Παρά τον καταιγισμό πληροφοριών που δέχεται ο σύγχρονος άνθρωπος, τα ποσοστά άγνοιας σχετικά με πολλά διαδεδομένα νοσήματα είναι εντυπωσιακά υψηλά. Ας πάρουμε για παράδειγμα το γλαύκωμα, τη δεύτερη συχνότερη αιτία τύφλωσης παγκοσμίως, από την οποία αναμένεται να νοσούν περί τα 80 εκατομμύρια άνθρωποι μέχρι το 2020.

  • Μία έρευνα ερωτηματολογίων που διεξήχθη αρκετά χρόνια πριν στις ΗΠΑ από την οργάνωση Prevent Blindness America αποκάλυψε τα εξής ευρήματα, τα οποία παραμένουν, φοβούμαστε, επίκαιρα:
  • Παρότι ο τρίτος μεγαλύτερος φόβος των ερωτηθέντων ήταν η τύφλωση, ακολουθώντας τον καρκίνο και τα καρδιακά νοσήματα, μόνο οι μισοί είχαν κάποτε ακούσει τον όρο «γλαύκωμα« αλλά δεν ήταν σίγουροι για τη σημασία του. Τρεις στους δέκα δεν είχαν ακούσει ποτέ για τη νόσο.
  • Ένας στους πέντε γνώριζε ότι το γλαύκωμα συνδέεται με την αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης αλλά οι περισσότεροι νόμιζαν ότι η νόσος δίνει προειδοποιητικά συμπτώματα ή ότι θεραπεύεται εύκολα ή ότι δεν οδηγεί στην τύφλωση.
  • Δυστυχώς, οι περισσότερες από τις πεποιθήσεις των ερωτηθέντων ήταν λανθασμένες. Το γλαύκωμα δύναται να οδηγήσει σε πλήρη τύφλωση αν αφεθεί χωρίς θεραπεία, δεν δίνει συμπτώματα για πολλά χρόνια και η θεραπεία του είναι συνήθως χρόνια απαιτώντας τακτική παρακολούθηση.
  • Χειρότερο απ’ όλα είναι το κοινό συμπέρασμα πολλών διεθνών στατιστικών ότι οι μισοί από τους γλαυκωματικούς ασθενείς δεν γνωρίζουν καν ότι πάσχουν από τη νόσο.

Ως γλαύκωμα ορίζεται πλέον μια ομάδα νοσημάτων με κοινό χαρακτηριστικό τη βλάβη στο οπτικό νεύρο που οδηγεί σε απώλεια της όρασης. Ας δούμε πιο αναλυτικά τους λόγους που του προσέδωσαν τον χαρακτηρισμό του «σιωπηλού κλέφτη της όρασης»:

  • Ελάχιστοι τύποι γλαυκώματος προκαλούν πόνο ή έστω δυσφορία.
  • Η απώλεια ξεκινά από την περιφερική όραση της οποίας μικρά ελλείμματα δύσκολα γίνονται αντιληπτά, σε αντίθεση με την κεντρική.
  • Η νόσος, αν και αμφοτερόπλευρη, ξεκινά συνήθως από το ένα μάτι. Ωστόσο, οι εγκεφαλικοί μηχανισμοί που ευθύνονται για τη διόφθαλμη όραση είναι αρκετά αποτελεσματικοί στην αντιστάθμιση, άρα και «κάλυψη» της βλάβης.
  • Οι γλαυκωματικές βλάβες προχωρούν αργά, σε βάθος ετών συνήθως, δίνοντας το χρόνο στον εγκέφαλο να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα με αποτέλεσμα το άτομο να διατηρεί την αίσθηση ότι βλέπει το ίδιο.
  • Η νόσος εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα σε άτομα άνω των 60, τα οποία, ακόμη κι αν καταλάβουν κάποια επιδείνωση της όρασης, είναι πρόθυμα να τη δεχτούν ως κάτι φυσιολογικό, εντάσσοντάς τη στη διαδικασία της γήρανσης.
  • Οι περισσότεροι αγνοούν αν διαθέτουν κάποιους παράγοντες κινδύνου που αυξάνουν τον κίνδυνο νόσησης (ηλικία, φυλή, σακχαρώδης διαβήτης, κληρονομικότητα) αλλά και τα οφέλη των προληπτικών ελέγχων γενικότερα.
  • Κάποια περιστατικά σε πρώιμα στάδια είναι δυνατόν να διαφύγουν από μία οφθαλμολογική εξέταση, ιδιαίτερα αν αυτή δεν είναι στοχευμένη στην ανακάλυψη της νόσου.

Η ένταξη του εξεταζόμενου στους γλαυκωματικούς ή μη γίνεται μετά από συνδυασμό εξετάσεων, οι οποίες έχουν εμπλουτιστεί αρκετά τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, ένα υπολογίσιμο ποσοστό θα φύγει από τον οφθαλμίατρο με την ταμπέλα του «ύποπτου για γλαύκωμα«, το οποίο σημαίνει ότι θα ενταχθεί σε πρωτόκολλο παρακολούθησης για κάποιο χρονικό διάστημα μέχρι να αποφασιστεί σε ποια ομάδα ανήκει.
Τα εργαλεία που διαθέτει ο οφθαλμίατρος προκειμένου να διαγνώσει αλλά και να παρακολουθήσει την εξέλιξη της νόσου είναι:

  • Η τονομέτρηση, η μέτρηση δηλαδή της πίεσης από τα υγρά που φυσιολογικά κυκλοφορούν στο εσωτερικό του ματιού (ενδοφθάλμια πίεση, ΕΟΠ)
  • Η παχυμετρία κερατοειδούς, η οποία μας βοηθά να εκτιμήσουμε ακριβέστερα την ΕΟΠ
  • Η γωνιοσκοπία, που αποκαλύπτει τη μορφολογία του δικτύου αποχέτευσης των ενδοφθάλμιων υγρών
  • Η βυθοσκόπηση, που παρέχει πολύτιμα στοιχεία από την εμφάνιση της κεφαλής του οπτικού νεύρου
  • Τα οπτικά πεδία, που δείχνουν πόσο καλά βλέπει το μάτι στο χώρο και πλέον
  • Η οπτική τομογραφία συνοχής (OCT), η οποία απεικονίζει με ακρίβεια την ανατομία των οπτικών νευρικών ινών στον αμφιβληστροειδή χιτώνα, οι οποίες αποτελούν και το «στόχο» της νόσου.

Πολλά μπορεί να άλλαξαν σε διαγνωστικό, θεραπευτικό και γνωσιακό επίπεδο στο γλαύκωμα τις τελευταίες δεκαετίες. Ακόμη κι ο ορισμός του τροποποιήθηκε ώστε να συνάδει με τα σύγχρονα δεδομένα. Αυτό που δεν άλλαξε, όμως, είναι η ανάγκη για την έγκαιρη διάγνωσή του κι αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την τήρηση ενός προγράμματος τακτικών προληπτικών ελέγχων.

Ο κ. Κωνσταντίνος Ν. Αυγίκος, MD, είναι Χειρουργός Οφθαλμίατρος