Η πανδημία COVID-19, προκαλούμενη από τον κορωνοϊό SARS-CoV-2, έχει προκαλέσει τεράστια πίεση στα παγκόσμια συστήματα υγείας οδηγώντας ταυτόχρονα σε ένα διαρκώς αυξανόμενο αριθμό θυμάτων. Παράλληλα, εδώ και χρόνια, μία άλλη επιδημία λαμβάνει χώρα και δεν είναι άλλη από τον Σακχαρώδη Διαβήτη, ο οποίος αφορά περίπου το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού και πλέον αποτελεί τεκμηριωμένο παράγοντα κινδύνου για σοβαρή νόσο COVID-19 και αύξηση της θνητότητας έως και κατά 50%. Νέα δεδομένα, ωστόσο, υποδηλώνουν επίσης την αρνητική επίδραση της νόσου στον γλυκαιμικό έλεγχο των διαβητικών ασθενών, υποδεικνύοντας πως η συσχέτιση των δύο νόσων είναι αμφίδρομη και αρκετά περίπλοκη.

Γιατί τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη είναι ποιο ευάλωτα στην λοίμωξη COVID-19 και έχουν αυξημένο κίνδυνο δυσμενούς εξέλιξης;
Οι λόγοι για τους οποίους ο διαβήτης θεωρείται παράγοντας κινδύνου για χειρότερη κλινική έκβαση της COVID-19 είναι πλέον αρκετά καλά μελετημένοι. Καταρχάς, είναι γνωστό ότι οι διαβητικοί ασθενείς είναι πιο επιρρεπείς σε λοιμώξεις λόγω διαταραγμένης ανοσιακής ανταπόκρισης, τόσο σε επίπεδο μη ειδικής, όσο και σε επίπεδο χυμικής ανοσίας, με διαταραχές στη λειτουργία των μακροφάγων και των Τ λεμφοκυττάρων. Η επιρρέπεια αυτή είναι ακόμα πιο έντονη όσον αφορά τις λοιμώξεις αναπνευστικού, καθώς ο διαβήτης συνοδεύεται συχνά από λειτουργικές διαταραχές των πνευμόνων όπως ο μειωμένος πνευμονικός όγκος και η απόφραξη των περιφερικών αεραγωγών, οι οποίες μειώνουν περαιτέρω την άμυνα απέναντι στα διάφορα παθογόνα. Έχει φανεί ότι ο κύριος μηχανισμός εισόδου του SARS-CoV-2 στα κύτταρα του αναπνευστικού είναι μέσω του υποδοχέα του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης 2 (ACE2), ενός ενζύμου το οποίο εκφράζεται σε διάφορα όργανα και έχει γνωστό αντιφλεγμονώδη και αντιοξειδωτικό ρόλο. Στους ασθενείς με διαβήτη, η έκφραση του ενζύμου αυτού στον πνεύμονα είναι αυξημένη, κάτι που πιθανώς διευκολύνει την είσοδο του ιού στον οργανισμό και την επακόλουθη λοίμωξη.

Όπως φάνηκε ήδη από τα αρχικά στάδια της πανδημίας, η σοβαρή νόσος COVID-19 αποτελεί μια υπερ-φλεγμονώδη κατάσταση, η οποία χαρακτηρίζεται από τη λεγόμενη «καταιγίδα κυτταροκινών», μια υπερέκκριση μορίων με φλεγμονώδη δράση η οποία ταχύτατα μπορεί να οδηγήσει σε πολυοργανική ανεπάρκεια. Ο διαβήτης αποτελεί μια κατάσταση χρόνιας χαμηλού βαθμού φλεγμονής, η οποία σχετίζεται με την αντίσταση στην ινσουλίνη και τη συσσώρευση σπλαχνικού λίπους. Κατά τη λοίμωξη με τον SARS-CoV-2, είναι εύκολο αυτή η χρόνια υποκλινική φλεγμονή να εκτραπεί ταχύτερα στην κατακλυσμιαία φλεγμονή που επάγει τη βαριά νόσο. Ο διαβήτης σχετίζεται επίσης με ενδοθηλιακή δυσλειτουργία καθώς και αυξημένη συσσώρευση αιμοπεταλίων, καταστάσεις που συνεργικά οδηγούν σε υπερπηκτικότητα. Νεκροτομικές μελέτες σε ασθενείς με COVID-19 έδειξαν αυξημένη συχνότητα θρομβώσεων και αγγειακές βλάβες εκτός του αναπνευστικού συστήματος, οπότε είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι οι διαβητικοί ασθενείς βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για αγγειακά συμβάματα κατά τη λοίμωξη με SARS-CoV-2. Τέλος, οι συννοσηρότητες που συχνά συνοδεύουν τον διαβήτη, όπως η παχυσαρκία, η αρτηριακή υπέρταση και η καρδιαγγειακή νόσος, αποτελούν μέσω ποικίλων μηχανισμών ανεξάρτητους παράγοντες κινδύνου για βαρύτερη νόσηση αλλά και αυξημένη θνητότητα από την COVID-19.

