Ο καρκίνος παχέος εντέρου και ορθού αποτελεί έναν από τους πιο συχνούς σε διάγνωση καρκίνους παγκοσμίως. Η γνώση των προδιαθεσικών παραγόντων και η πρόληψη με το συνοδό έλεγχο έχουν οδηγήσει στη διάγνωση του καρκίνου στο κόλον και στο ορθό σε πιο πρώιμα στάδια. Το γεγονός αυτό καθώς και σε συνδυασμό με την ανάπτυξη τεχνικών χειρουργικής και εξέλιξη σε σχήματα χημειοθεραπείας και άλλων θεραπειών έχουν ως αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια, μία μεγάλη αύξηση στην επιβίωση των ασθενών. Επειδή είναι συχνό φαινόμενο, ένας ασθενής με καρκίνο παχέος εντέρου να εμφανίζει και μεταστάσεις, δηλαδή καρκινικά κύτταρα να φύγουν από τον αρχικό όγκο στο έντερο και δημιουργήσουν εστίες στο ήπαρ στον πνεύμονα τις περισσότερες φορές, η προσέγγιση πρέπει είναι multidisciplinary όπως λένε στο εξωτερικό, δηλαδή γιατροί από διάφορες ειδικότητες συνεργάζονται για το ιδανικότερο αποτέλεσμα.
Πρόσφατη δημοσίευση στο Nature Reviews Gastroenterology & Hepatology από ερευνητική ομάδα σε Αμερική και Ευρώπη, εστιάζει στη σημασία της στενής συνεργασίας διαφόρων ειδικοτήτων για τον καρκίνο του ορθού και την εδραίωση του ογκολογικού συμβουλίου για τη διεξοδική συζήτηση σε κάθε νοσοκομείο των δεδομένα των ασθενών αλλά και των ογκολογικών αποτελεσμάτων.
Μέσα από αυτό το κείμενο εστιάζουμε στις θεραπευτικές εξελίξεις, στα πλεονεκτήματα που προσφέρει η ρομποτική και λαπαροσκοπική χειρουργική καθώς και στη σημασία της πρόληψης του καρκίνου παχέος εντέρου και ορθού.
Προληπτικός ‘Ελεγχος και Έγκαιρη Διάγνωση
Η διαφορά ανάμεσα στον προληπτικό και τον διαγνωστικό έλεγχο για τον καρκίνο παχέος εντέρου είναι ότι ο προληπτικός έλεγχος ακολουθεί τα διεθνή πρωτόκολλα μέσω διαφόρων εξετάσεων και ανάλογα με την ηλικία και τους παράγοντες κινδύνου του ατόμου ενώ ο διαγνωστικός έλεγχος πραγματοποιείται όταν υπάρχουν συγκεκριμένα συμπτώματα και μέσω εξετάσεων θα βρεθεί η παθογόνος αιτία. Η American Cancer Society και άλλοι οργανισμοί έχουν συντάξει πρωτόκολλα προληπτικού ελέγχου για τον καρκίνο παχέος εντέρου. Σύμφωνα με αυτά μετά την ηλικία των 45 ετών ανδρες και γυναίκες θα πρέπει να υποβάλονται σε προληπτικό έλεγχο ρουτίνας κατόπιν συνεννόησης με τον γιατρό τους, με επιλογή ενδοσκόπησης και τεστ κοπράνων για αιμοσφαιρίνη. Σε αυτές τις μεθόδους προστίθεται και η virtual (εικονική) κολονοσκόπηση με αξονική τομογραφία.
Όταν υπάρχουν συμπτώματα όπως αίμα στα κόπρανα, αλλαγές στις κενώσεις, απώλεια βάρους οι εξετάσεις του ασθενούς γίνονται για διαγνωστικούς λόγους ώστε αν το παθογόνο αίτιο είναι καρκίνος στο παχύ έντερο ή ορθό να εφαρμοστεί ο κατάλληλος συνδυασμός θεραπείας. Επιβαρυντικοί παράγοντες που αποτελούν alert για πιο συχνό screening, επειδή οι άνθρωποι που τους φέρουν έχουν και μεγαλυτερη πιθανότητα ανάπτυξης ορθοκολικού καρκίνου, αποτελούν ασθενείς με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου παχέος εντέρου ή πολυπόδων αλλά και ιστορικού με ιδιοπαθή φλεγμονώδη νόσο του εντέρου.
