Καρκίνος γενικά μπορεί να θεωρηθεί μια βλάβη στην αναπαραγωγή των κυττάρων. Ο καρκίνος του μαστού μπορεί να εμφανιστεί στα κύτταρα που βρίσκονται στους πόρους (πορογενές καρκίνωμα) ή από τα λόβια του μαστού (λοβιακή κακοήθεια).
Είναι ο δεύτερος πλέον συχνός καρκίνος και ο πρώτος στο γυναικείο πληθυσμό. Υπολογίζεται δε ότι στην Αμερική, μια στις 12 γυναίκες θα αναπτύξουν καρκίνο μαστού μια φορά στη ζωή τους. Η American Cancer Society υπολόγισε ότι το 2012 εμφανίστηκαν περισσότερες από 226.000 νέες περιπτώσεις διηθητικής κακοήθειας και περίπου 63.000 νέες περιπτώσεις in situ καρκινώματος. Μετά από την αύξηση που παρουσιάστηκε για περίπου μια 20ετια από το 2004 σταθεροποιήθηκε η επίπτωση (incidence rates) και από ό,τι δείχνουν τα επιδημιολογικά στοιχεία τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια μείωση. Η πενταετής επιβίωση υπολογίζεται πλέον σε περίπου 85% και αυτή έχει βελτιωθεί αισθητά σε σχέση με την δεκαετία του 90 λόγω κυρίως λόγω της ευαισθητοποίησης των γυναικών αλλά και των νέων διαγνωστικών μεθόδων.
Πράγματι σε όσο πιο αρχικό στάδιο βρεθεί η κακοήθεια τόσο επηρεάζεται η πρόγνωση. Έτσι, ένας καρκίνος που θα βρεθεί σε Στάδιο Ι, η επιβίωση του πλησιάζει το 100%, ενώ ένας όγκος Σταδίου IV έχει επιβίωση που πλησιάζει το 20-25%.
Γι’ αυτό εξακολουθεί να είναι παρά πολύ σημαντικός ο πληθυσμιακός έλεγχος αλλά και η απόλυτη ευαισθητοποίηση των γυναικών που θα πρέπει με την οποιαδήποτε αλλαγή στο μαστό τους να επισκεφτούν ειδικό μαστολόγο – χειρουργό μαστού. Μόνο το 20% των κλινικών ευρημάτων είναι κακοήθειες οι οποίες χρειάζονται ΑΜΕΣΗ αντιμετώπιση.
Πρόληψη Καρκίνου Μαστού
Ο καρκίνος του μαστού παρουσιάζει μια σχετική αύξηση τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα στις νεαρές ηλικίες. Είναι ο πιο συχνά διαγνωσμένος καρκίνος στο γυναικείο πληθυσμό παγκοσμίως.
Επίσης, είναι η πρώτη κατά σειρά αιτία θανάτου από καρκίνο στις γυναίκες σε ηλικίες 35-50 ετών.
Είναι όμως πλέον αναμφισβήτητο ότι η έγκαιρη διάγνωση σε όσο το δυνατό πιο αρχόμενο στάδιο μας δίνει τη δυνατότητα καλύτερης αντιμετώπισης, έτσι ώστε μετά την ολοκλήρωση της απαραίτητης θεραπείας, οι πιθανότητες επανεμφάνισης της νόσου να είναι πολύ μικρές.
Από την ηλικία των 40 ετών θα πρέπει μια φορά το χρόνο ή το αργότερο κάθε 18 μήνες να γίνεται μία μαστογραφία τεσσάρων θέσεων. Για τις γυναίκες όμως ηλικίας 50-75 ετών, δηλαδή μετά την εμμηνόπαυση, είναι απαραίτητος ο ετήσιος μαστογραφικός έλεγχος.
Στις ασυμπτωματικές γυναίκες, που δεν ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου, καλό θα είναι να γίνεται μια μαστογραφία αναφοράς τουλάχιστον με μία λήψη σε κάθε μαστό περίπου στην ηλικία των 35 ετών για τον έλεγχο μικροαποτιτανώσεων.
Ο συστηματικός έλεγχος με ψηφιακή μαστογραφία σε συνδυασμό με την κλινική εξέταση που είναι επίσης απαραίτητη σε κάθε γυναίκα που υποβάλλεται σε μαστογραφία, έχει σαν αποτέλεσμα την ανίχνευση πρώιμου καρκίνου του μαστού και με αυτό τον τρόπο οδηγεί σε αυξημένα ποσοστά επιβίωσης έως και πλήρη ίαση, μικρότερες χειρουργικές επεμβάσεις, ηπιότερες μετεγχειρητικές θεραπείες και ελάττωση της θνητότητας έως και 30%.
Στόχος μας μέσα από τον προληπτικό έλεγχο είναι να ανακαλύψουμε το πρόβλημα πολύ πριν αυτό γίνει ψηλαφητό, δηλαδή σε πρώιμο στάδιο.
Για το λόγο αυτό είναι πολύ βασικός ο ρόλος της κλινικής συνεκτίμησης των αποτελεσμάτων των απεικονιστικών εξετάσεων από εξειδικευμένους γιατρούς, που έχουν την εμπειρία να ανιχνεύσουν βλάβες που ίσως δεν αναδεικνύονται σαφώς μόνο με τις εξετάσεις αυτές, όπως για παράδειγμα ο φλεγμονώδης καρκίνος.
Συμπερασματικά, ο προληπτικός έλεγχος είναι ανώδυνος και μπορεί να μας παρέχει έγκαιρη διάγνωση, η οποία σε συνδυασμό με τη σωστή θεραπευτική αντιμετώπιση κυριολεκτικά σώζει ζωές!