Ρύθμιση του σακχαρώδη διαβήτη σε άτομα που πάσχουν από COVID-19
Από την άλλη πλευρά, ο ίδιος ο SARS-CoV-2 μπορεί να επιδεινώσει τη ρύθμιση του διαβήτη. Η λοίμωξη καθαυτή προκαλεί την απελευθέρωση αντιρροπιστικών ορμονών, όπως η κορτιζόλη και οι κατεχολαμίνες, οι οποίες προκαλούν υπεργλυκαιμία, ενώ παρόμοιο αποτέλεσμα μπορούν να προκαλέσουν κάποια από τα θεραπευτικά σχήματα που χρησιμοποιούνται κατά τη νοσηλεία, όπως τα γλυκοκορτικοειδή. Αυτή η απορρύθμιση μπορεί επίσης να επάγει την εμφάνιση των οξειών επιπλοκών του διαβήτη, όπως είναι η διαβητική κετοξέωση, με τον κίνδυνο να είναι μεγαλύτερος στους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 και ιδίως τα παιδιά και τους εφήβους, ενώ η προβληματική πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας κατά τη διάρκεια της πανδημίας μπορεί να οδηγήσει σε καθυστερημένη διάγνωση της επιπλοκής αυτής με μοιραία αποτελέσματα. Ακόμα πιο εντυπωσιακά, κάποια πρόσφατα δεδομένα έχουν δείξει συσχέτιση της λοίμωξης με SARS-CoV-2 με πρώτη εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη σε προηγουμένως υγιή άτομα.

Παράγοντες που επηρεάζονται από την επιδημία COVID-19 και οδηγούν στην απορρύθμιση του σακχαρώδη διαβήτη
Στην επιδείνωση του γλυκαιμικού ελέγχου από τη νόσο COVID-19 μείζονα ρόλο διαδραματίζει επίσης τόσο το κομμάτι της ψυχολογίας, όσο και οι καθημερινές πρακτικές δυσκολίες που προέκυψαν κατά την πανδημία. Οι διαβητικοί ασθενείς είναι περισσότερο επιρρεπείς σε διαταραχές της ψυχικής σφαίρας όπως η αγχώδης διαταραχή και η κατάθλιψη, παράγοντες που τεκμηριωμένα επιδεινώνουν τις διαβητικές επιπλοκές, τόσο λόγω παθοφυσιολογικών μονοπατιών όσο και λόγω της πλημμελούς αυτοφροντίδας των ασθενών. Η αποδιοργάνωση των κοινωνικών σχέσεων ως απότοκη των μέτρων περιορισμού που επιβλήθηκαν παγκοσμίως οδηγεί πολλούς διαβητικούς ασθενείς σε αυξημένη δυσθυμία με παραμέληση του τακτικού αυτοελέγχου σε επίπεδο μετρήσεων γλυκόζης μέσα στην ημέρα, όπως και σε υπερκατανάλωση ακατάλληλων φαγητών με συνεπακόλουθη υπεργλυκαιμία και αύξηση βάρους. Παράλληλα, η δυσκολία της πρόσβασης στο σύστημα υγείας σε επίπεδο εξωτερικών ιατρείων οδηγεί σε προβληματική και ελλιπή επικοινωνία με τον θεράποντα ιατρό και άρα ανεπαρκή έλεγχο του διαβήτη, ενώ οι μεγάλες καθυστερήσεις στις προμήθειες υλικών κατά την περίοδο του lockdown είχαν συχνά ως αποτέλεσμα ελλείψεις απαραίτητων υλικών για τον καθημερινό αυτοέλεγχο των ασθενών όπως οι ταινίες μέτρησης γλυκόζης με αποτέλεσμα τον πλημμελή αυτοέλεγχο.

Συμπερασματικά, η σχέση μεταξύ σακχαρώδη διαβήτη και COVID-19 είναι αμφίδρομη και πολυεπίπεδη. Οι διαβητικοί ασθενείς αποτελούν έναν ιδιαίτερα ευάλωτο κομμάτι του πληθυσμού, καθώς ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί παράγοντα κινδύνου για σοβαρή COVID-19, αλλά και η λοίμωξη COVID-19 μπορεί να απορρυθμίσει τον σακχαρώδη διαβήτη. Θα πρέπει, λοιπόν, αυτή η ιδιαίτερη πληθυσμιακή ομάδα να λάβει ιδιαίτερης προσοχής μέσα στην πανδημία, η οποία θα τους προστατεύσει από επικίνδυνες επιπλοκές, προστατεύοντας παράλληλα τα συστήματα υγείας από συχνές και βαρύτατες νοσηλείες. Τέλος, ο εμβολιασμός όλων είναι ο μόνος τρόπος προφύλαξης των ευπαθών ομάδων και αντιμετώπισης της πανδημίας.