Ελάχιστα Επεμβατική Χειρουργική
Η κολεκτομή αποτελεί την αφαίρεση του τμήματος του παχέος εντέρου, επίσης το χειρουργείο μπορεί να αφορά τη χειρουργική αφαίρεση του ορθού αλλά και πιθανώς στο ίδιο χειρουργείο να αφαιρεθεί τμήμα του ήπατος, ηπατεκτομή δηλαδή, όπου έχει δημιουργηθεί επίσης όγκο από μετανάστευση καρκινινκών κυττάρων.
Η ελάχιστα επεμβατική χειρουργική, δηλαδή η λαπαροσκοπική και η ρομποτική χειρουργική, προσφέρουν πλεονεκτήματα σε σχέση με την παραδοσιακή ανοιχτή χειρουργική. Φυσικά σημαντικό κριτήριο παγκοσμίως για επιτυχές ογκολογικό χειρουργικό αποτέλεσμα αποτελεί η κατάλληλη επιλογή ασθενούς για την κάθε μέθοδο ανάλογα με την θέση και έκταση του όγκου και τη σύγχρονη η μη χειρουργική αντιμετώπιση μεταστάσεων. Σύμφωνα με τον Dr Garcia-Aguilar από το Memorial Sloane Kettering Καρκινικό Κέντρο της Νέας Υόρκης, η ελάχιστα επεμβατική χειρουργική υπερέχει καταρχήν λόγω της παρουσίας μικρότερων τομών παρά μίας μεγάλης τομής με αποτέλεσμα μικρότερη αιμορραγία, πιο γρήγορη κινητοποίηση και ανάρρωση του ασθενούς και μικρότερο ποσοστό λοιμώξεων. Προϋπόθεση αποτελεί η άριστη εκπαίδευση και τήρηση των κανόνων της ελάχιστα επεμβατικής χειρουργικής. Η διαφορά της λαπαροσκοπικής με τη ρομποτική χειρουργική είναι ότι στην πρώτη τεχνική τα εργαλεία αποτελούν προέκταση των χεριών του χειρουργού ενώ στη ρομποτική τα εργαλεία ελέγχονται από το ρομποτικό συστήμα το οποίο οδηγεί ο χειρουργός από την κονσόλα. Αυτό προσφέρει μεγαλύτερη ακρίβεια στους χειρουργικούς χειρισμούς καθώς και το πλεονέκτημα της εικόνας 3D.
Η ρομποτική και η λαπαροσκοπική χειρουργική προσέγγιση οδηγούν επίσης σε δημιουργία λιγότερων συμφύσεων (ίνες που δημιουργούνται αναποφευκτα μετά από χειρουργείο ανάμεσα στα οργανα) το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό εάν ο ασθενής θα χρειαστεί νέα επέμβαση κοιλίας. Επειδή ασθενείς με καρκίνο παχέος εντέρου αναπτύσσουν συχνά μεταστάσεις στο ήπαρ,είναι πιθανό πέρα από χημειοθεραπείες ή άλλες θεραπείες να οδηγηθούν ξανά στο χειρουργικό τραπέζι. Επίσης η πιθανότητα δημιουργίας κήλης μειώνεται με τη λαπαροσκοπική ή ρομποτική προσέγγιση. Στη σελίδα της Society of American Gastrointestinal & Endoscopic Surgeons υπάρχουν ερευνητικά δεδομένα από ιατρικά team της Αμερικής, χωρών της Ασίας και άλλων όπου αναφέρονται τα σημεία που υπερτερούν αυτές οι νεώτερες τεχνικές χειρουργικής προσέγγισης.
Πρόσφατη δημοσίευση στο Annals of the Royal College of Surgeons of England, περιγράφει με λεπτομέρεια την τεχνική πρόοδο που έχει σημειώσει η ρομποτική χειρουργική και στη χειρουργική παχέος εντέρου. Αξίζει να σημειωθεί η τεράστια εξέλιξη σε αποτελεσματικά χημειο-θεραπευτικά σχήματα τα τελευταία χρόνια, τα οποία σε συδυασμό με τη χειρουργική εξαίρεση και άλλες θεραπείες οδήγησαν στην κατακόρυφη αύξηση της επιβίωσης των ασθενών.*