγίες προφύλαξης για τους διαβητικούς, από εκείνους που αφορούν τον γενικό πληθυσμό. Το πλύσιμο των χεριών, οι γενικότεροι κανόνες υγιεινής και η αποφυγή συγχρωτισμού με πάσχοντες είναι απολύτως απαραίτητο να τηρούνται. Επίσης είναι αναγκαία η επαρκής προμήθεια φαρμάκων και αναλωσίμων και αν απαιτηθεί η χορήγηση νέας συνταγογράφησης καλό θα είναι να γίνει ηλεκτρονικά χωρίς να απαιτείται η φυσική παρουσία του διαβητικού ασθενούς στον γιατρό του. Οφείλει επίσης να διαθέτει επαρκείς ποσότητες απλών υδατανθράκων (μέλι, μαρμελάδα, σακχαρούχα αναψυκτικά) για να αντιμετωπίσει πιθανές υπογλυκαιμικές κρίσεις. Ο θεράπων ιατρός του πρέπει να τον ενημερώσει προκαταβολικά πως θα αντιμετωπίσει μια λοίμωξη, να του συστήσει συγκεκριμένα θεραπευτικά μέτρα και να τον ενημερώσει για τα κλινικά σημεία εκείνα που αν εμφανισθούν θα οδηγήσουν τον διαβητικό να αναζητήσει ιατρονοσηλευτική βοήθεια. Συνιστάται η κατανάλωση άφθονων υγρών για την αποφυγή της αφυδάτωσης, η μέτρηση του σακχάρου τους πιο συχνά για την πρόληψη της υπεργλυκαιμίας, και σε παρουσία υψηλών σακχάρων (πάνω από 240 mg/dl) η μέτρηση των κετονών για την πρόληψη της διαβητικής κετοξέωσης. Τέλος ο διαβητικός ασθενής οφείλει να ενημερώσει τον θεράποντά του ότι παρουσιάζει εμπύρετο λοίμωξη του αναπνευστικού με βήχα πριν την επίσκεψή του στο ιατρείο για εξέταση.

Επομένως τα διαβητικά άτομα, αλλά και τα άτομα που συμβιούν μαζί τους, είναι απολύτως απαραίτητο να λαμβάνουν όλα εκείνα τα συνιστώμενα μέτρα προφύλαξης που προτείνονται για τον γενικό πληθυσμό. Και αυτό γιατί η επιβάρυνση της υγείας τους από μια πιθανή λοίμωξη από το κορωνοϊό, θα είναι αρκετά πιο σημαντική. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι διαβητικοί στην Ελλάδα σήμερα είναι πολλοί και σε κάθε οικογένεια σίγουρα θα υπάρχουν διαβητικά άτομα. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΠΥΥ υπάρχουν καταγεγραμμένοι 973.806 συμπολίτες μας που λαμβάνουν αντιδιαβητικά φάρμακα και σ’αυτούς θα πρέπει να προστεθούν εκείνοι που ρυθμίζουν το σάκχαρό τους μόνο με δίαιτα και δυστυχώς ακόμη περισσότεροι από εκείνους που δεν γνωρίζουν ακόμη ότι είναι διαβητικοί.

Παναγιώτης Γ. Χαλβατσιώτης είναι Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας -Διαβήτη, Β΄Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική & Διαβητολογικό Κέντρο, Ιατρική Σχολή Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο «Αττικόν»